Τετάρτη 28 Αυγούστου 2013

FANTÔMAS 1913 - 1914

FANTÔMAS 1913 - 1914

ΦΑΝΤΟΜΑΣ

Ο Φαντομάς είναι ένας φανταστικός αρνητικός ήρωας της Γαλλικής αστυνομικής λογοτεχνίας που δημιούργησαν οι Pierre Souvestre και Marcel Allain τα έτη 1910- 1911.
Η απήχηση που είχαν στο αναγνωστικό κοινό τα αστυνομικά αυτά μυθιστορήματα ήταν μεγάλη, έτσι δεν άργησαν να μεταφερθούν οι περιπέτειες των μυθιστορημάτων στο νεοσύστατο είδος τέχνης, τον κινηματογράφο.
Για το νέο αυτό είδος τέχνης να αναφέρουμε ότι ενώ θεωρητικά ο Έντισον είναι ο εφευρέτης του κινηματογράφου, οι μηχανές που χρησιμοποιούσε η εταιρία «Έντισον» ήταν βαριές και δύσχρηστες, έτσι ώστε τα χρόνια εκείνα μόνο πειραματικά κυρίως φιλμ είχε να μας παρουσιάσει. Αντίθετα, στην Γαλλία οι αδελφοί Λυμιέρ με τις εξελιγμένες και ευέλικτες μηχανές τους κάνανε πράγματα και θαύματα. Το σινεμά όπως το γνωρίζουμε εμείς σήμερα έχει τις ρίζες του σε Ευρωπαίους δημιουργούς. Έπρεπε να βρεθεί ο μεγάλος Griffith και ιδίως να στραγγιχτεί η Ευρώπη (Σκανδιναβία, Γερμανία, Γαλλία και λοιποί)  από ταλαντούχους δημιουργούς με  δέλεαρ το δολάριο για να μπορέσει και ο Αμερικανικός κινηματογράφος να σηκώσει κεφάλι.
Την μεταφορά στην οθόνη ανέλαβε ο Louis Feuillade (1873-1925), ο οποίος ήταν επικεφαλής των στούντιο Gaumont. Ο Louis Feuillade πολιτικά ήταν φιλομοναρχικός και αυστηρά καθολικός. Με τον πατέρα του και τα αδέλφια του ασχολείτο στην οικογενειακή επιχείρηση που είχε να κάνει με το εμπόριο κρασιών.΄
Όταν τα πράγματα για την επιχειρήσει πήγαν άσχημα και μετά τον θάνατο του πατέρα του
μετακόμισε στο Παρίσι και έπιασε δουλειά ως δημοσιογράφος.
Το 1905, τον πλησίασε η γραμματέας των στούντιο Gaumont και του ζήτησε να γράψει σενάρια ταινιών. Από το 1907, έγινε το αφεντικό της Gaumont και παρέμεινε στη θέση αυτή μέχρι τον πρόωρο θάνατό του το 1925.  Σκηνοθέτησε συνολικά περί τις 800 ταινίες!
Ο Louis Feuillade θεωρήθηκε διάσημος Γάλλος σκηνοθέτης την πρόωρη ακόμα εποχή του βωβού κινηματογράφου. Εκεί που θεωρείται πρωτοπόρος είναι τα σήριαλ όπου δημιούργησε δύο σειρές. Το Fantômas (1913 - 1914),  και το Les Vampires.
Και τα δύο σήριαλ ασχολούνται μα την δράση εγκληματικών ομάδων που περιφρονούν και μέμφονται την αστική τάξη, πολλές φορές την γελοιοποιούν, αλλά το μόνος τους κίνητρο είναι ο πλουτισμός.
Στο «Φαντομά» μας παρουσιάζει έναν ήρωα που είναι στυγνός δολοφόνος, άσσος στις μεταμφιέσεις και που συχνά εμφανίζεται με την ταυτότητα κάποιου προσώπου που έχει δολοφονήσει. Το 1913 γυρίστηκαν 3 επεισόδια, η μεγάλη όμως ανταπόκριση που έδειξε το κοινό  έκανε τον Louis Feuillade να γυρίσει άλλα δύο το 1914.
Όπως και στα μυθιστορήματα, κύριος διώκτης του Φαντομά είναι ο επιθεωρητής Juve με τον φίλο του τον δημοσιογράφο Jérôme Fandor.
Τα επεισόδια διαρκούν μία με μιάμιση ώρα. Συνήθως ο Φαντομάς συλλαμβάνεται στο τέλος, αλλά την τελευταία στιγμή καταφέρνει να διαφύγει  για να υπάρχει περιθώριο να γυριστεί ακόμα ένα επιτήδειο. Στο δεύτερο επεισόδιο μάλιστα υπάρχει πρωτοποριακό για την εποχή σασπένς. Οι Juve και Fandor βρίσκονται μέσα σε μία βίλα που ο Φαντομάς ανατινάζει για να απαλλαγεί από τους διώκτες του. Η ταινία μας υποβάλει το αγωνιώδες ερώτημα, αν οι δύο ήρωες θαφτήκαν στα ερείπια της βίλας. Την απαντήσει όμως θα την έχουμε αν δούμε το επόμενο επεισόδιο!
Συνολικά λοιπόν τα επεισόδια ήταν πέντε. Τα εξής:

