Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

The Jazz Singer (1927)

The Jazz Singer (1927)
Ο Τραγουδιστής Της Τζαζ





Σκηνοθεσία: Alan Crosland

Με τους: Al Jolson, May McAvoy, Warner Oland, και λοιπούς.

Ελληνικοί υπότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο







        Την παρούσα ταινία, ακόμα κι αν δεν θέλει να την αξιολογήσει κανείς ως υπέροχη από καλλιτεχνική άποψη, δεν παύει να είναι ταινία σταθμός στην ιστορία της τεχνολογίας του σινεμά. Τούτο διότι είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία με ήχο! Για να είμαστε ακριβής, ο ήχος δεν ήταν ενσωματωμένος στην ταινία σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, αλλά συνοδευόταν από δίσκο γραμμοφώνου που ο δυστυχής τεχνικός καμπίνας, έπρεπε να φροντίζει για τον  συγχρονισμό! Τέτοιες προσπάθειες είχαν γίνει και παλαιότερα με ταινίες μικρού μήκους, αλλά μόνο για τη μουσική και τα τραγούδια των ταινιών. Για πρώτη φορά μας εμφανίζεται ταινία που εκτός από την μουσική και τα τραγούδια της, είχε και μερικούς ηχητικούς διαλόγους. Φανταστείτε την θυμηδία και τις διαμαρτυρίες του κοινού όταν ο συγχρονισμός ξέφευγε αρκετά!
Σήμερα μπορούμε να απολαύσουμε την ταινία αυτή στον καναπέ μας, χωρίς να έχουμε κανένα πρόβλημα ως προς τον συγχρονισμό. Αυτό διότι την δεκαετία του 50, αλλά και αργότερα, έγινε remake της ταινίας.
Για την ταινία να πούμε τα εξής.  Παίζει και τραγουδά ο  Al Jolson, διάσημος τραγουδιστής της εποχής, Ρωσοεβραϊκής καταγωγής. Μας παρουσιάζεται μια οικογένεια εβραίων που ζει στο εβραϊκό γκέτο την Ν. Υόρκης. Ο πατέρας της οικογένειας, ο Ραπίνοβιτς (Warner Oland), είναι σπουδαίος ψάλτης στη συναγωγή του γκέτο – ακλουθώντας την παράδοση πολλών γενναίων της οικογενείας του - και είναι ορθόδοξος εβραίος. Όταν λέμε ορθόδοξος εβραίος, τύφλα να ‘χουν οι φανατικοί ισλαμιστές. Μένει πιστός στις παραδώσεις της φυλής του, δεν αποδέχεται κανέναν νεοτερισμό και ονειρεύεται ότι κάποια μέρα ο γιος του θα πάρει τη θέση του στη συναγωγή, συνεχίζοντας την παράδοση της οικογένειας. Ο δεκατριάχρονος όμως Τζάκι, σέβεται τις παραδώσεις, αλλά είναι και ένθερμος οπαδός τις μουσικής Τζαζ. Η μουσική Τζαζ ήταν για τους συντηρητικούς και θρησκευόμενους τις εποχής, ότι είναι για τους αντίστοιχους σημερινούς η μουσική Ροκ. Ασεβής σατανική μουσική! Ο μικρός τραγουδά κρυφά από την οικογένειά του τραγούδια Τζαζ σε μια μπιραρία. Ένας φίλος της οικογένειας τον βλέπει και αμέσως κοινοποιεί τα συνταρακτικά νέα στον πατέρα. Αυτός εξοργίζεται και τρέχει και μαζεύει απ’ το αυτί τον γιο του. Σπίτι δε βγάζει το ζωστήρα του και τιμωρεί κατάλληλα τον ασεβή γιο.


     Παρ’ όλες της απειλές του μικρού ότι θα εγκαταλείψει το σπίτι και της παρακλήσεις της μητέρας για επιείκεια, ο πατέρας είναι αμείλικτος. Ο νεαρός τελικά πραγματοποίησε την απειλή του. Έφυγε από το σπίτι και τελικά βρέθηκε σε ένα θέατρο στο Σικάγο, που αγωνίζεται να ορθοποδήσει επαγγελματικά. Τελικά τα καταφέρνει και γίνεται ο σταρ του θιάσου. Αλλάζει το όνομά του από Ραπίνοβιτς σε Ρόμπιτ. Αυτό για τους συντηρητικούς είναι δήγμα απομάκρυνσης από τα πατροπαράδοτα. Αλληλογραφεί με την μητέρα του στην οποία της εκμυστηρεύεται ότι υπάρχει ένα κορίτσι στη ζωή του που είναι θαυμάσιο.