Fantômas I: À l'ombre de la γκιλοτίνα ( Στη σκιά της γκιλοτίνας) 1913
Fantômas II: Juve contre Fantômas (Ο Juve εναντίον Φαντομά) 1913)
Fantômas III: Le Mort Qui Tue (Ο νεκρός που δολοφονεί) 1913
Fantômas IV: Fantômas contre Fantômas (Φαντομάς εναντίον Φαντομά) 1914
Fantômas V: Le Faux Magistrat (Ο Ψεύτικος Δικαστής) 1914






Τα εφέ που έκαναν τους τότε δημιουργούς να φουσκώνουν από περηφάνια, σήμερα πολλά από αυτά μας προκαλούν χαμόγελα για την αφέλειά τους. Αλλά είπαμε. Οι ταινίες αυτές προφέρονται για μελέτη της ιστορίας του κινηματογράφου και όχι για να μας προσφέρουν κάποιες ώρες διασκέδασης.
Τα πέντε επεισόδια αποκαταστάθηκαν υπό τη διεύθυνση του Jacques Champreaux και κυκλοφόρησαν σε DVD στην Ευρώπη το 2006.
Τους μεσότιτλους αυτών των ταινιών μετέφρασα εγώ.


1.       


Δευτέρα 12 Αυγούστου 2013

Mutter Krausens Fahrt ins Glück (1929)

Mutter Krausens Fahrt ins Glück (1929)

Η ΜΗΤΕΡΑ ΚΡΑΟΥΖΕΝΣ ΤΑΞΙΔΕΎΕΙ
ΣΤΗΝ ΕΥΤΥΧΙΑ

Σκηνοθεσία: Phil Jutzi

Με τους: Alexandra Schmitt, Holmes Zimmermann, Ilse Trautschold | και λοιπούς.



Η βωβή αυτή ταινία του Γερμανικού κινηματογράφου εντάσσεται στην λεγόμενη κατηγορία «Προλεταριακές Ταινίες.» Είναι επηρεασμένη από τον τότε Σοβιετικό κινηματογράφο και δείχνει με ρεαλισμό την εξαθλίωση του λαού την εποχή εκείνη. Ξεκινά σαν ντοκιμαντέρ, περιγράφοντάς μας μια υποβαθμισμένη συνοικία του Βερολίνου και τις άθλιες καταστάσεις που βιώνει ο κόσμος, άνεργος στη πλειοψηφία του. Εκατομμύρια οι άνεργοι! Παράλληλα μας δίνεται μια εικόνα από λαϊκές γιορτές και πανηγύρια όπου η νεολαία ιδίως αισιοδοξεί για ένα καλλίτερο μέλλον.
Αφού κατατοπιζόμαστε επαρκώς για το περιβάλλον που εκτυλίσσεται η ταινία, αρχίζει και η υπόθεσή της. Κεντρικός ήρωας είναι η ηλικιωμένη Χήρα «μητέρα Κράουζες» που ζει με τα δύο ενήλικα παιδιά της, τον Πωλ και την Έρνα σε ένα υποτυπώδες διαμέρισμα στην πιο υποβαθμισμένη γειτονιά του Βερολίνου.


Για να τα φέρει βόλτα η μαμά έχει υπενοικιάσει ένα δωμάτιο σε κάποιον που κάνει μπαμ πως είναι απατεώνας, ο οποίος ζει με την αγαπητικιά του, κάποια εκδιδόμενη, και το μικρό τους κοριτσάκι. Η μαμά, η κόρη της Έρνα και το κοριτσάκι κοιμούνται στην κουζίνα!


Ο Πωλ είναι ένας από τα εξίμισι εκατομμύρια ανέργων και κάνει τον ρακοσυλλέκτη για να βγάλει καμιά δεκάρα. Η μητέρα Κράουζες έχει ένα πενιχρό εισόδημα μοιράζοντας εφημερίδες. Κάποια μέρα ο Πωλ βοηθάει την μητέρα του στην είσπραξη των χρημάτων για τις εφημερίδες, αλλά παρασύρεται από γνωστούς του και τα ξοδεύει πίνοντας και κερνώντας στην μπυραρία. Τελικά από την μητέρα Κράουζες λείπουν 20 μάρκα για να αποπληρώσει το χρέος της προς τους εργοδότες της! Κινδυνεύει να πάει φυλακή αν δεν βρει τα χρήματα αυτά, αλλά το ποσό είναι τεράστιο για την εποχή και τις συνθήκες που επικρατούσαν και δεν μπορούσε κανένας να βοηθήσει. Τότε ο απατεώνας νοικάρης, εκμεταλλευόμενος τον φόβο του Πωλ να μη πάει η μητέρα του φυλακή, τον πείθει να συμμετάσχει σε μία ληστεία. Η ληστεία όμως αποτυγχάνει και ο Πωλ συλλαμβάνεται μπροστά στη μητέρα του! Τότε αυτή απελπισμένη καταφεύγει στην έσχατη λύση. Ανοίγει το φωταέριο και αποφασίζει «να ταξιδεύσει στην ευτυχία!» Ίσως μου πει κανείς ότι είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάποιου που αποφασίζει να θέσει τέρμα στη ζωή του, να το κάνει. Αυτό όμως που μου προκαλεί αλγεινή εντύπωση είναι το ότι η μητέρα Κράουζες αποφασίζει ότι το κοριτσάκι δεν αξίζει τον κόπο να ζει σε τέτοιον κόσμο και το αφήνει να πεθάνει μαζί της! Δηλαδή το δολοφονεί!
Σε κάποιο σημείο της ταινίας, η Έρνα ψάχνοντας να βρει τον φίλο της τον Μαξ, τον βρίσκει να συμμετέχει σε παρέλαση των κομουνιστών και εντάσσεται κι αυτή στους παρελαύνοντες υπό τους ήχους της μελωδίας της «Διεθνούς».



Το γεγονός αυτό δεν εμπόδισε τον αστικό τύπο της εποχής να αναφέρει με διθυραμβικά σχόλια για την ταινία! Οι Ναζί όμως όταν ήλθαν στην εξουσία, ένα από τα πρώτα έργα που απαγόρευσαν ήταν το συγκεκριμένο.
Η ταινία αυτή ήταν η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους του σκηνοθέτη Phil Jutzi. Είχε και παλαιότερα σκηνοθετήσει ταινίες μικρού μήκους με κοινωνικά θέματα για λογαριασμό του Κομουνιστικού Κόμματος του οποίου υπήρξε μέλος. Το 1929 όμως διαφώνησε μαζί τους και παραιτήθηκε. Το 1933 μάλιστα εντάχτηκε  στο Ναζιστικό κόμμα. Τώρα μη μου ζητάτε να σχολιάσω το γεγονός εδώ πέρα, διότι αυτό είναι... άλλου παππά ευαγγέλιο.
Επιβλητική είναι η παρουσία της Alexandra Schmitt στο ρόλο της μητέρας Κράουζες. Αυτή όμως που μου έκανε εντύπωση είναι η Ilse Trautschold στο ρόλο της κόρης Έρνα. Όμορφο, δροσερό και καλλίγραμμο κορίτσι, γεμίζει το κάδρο με την γεμάτο αυτοπεποίθηση παρουσία της!