Αυτή, αν και συμφωνεί σε πολλά πράγματα με το γιο της, θεωρεί τον δεσμό αυτό ως ένα ακόμα βήμα για την απομάκρυνση από τη φυλή του.
       Τελικά η επιτυχία του είναι μεγάλη και ο ιμπρεσάριός του καταφέρνει να του κλείσει συμβόλαιο για να εμφανιστεί στο Βροντγουέι στη Ν. Υόρκη, εκεί που ζουν οι γονείς του. Γεμάτος νοσταλγία όταν φθάνει εκεί, τρέχει στο πατρικό του σπίτι και ανακοινώνει τα νέα στην μητέρα του η οποία τον υποδέχεται πολύ εγκάρδια. Αυτός δε παίζει στο πιάνο του πατέρα του και της τραγουδά ένα από τα τραγούδια που θα παρουσιάσει.


Ο πατέρας επιστρέφει και εξοργίζεται με αυτή την ασέβεια, να τραγουδούν Τζαζ στο σπίτι του. Διώχνει δε τον γιο κυριολεκτικά με τις κλωτσιές, παρ’ όλα τα παρακάλια της μάνας.
Την ημέρα της προγραμματισμένης πρεμιέρας του θεάτρου,  είναι και η σπουδαιότερη εβραϊκή εορτή, όπου τραγουδιέται από τον ψάλτη ένας σπουδαίος παραδοσιακός ψαλμός. Ο Ραπίνοβιτς όμως αρρωσταίνει ξαφνικά πολύ άσχημα. Δεν φαίνεται να έχει πολλά περιθώρια ζωής και δεν υπάρχει περίπτωση να μπορέσει να ψάλει στη συναγωγή. Η μόνη ελπίδα είναι ο γιος του και το περιβάλλον της οικογένειάς του τον πιέζει να ψάλει στην θέση του πατέρα του. Οι συνεργάτες του όμως στο θέατρο είναι αντίθετοι σ’ αυτό και του υπογραμμίζουν ότι απόψε παίζεται η καριέρα του. Στο σημείο εδώ παρακολουθούμε τον Τζακ να μασκαρεύεται  σε «blackface», όπως ήταν την μόδας την εποχή εκείνη, για τους τραγουδιστές την Τζαζ κυρίως.


Τελικά ο Τζακ επισκέπτεται το πατρικό του σπίτι για να ανακοινώσει στην οικογένεια ότι η απαίτησή τους είναι αδύνατη. Αυτοί όμως νομίζουν ότι ήλθε για να εκτελέσει το θρησκευτικό του καθήκον. Αυτός τότε νιώθει το κάλεσμα της φυλής του και αποφασίζει να μείνει και να ψάλει. Έτσι η πρεμιέρα ματαιώνεται ενώ παρακολουθούμε το Τζακ ντυμένο με τα άμφια του ψάλτη, να ψέλνει τους θρησκευτικούς ύμνους.


    Ο ετοιμοθάνατος πατέρας ακούει το γιο να ψέλνει και αναφωνεί: Γυναίκα, κερδίσαμε τον γιο μας πάλι. Και με τα λόγια αυτά ξεψυχά.
        Η υπόθεση μπορεί να αφορά την σύγκρουση μεταξύ των γενεών, αλλά σε καμία περίπτωση δεν καταδικάζει τους ορθόδοξους και τους φανατικούς. Προσπαθεί μάλλον να τους πείσει να μην απορρίπτουν τους νεοτερισμούς της νεολαίας, τους δε νέους να δείχνουν κατανόηση για τον  φανατισμό και την τυπολατρία των μεγαλυτέρων.
Αξιοσημείωτο είναι το πόσο μοιάζουν οι εβραίοι αρχιερείς με τους δικούς μας ορθόδοξους. Μεγάλη δε και η ομοιότατητα και στους θρησκευτικούς ύμνους.








Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

The Arrangement (1969)

The Arrangement (1969)
Ο Συμβιβασμός


Του Elia Kazan

Με τους: Kirk Douglas, Faye Dunaway, Deborah Kerr, Richard Boone και λοιποί
Ελληνικοί υπότιτλοι από: Γιάννης από Ανάβυσσο

Όταν παίχτηκε η ταινία το 1969, η λέξη συμβιβασμός έγινε πολύ τις μόδας. Δημοσιογράφοι ρωτούσαν επωνύμους: «Εσείς τι συμβιβασμούς έχετε κάνει στη ζωή σας;» Γενικά την ταινία στην αρχή την καλοδέχτηκαν όλοι, αλλά αργότερα έπεσε το σύνθημα (από πού;) και έπεσαι στην περιφρόνηση και την αφάνεια. Πρέπει να ομολογήσω ότι δεν είναι από τις κορυφαίες του Elia Kazan, αλλά για μένα δεν παύει να είναι εργάρα και δεν δικαιούται κανένας να ισχυρίζεται ότι είναι οπαδός του ποιοτικού σινεμά, αν δεν έχει δει αυτή την ταινία.
Οι λόγοι είναι μάλλον πολιτικοί. Οι… προοδευτικοί του κατεστημένου Αμερικανικού κινηματογράφου θυμηθήκαν να τιμωρήσουν τον σκηνοθέτη για το ατόπημά του την εποχή Μακάρθι. Χαρακτηριστικά ο ρόλος του πρωταγωνιστή προτάθηκε από τον σκηνοθέτη στον Μάρλον Μπράντο, αλλά αυτός τον αρνήθηκε διότι όπως είπε ήταν ακόμα νωπές οι πληγές από την δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ!
Τελικά ο ρόλος δόθηκε στον Kirk Douglas.
Ένα σημείο με το οποίο διαφωνώ είναι η μετάφραση του τίτλου «The Arrangeman» ως «Ο Συμβιβασμός». Γλωσσολογικά είναι σωστό. Δεν είναι όμως μόνο αυτή η μετάφραση της λέξης «Arrangeman». Είναι και η «Διευθέτηση» και αυτός θα ήταν ο σωστός τίτλος στην περίπτωσή μας.
Το σενάριο προέρχεται από το μυθιστόρημα που έγραψε ο ίδιος ο Elia Kazan, ογκώδες 500 σελίδων, και που για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν στα αμερικανικά best sellers. Μερικοί εξηγούν την όχι και τόσο μεγάλη επιτυχία της ταινίας στο ότι έγινε προσπάθεια να συμπυκνωθεί μα τεράστιας διάρκειας υπόθεση σε ταινία 125 λεπτών.
Όλοι οι ήρωες της υπόθεσης δεν μας απασχολούν για πρώτη φορά. Πριν από μερικά χρόνια ο Elia Kazan μας κατέπληξε με το αριστούργημα του «Αμέρικα-Αμέρικα». Τον κεντρικός ήρωα της υπόθεσης που τότε τον έπαιζε ο Στάθης Γιαλελής, τώρα έχει γεράσει και τον ρόλο τον παίζει ο Richard Boone.



Μας παρουσιάζεται ως ένας απόστρατος επιτυχημένος επιχειρηματίας (εισαγωγέας χαλιών από Περσία κυρίως), με σύζυγο και δύο γιους, ο οποίος όμως δεν απέβαλε την ανατολίτικη νοοτροπία σχετικά με την συμπεριφορά του στην γυναίκα και τα παιδιά του. Τώρα μάλιστα λόγω αρτηριοσκλήρωσης, η κατάστασή του έχει χειροτερέψει δραματικά. Βλέπει φανταστικούς εραστές της γυναίκας του και ευελπιστεί με να καταφέρει να ξαναστήσει την επιχείρησή του, για να αποδείξει σε όλους ότι δεν ξόφλησε.





Ο κεντρικός πρωταγωνιστής της υποθέσεις είναι ο γιος του Eddie Anderson τον οποίo υποδύεται ο Kirk Douglas. Το πραγματικό του όνομα είναι Ευάγγελος Τοπούζογλου, αλλά διάλεξε ένα αμερικανοποιημένο. Αυτός είναι ένα πετυχημένο στέλεχος διαφημιστικής εταιρίας που με τις τρελές ιδέες του, όπως το σλόγκαν για τα τσιγάρα ΖΕΦΥΡΟΣ: «Το καθαρό Τσιγάρο», κερδίζει αρκετά, βιώνει το Αμερικανικό όνειρο με βίλλα, πισίνες, πολυτελή αυτοκίνητα και όλα τα σχετικά.



Με αξιοπρεπή σύζυγο, την Φλωράνς (Deborah Kerr) και φαίνεται να διάγει πολύ πετυχημένη ζωή. Μια μέρα όμως, πηγαίνοντας στη δουλειά του εμφανίζει συμπτώματα αυτοκαταστροφής. Οδηγώντας το σπορ αυτοκίνητό του το ρίχνει σε ένα φορτηγό!