Αναρωτιέμαι πως παρέμεινε μια απλή ηθοποιός και δεν εξελίχτηκε σε βεντέτα της εποχής.
Η ταινία παίχτηκε από το δεύτερο πρόγραμμα της Γερμανικής τηλεόρασης, (ZDF), και κυκλοφόρησαν αμέσως μαγνητικές έγγραφες  αυτής. Μια τέτοια εγγραφή βρήκα κι εγώ καθώς και Ισπανικούς υπότιτλους που ήσαν γάντι με την κόπια αυτή. Κράτησα τους χρόνους και μετάφρασα τους Γερμανικούς μεσότιτλους. Να σημειωθεί ότι οι μεσότιτλοι αυτοί ήταν γραμμένοι στην τοπική Βερολινέζικη διάλεκτο για να παρουσιάζει το φιλμ περισσότερη αυθεντικότητα.


Τα κατάφερα όμως.







Παρασκευή 9 Αυγούστου 2013

Me and My Gal (1932)

Me and My Gal (1932)
ΕΓΩ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΡΊΤΣΙ ΜΟΥ


Σκηνοθεσία: Raoul Walsh

Με τους: Spencer Tracy, Joan Bennett, Marion Burns, κλπ 


Η συγκεκριμένη ταινία αν και περιλαμβάνεται στην λίστα του βιβλίου, του STEVEN JAY SCHNEIDER, 1001 ταινίες που πρέπει να δείτε... κλπ, δεν μπορούσα να βρω όχι μόνο υπότιτλους οποιοσδήποτε γλώσσας, αλλά ούτε και την ίδια την ταινία, ακόμα και να την αγοράσω. Τελικά είχα την τύχη να βρω μια Ισπανική κόπια με τον τίτλο Mi Chica Y Yo η οποία περιελάμβανε Ισπανικούς υπότιτλους καμένους επάνω της, διότι προφανώς προέρχεται από βιντεοκασέτα. Την τεχνική τέτοιου είδους RIP δεν την κατέχω. Χρησιμοποίησα μια δική μου μέθοδο που δεν πρόκειται όσο θα ζω να την ξανακάνω! Έγραψα με το χέρι γραμμή-γραμμή το κείμενο και το χειρότερο, έπρεπε να φτιάξω και τους χρόνους! Τελικά μετέφρασα όπως-όπως το Ισπανικό κείμενο και ακουστικώς από τα Αγγλικά διόρθωσα ότι μπόρεσα. 

Τελικά ως προς την ταινία, πρόκειται για μια χαριτωμένη κωμωδία του 1932, αυτό μην το παραβλέπουμε, που  τα ιδιαίτερά της είναι: Ο νεαρός Spencer Tracy που τον παρακολουθούμε στο ξεκίνημα της καριέρας του
 και το ότι η υπόθεση της ταινίας διαδραματίζεται δύο χρόνια πριν την άρση της ποτοαπαγόρευσης. Ήδη όμως στη συνείδηση του κόσμου η άρση αυτή έχει ουσιαστικά επέλθει. Έτσι παρατηρούμε έναν κωμικά επιθετικό και μόνιμα μεθυσμένο (WillStanton) σε σπαρταριστά επεισόδια, καθώς και ένα γαμήλιο πάρτι όπου το ποτό έχει την τιμητική του. Οι δε αστυνομικοί αρνούνται το κέρασμα, όχι διότι το ποτό είναι παράνομο, αλλά διότι δεν θέλουν να πίνουν εν ώρα υπηρεσίας!
Ο Spencer Tracy υποδύεται τον Ντάνι, έναν καλόκαρδο αφελή αστυνομικό ο οποίος επιτηρεί μια περιοχή του λιμανιού όπου βρίσκεται και ένα φαγάδικο. Εκεί δουλεύει η Έλεν (Joan Bennett), την οποία ο Ντάνι ερωτεύεται.


Η Έλεν έχει μια αδελφή όμως την Κέιτ, η οποία αν και παντρεύεται έναν ναυτικό έχει προϊστορία κάποιου δεσμού  με έναν κακοποιό.


Αυτός, αν και η κοπέλα παντρεύτηκε , την εκβιάζει και καταφέρνει να της αποσπάσει πληροφορίες σχετικά με το πιστωτικό ίδρυμα που εργάζεται. Στο σημείο εδώ έμεινα έκπληκτος διότι είχα την εντύπωση ότι η μέθοδος Rififi πρωτοπαρουσιάστηκε στον κινηματογράφο για πρώτη φορά  από τον Ζηλ Ντασέν το 1955. Δεν είχα ιδέα ότι ο Raoul Walsh προηγήθηκε το 1932 παρουσιάζοντας ένα  εξίσου εντυπωσιακό γεγονός. Πόσα κανείς μαθαίνει όσο ζει! Τελικά ο Ντάνι καταφέρνει να εξουδετερώσει τον κακοποιό και να καλύψει την αδελφή της κοπέλας του έναντι  του διασυρμού.
Ο σκηνοθέτης τονίζει τα κωμικά στοιχεία της ταινίας ή ακόμα την εμπλουτίζει με τέτοια, έτσι ώστε τελικά η ταινία να έχει τον χαρακτήρα κωμωδίας, αντί σκληρής γκανγκστερικής ταινίας.



Το γεγονός αυτό δεν ενοχλεί καθόλου. Το αντίθετο μάλιστα.





Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

The Jazz Singer (1927)

The Jazz Singer (1927)
Ο Τραγουδιστής Της Τζαζ





Σκηνοθεσία: Alan Crosland

Με τους: Al Jolson, May McAvoy, Warner Oland, και λοιπούς.

Ελληνικοί υπότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο







        Την παρούσα ταινία, ακόμα κι αν δεν θέλει να την αξιολογήσει κανείς ως υπέροχη από καλλιτεχνική άποψη, δεν παύει να είναι ταινία σταθμός στην ιστορία της τεχνολογίας του σινεμά. Τούτο διότι είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία με ήχο! Για να είμαστε ακριβής, ο ήχος δεν ήταν ενσωματωμένος στην ταινία σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, αλλά συνοδευόταν από δίσκο γραμμοφώνου που ο δυστυχής τεχνικός καμπίνας, έπρεπε να φροντίζει για τον  συγχρονισμό! Τέτοιες προσπάθειες είχαν γίνει και παλαιότερα με ταινίες μικρού μήκους, αλλά μόνο για τη μουσική και τα τραγούδια των ταινιών. Για πρώτη φορά μας εμφανίζεται ταινία που εκτός από την μουσική και τα τραγούδια της, είχε και μερικούς ηχητικούς διαλόγους. Φανταστείτε την θυμηδία και τις διαμαρτυρίες του κοινού όταν ο συγχρονισμός ξέφευγε αρκετά!
Σήμερα μπορούμε να απολαύσουμε την ταινία αυτή στον καναπέ μας, χωρίς να έχουμε κανένα πρόβλημα ως προς τον συγχρονισμό. Αυτό διότι την δεκαετία του 50, αλλά και αργότερα, έγινε remake της ταινίας.
Για την ταινία να πούμε τα εξής.  Παίζει και τραγουδά ο  Al Jolson, διάσημος τραγουδιστής της εποχής, Ρωσοεβραϊκής καταγωγής. Μας παρουσιάζεται μια οικογένεια εβραίων που ζει στο εβραϊκό γκέτο την Ν. Υόρκης. Ο πατέρας της οικογένειας, ο Ραπίνοβιτς (Warner Oland), είναι σπουδαίος ψάλτης στη συναγωγή του γκέτο – ακλουθώντας την παράδοση πολλών γενναίων της οικογενείας του - και είναι ορθόδοξος εβραίος. Όταν λέμε ορθόδοξος εβραίος, τύφλα να ‘χουν οι φανατικοί ισλαμιστές. Μένει πιστός στις παραδώσεις της φυλής του, δεν αποδέχεται κανέναν νεοτερισμό και ονειρεύεται ότι κάποια μέρα ο γιος του θα πάρει τη θέση του στη συναγωγή, συνεχίζοντας την παράδοση της οικογένειας. Ο δεκατριάχρονος όμως Τζάκι, σέβεται τις παραδώσεις, αλλά είναι και ένθερμος οπαδός τις μουσικής Τζαζ. Η μουσική Τζαζ ήταν για τους συντηρητικούς και θρησκευόμενους τις εποχής, ότι είναι για τους αντίστοιχους σημερινούς η μουσική Ροκ. Ασεβής σατανική μουσική! Ο μικρός τραγουδά κρυφά από την οικογένειά του τραγούδια Τζαζ σε μια μπιραρία. Ένας φίλος της οικογένειας τον βλέπει και αμέσως κοινοποιεί τα συνταρακτικά νέα στον πατέρα. Αυτός εξοργίζεται και τρέχει και μαζεύει απ’ το αυτί τον γιο του. Σπίτι δε βγάζει το ζωστήρα του και τιμωρεί κατάλληλα τον ασεβή γιο.