Τελικά σώζεται από το ατύχημα νοσηλευόμενος μόνο λίγες μέρες. Τότε όμως αρχίζουν οι αναδρομές στο παρελθόν και πληροφορούμαστε γιατί έφτασε σε αυτή  την κατάσταση.
Την φαινομενικά ήρεμη ζωή του ήρωά μας έρχεται να διαταράξει η εμφάνιση της Γκουέν (Faye Dunaway), μιας συνεργάτιδας της εταιρίας, η οποία δεν φαίνετε να συμμερίζεται υποκριτικά σλόγκαν του Έντι περί «καθαρών τσιγάρων» και μάλλον τα ειρωνεύεται.


Μεταξύ τους δημιουργείται ερωτική σχέση αλλά η κοπέλα δεν αρκείται να παίζει τον ρόλο της ερωμένης. Πιέζει τον Έντι να διαλέξει ανάμεσα σε εκείνη και την σύζυγο.


Αυτή πάλι, ενώ γνωρίζει τα πάντα, πιέζει τον Έντι να λογικευτεί και να επανέλθει στην συμβατική «αξιοπρεπή» συζυγική ζωή


Μαζί της και ο οικογενειακός τους δικηγόρος (Hume Cronyn)
που προσπαθεί να συνετίσει τον Έντι, αλλά παράλληλα επιδιώκει να προστατέψει και την Φλωράνς σχετικά με τα δικαιώματά της στην περιουσία, και επιδιώκει να αποδείξει ότι ο Έντι δεν έχει σώας τας φρένας.



Κοντά σε όλα τα άλλα ο Έντι έχει να αντιμετωπίσει και την επιδεινούμενη κατάσταση του πατέρα του ο οποίες εκβιαστικά και με ηθικούς εκβιασμούς προσπαθεί να πείσει τον γιο του να του χρηματοδοτήσει το ξαναστήσιμο της επιχείρησής του.





Το Ελληνικό χρώμα δεν απουσιάζει από την ταινία. Συγκεκριμένα, κάποια στιγμή που του Έντι του την έχει δώσει, κατά τα κοινός λεγόμενα, παίρνει ένα μονοκινητήριο αεροπλάνο και φέρνει γύρους τον ουρανοξύστη που στεγάζονται τα γραφεία που εργάζεται, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των συναδέλφων του. Την τρελή του πορεία επενδύει μουσικά η το τραγούδι  «σαν πας στην Καλαμάτα...»!



Αλλά το Ελληνικό χρώμα εμφανίζεται και στο φινάλε της ταινίας. Παρακολουθούμε την κηδεία του πατέρα του Έντι, όπου αυτός εμφανίζεται στο πλευρό της Γκουέν και η Φλωράνς αγκαζέ μα τον δικηγόρο! Πλήρεις διευθέτηση και όχι συμβιβασμός. Παρακολουθούμε δε με συγκίνηση σε άπταιστα Ελληνικά την διέξοδο ακολουθία.






Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

The Yellow Rolls-Royce (1964)

The Yellow Rolls-Royce (1964)
Η Κίτρινη Ρολς Ρόις



Του Anthony Asquith

Παίζουν: Rex Harrison, Jeanne Moreau, Shirley MacLaine, Alain Delon, George C. Scott, Omar Sharif, Ingrid Bergman, και άλλοι.
Υπότιτλοι από τον Γιάννη από Ανάβυσσο

Η τελευταία ταινία του Anthony Asquith είναι μια σπονδυλωτή ταινία αποτελούμενοι από τρία μέρη με πολλούς γνωστούς πρωταγωνιστές που στην εποχή της σημείωσε αρκετή επιτυχία, σήμερα όμως θεωρείται ξεπερασμένη και κουραστική. Τους υπότιτλους τους έκανα διότι η ταινία έχει ακόμα φανατικούς θαυμαστές που παρακαλούσαν γι αυτούς.


Το σενάριο μας παρουσιάζει την ιστορία μιας Ρολς Ρόις (κίτρινης), που άλλαζε διαδοχικά κατόχους. Πρώτος ιδιοκτήτης που την αγόρασε καινούργια από την αντιπροσωπία ήταν ο Μαρκήσιος του Frinton ( Rex Harrison )ο οποίος την αγόρασε για την Γαλλίδα σύζυγό του (Jeanne Moreau ) ως δώρο για την 10η επέτειο του γάμου τους.