     Παρ’ όλες της απειλές του μικρού ότι θα εγκαταλείψει το σπίτι και της παρακλήσεις της μητέρας για επιείκεια, ο πατέρας είναι αμείλικτος. Ο νεαρός τελικά πραγματοποίησε την απειλή του. Έφυγε από το σπίτι και τελικά βρέθηκε σε ένα θέατρο στο Σικάγο, που αγωνίζεται να ορθοποδήσει επαγγελματικά. Τελικά τα καταφέρνει και γίνεται ο σταρ του θιάσου. Αλλάζει το όνομά του από Ραπίνοβιτς σε Ρόμπιτ. Αυτό για τους συντηρητικούς είναι δήγμα απομάκρυνσης από τα πατροπαράδοτα. Αλληλογραφεί με την μητέρα του στην οποία της εκμυστηρεύεται ότι υπάρχει ένα κορίτσι στη ζωή του που είναι θαυμάσιο.



Αυτή, αν και συμφωνεί σε πολλά πράγματα με το γιο της, θεωρεί τον δεσμό αυτό ως ένα ακόμα βήμα για την απομάκρυνση από τη φυλή του.
       Τελικά η επιτυχία του είναι μεγάλη και ο ιμπρεσάριός του καταφέρνει να του κλείσει συμβόλαιο για να εμφανιστεί στο Βροντγουέι στη Ν. Υόρκη, εκεί που ζουν οι γονείς του. Γεμάτος νοσταλγία όταν φθάνει εκεί, τρέχει στο πατρικό του σπίτι και ανακοινώνει τα νέα στην μητέρα του η οποία τον υποδέχεται πολύ εγκάρδια. Αυτός δε παίζει στο πιάνο του πατέρα του και της τραγουδά ένα από τα τραγούδια που θα παρουσιάσει.


Ο πατέρας επιστρέφει και εξοργίζεται με αυτή την ασέβεια, να τραγουδούν Τζαζ στο σπίτι του. Διώχνει δε τον γιο κυριολεκτικά με τις κλωτσιές, παρ’ όλα τα παρακάλια της μάνας.
Την ημέρα της προγραμματισμένης πρεμιέρας του θεάτρου,  είναι και η σπουδαιότερη εβραϊκή εορτή, όπου τραγουδιέται από τον ψάλτη ένας σπουδαίος παραδοσιακός ψαλμός. Ο Ραπίνοβιτς όμως αρρωσταίνει ξαφνικά πολύ άσχημα. Δεν φαίνεται να έχει πολλά περιθώρια ζωής και δεν υπάρχει περίπτωση να μπορέσει να ψάλει στη συναγωγή. Η μόνη ελπίδα είναι ο γιος του και το περιβάλλον της οικογένειάς του τον πιέζει να ψάλει στην θέση του πατέρα του. Οι συνεργάτες του όμως στο θέατρο είναι αντίθετοι σ’ αυτό και του υπογραμμίζουν ότι απόψε παίζεται η καριέρα του. Στο σημείο εδώ παρακολουθούμε τον Τζακ να μασκαρεύεται  σε «blackface», όπως ήταν την μόδας την εποχή εκείνη, για τους τραγουδιστές την Τζαζ κυρίως.


Τελικά ο Τζακ επισκέπτεται το πατρικό του σπίτι για να ανακοινώσει στην οικογένεια ότι η απαίτησή τους είναι αδύνατη. Αυτοί όμως νομίζουν ότι ήλθε για να εκτελέσει το θρησκευτικό του καθήκον. Αυτός τότε νιώθει το κάλεσμα της φυλής του και αποφασίζει να μείνει και να ψάλει. Έτσι η πρεμιέρα ματαιώνεται ενώ παρακολουθούμε το Τζακ ντυμένο με τα άμφια του ψάλτη, να ψέλνει τους θρησκευτικούς ύμνους.


    Ο ετοιμοθάνατος πατέρας ακούει το γιο να ψέλνει και αναφωνεί: Γυναίκα, κερδίσαμε τον γιο μας πάλι. Και με τα λόγια αυτά ξεψυχά.
        Η υπόθεση μπορεί να αφορά την σύγκρουση μεταξύ των γενεών, αλλά σε καμία περίπτωση δεν καταδικάζει τους ορθόδοξους και τους φανατικούς. Προσπαθεί μάλλον να τους πείσει να μην απορρίπτουν τους νεοτερισμούς της νεολαίας, τους δε νέους να δείχνουν κατανόηση για τον  φανατισμό και την τυπολατρία των μεγαλυτέρων.
Αξιοσημείωτο είναι το πόσο μοιάζουν οι εβραίοι αρχιερείς με τους δικούς μας ορθόδοξους. Μεγάλη δε και η ομοιότατητα και στους θρησκευτικούς ύμνους.








Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

The Arrangement (1969)

The Arrangement (1969)
Ο Συμβιβασμός


Του Elia Kazan

Με τους: Kirk Douglas, Faye Dunaway, Deborah Kerr, Richard Boone και λοιποί
Ελληνικοί υπότιτλοι από: Γιάννης από Ανάβυσσο

Όταν παίχτηκε η ταινία το 1969, η λέξη συμβιβασμός έγινε πολύ τις μόδας. Δημοσιογράφοι ρωτούσαν επωνύμους: «Εσείς τι συμβιβασμούς έχετε κάνει στη ζωή σας;» Γενικά την ταινία στην αρχή την καλοδέχτηκαν όλοι, αλλά αργότερα έπεσε το σύνθημα (από πού;) και έπεσαι στην περιφρόνηση και την αφάνεια. Πρέπει να ομολογήσω ότι δεν είναι από τις κορυφαίες του Elia Kazan, αλλά για μένα δεν παύει να είναι εργάρα και δεν δικαιούται κανένας να ισχυρίζεται ότι είναι οπαδός του ποιοτικού σινεμά, αν δεν έχει δει αυτή την ταινία.
Οι λόγοι είναι μάλλον πολιτικοί. Οι… προοδευτικοί του κατεστημένου Αμερικανικού κινηματογράφου θυμηθήκαν να τιμωρήσουν τον σκηνοθέτη για το ατόπημά του την εποχή Μακάρθι. Χαρακτηριστικά ο ρόλος του πρωταγωνιστή προτάθηκε από τον σκηνοθέτη στον Μάρλον Μπράντο, αλλά αυτός τον αρνήθηκε διότι όπως είπε ήταν ακόμα νωπές οι πληγές από την δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ!
Τελικά ο ρόλος δόθηκε στον Kirk Douglas.
Ένα σημείο με το οποίο διαφωνώ είναι η μετάφραση του τίτλου «The Arrangeman» ως «Ο Συμβιβασμός». Γλωσσολογικά είναι σωστό. Δεν είναι όμως μόνο αυτή η μετάφραση της λέξης «Arrangeman». Είναι και η «Διευθέτηση» και αυτός θα ήταν ο σωστός τίτλος στην περίπτωσή μας.
Το σενάριο προέρχεται από το μυθιστόρημα που έγραψε ο ίδιος ο Elia Kazan, ογκώδες 500 σελίδων, και που για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν στα αμερικανικά best sellers. Μερικοί εξηγούν την όχι και τόσο μεγάλη επιτυχία της ταινίας στο ότι έγινε προσπάθεια να συμπυκνωθεί μα τεράστιας διάρκειας υπόθεση σε ταινία 125 λεπτών.
Όλοι οι ήρωες της υπόθεσης δεν μας απασχολούν για πρώτη φορά. Πριν από μερικά χρόνια ο Elia Kazan μας κατέπληξε με το αριστούργημα του «Αμέρικα-Αμέρικα». Τον κεντρικός ήρωα της υπόθεσης που τότε τον έπαιζε ο Στάθης Γιαλελής, τώρα έχει γεράσει και τον ρόλο τον παίζει ο Richard Boone.



Μας παρουσιάζεται ως ένας απόστρατος επιτυχημένος επιχειρηματίας (εισαγωγέας χαλιών από Περσία κυρίως), με σύζυγο και δύο γιους, ο οποίος όμως δεν απέβαλε την ανατολίτικη νοοτροπία σχετικά με την συμπεριφορά του στην γυναίκα και τα παιδιά του. Τώρα μάλιστα λόγω αρτηριοσκλήρωσης, η κατάστασή του έχει χειροτερέψει δραματικά. Βλέπει φανταστικούς εραστές της γυναίκας του και ευελπιστεί με να καταφέρει να ξαναστήσει την επιχείρησή του, για να αποδείξει σε όλους ότι δεν ξόφλησε.





Ο κεντρικός πρωταγωνιστής της υποθέσεις είναι ο γιος του Eddie Anderson τον οποίo υποδύεται ο Kirk Douglas. Το πραγματικό του όνομα είναι Ευάγγελος Τοπούζογλου, αλλά διάλεξε ένα αμερικανοποιημένο. Αυτός είναι ένα πετυχημένο στέλεχος διαφημιστικής εταιρίας που με τις τρελές ιδέες του, όπως το σλόγκαν για τα τσιγάρα ΖΕΦΥΡΟΣ: «Το καθαρό Τσιγάρο», κερδίζει αρκετά, βιώνει το Αμερικανικό όνειρο με βίλλα, πισίνες, πολυτελή αυτοκίνητα και όλα τα σχετικά.



Με αξιοπρεπή σύζυγο, την Φλωράνς (Deborah Kerr) και φαίνεται να διάγει πολύ πετυχημένη ζωή. Μια μέρα όμως, πηγαίνοντας στη δουλειά του εμφανίζει συμπτώματα αυτοκαταστροφής. Οδηγώντας το σπορ αυτοκίνητό του το ρίχνει σε ένα φορτηγό!


Τελικά σώζεται από το ατύχημα νοσηλευόμενος μόνο λίγες μέρες. Τότε όμως αρχίζουν οι αναδρομές στο παρελθόν και πληροφορούμαστε γιατί έφτασε σε αυτή  την κατάσταση.
Την φαινομενικά ήρεμη ζωή του ήρωά μας έρχεται να διαταράξει η εμφάνιση της Γκουέν (Faye Dunaway), μιας συνεργάτιδας της εταιρίας, η οποία δεν φαίνετε να συμμερίζεται υποκριτικά σλόγκαν του Έντι περί «καθαρών τσιγάρων» και μάλλον τα ειρωνεύεται.


Μεταξύ τους δημιουργείται ερωτική σχέση αλλά η κοπέλα δεν αρκείται να παίζει τον ρόλο της ερωμένης. Πιέζει τον Έντι να διαλέξει ανάμεσα σε εκείνη και την σύζυγο.


Αυτή πάλι, ενώ γνωρίζει τα πάντα, πιέζει τον Έντι να λογικευτεί και να επανέλθει στην συμβατική «αξιοπρεπή» συζυγική ζωή


Μαζί της και ο οικογενειακός τους δικηγόρος (Hume Cronyn)
που προσπαθεί να συνετίσει τον Έντι, αλλά παράλληλα επιδιώκει να προστατέψει και την Φλωράνς σχετικά με τα δικαιώματά της στην περιουσία, και επιδιώκει να αποδείξει ότι ο Έντι δεν έχει σώας τας φρένας.



Κοντά σε όλα τα άλλα ο Έντι έχει να αντιμετωπίσει και την επιδεινούμενη κατάσταση του πατέρα του ο οποίες εκβιαστικά και με ηθικούς εκβιασμούς προσπαθεί να πείσει τον γιο του να του χρηματοδοτήσει το ξαναστήσιμο της επιχείρησής του.





Το Ελληνικό χρώμα δεν απουσιάζει από την ταινία. Συγκεκριμένα, κάποια στιγμή που του Έντι του την έχει δώσει, κατά τα κοινός λεγόμενα, παίρνει ένα μονοκινητήριο αεροπλάνο και φέρνει γύρους τον ουρανοξύστη που στεγάζονται τα γραφεία που εργάζεται, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των συναδέλφων του. Την τρελή του πορεία επενδύει μουσικά η το τραγούδι  «σαν πας στην Καλαμάτα...»!



Αλλά το Ελληνικό χρώμα εμφανίζεται και στο φινάλε της ταινίας. Παρακολουθούμε την κηδεία του πατέρα του Έντι, όπου αυτός εμφανίζεται στο πλευρό της Γκουέν και η Φλωράνς αγκαζέ μα τον δικηγόρο! Πλήρεις διευθέτηση και όχι συμβιβασμός. Παρακολουθούμε δε με συγκίνηση σε άπταιστα Ελληνικά την διέξοδο ακολουθία.