 Ο Μαρκήσιος φαίνεται να υπεραγαπά την γυναίκα του, έχει δε και ένα πάθος με τις ιπποδρομίες. Ως ιδιοκτήτης αλόγου προσδοκεί να κερδίσει το Χρυσό Κύπελλο. Τελικά τα καταφέρνει αλλά η χαρά του του βγαίνει ξινή.


 Ψάχνοντας την γυναίκα του για να της ανακοινώσει τα ευχάριστα νέα, Την βρίσκει να τον απατά μέσα στην Ρολς Ρόις με έναν νεαρό υφιστάμενό του. Η πίκρα του είναι μεγάλη, η κοινωνική του όμως θέση δεν του επιτρέπει το διαζύγιο. Θα εξακολουθήσει λοιπόν να ζει συμβατικά με την γυναίκα του, δίνει όμως εντολή να πουληθεί η στην Ρολς Ρόις, διότι θα του θυμίζει συνέχεα το συμβάν.


Για μένα η πρώτη αυτή ιστορία είναι και η αξιοπρεπέστερη  από τις τρεις.
Και αφού η στην Ρολς Ρόις  άλλαξε κάμποσους ιδιοκτήτες, καταλήγει σε κατάστημα πωλήσεων πολυτελών μεταχειρισμένων αυτοκινήτων στην Ιταλία. Εκεί έχει έλθει και ο Ιταλοαμερικανικός γκάνγκστερ Paolo Maltese ( George C. Scott), με τον βοηθό του Joey Friedlander ( Art Carney ) και το κορίτσι του, την Mae Jenkins (Shirley MacLaine), με σκοπό την εντρυφήσει στη Ιταλική κουλτούρα και να την παρουσιάσει ως μέλλουσα σύζυγό του στην οικογένειά του.


Την κοπέλα όμως δεν φαίνεται να την ενδιαφέρει η κουλτούρα και είναι βαριεστημένη. Ο Paolo επισκέπτεται το κατάστημα αυτοκινήτων με σκοπό να αγοράσει όχημα για να κινούνται όσο θα βρίσκονται στη Ιταλία. Η Mae εντυπωσιάζεται με την Ρολς Ρόις και πείθει τον Paolo να την αγοράσουν. Στο δρόμο μπλέκεται στην παρέα τους ο Stefano (Alain Delon). Είναι ένας νεαρός φωτογράφος ο οποίος κερδίζει τα προς το ζην κάνοντας τον εραστή σε τουρίστριες.


Ο Paolo πρέπει να φύγει ξαφνικά για την Αμερική για κάποια επείγουσα δουλειά που προέκυψε. (Να καθαρίσει κάποιον). Δίνει λοιπόν εντολή στον βοηθό του να προσέχει την κοπέλα του μέχρι να επιστρέψει. Κατά την απουσία του όμως, αναπτύσσεται ερωτικό αίσθημα μεταξύ του Stefano και της Mae.


 Όταν όμως ο Paolo επιστρέφει, ο Joey μιλά την φωνή της λογικής και πείθει την Mae να διακόψει με τον Stefano για να μην κιντυνεύσει η ζωή του ή η δική της. Έτσι αυτή δεν λέει την αλήθεια στον Stefano και παίζει θέατρο ότι τάχα τον βαρέθηκε. Έτσι αυτός αισθάνεται για πρώτη φορά απογοητευμένος ενώ η Mae ευχαριστεί τον Joey για την συμπαράστασή του.
Για το επεισόδιο αυτό να πούμε πως την παρτίδα σώζει η Shirley MacLaine, η οποία με την φρεσκάδα και ζωηράδα της είναι αισθητά καλλίτερη από τους υπόλοιπους.


Ο Alain Delon δείχνει έναν κάπως ναρκισσιστικό χαρακτήρα, νομίζοντας ότι αυτός είναι πολύ πιο ικανός από τον ρόλο που του αναθέσανε.


 Όσο γι αυτούς που παίζουν τους γκάνγκστερ, δείχνουν φιγούρα «επιθεωρησιακών, κωμικών» Ιταλών μαφιόζων. Η ταινία πάντως στο σημείο εδώ δίνει έμφαση στα τουριστικά αξιοθέατα.
Στο τρίτο επεισόδιο ξεχειλίζει ο μελοδραματισμός. Στα Ιταλογιουγκοσλαβικά σύνορα παραμονές της επέμβασης των Ναζί στην Γιουγκοσλαβία, η Ρολς Ρόις αγοράζεται από την εκκεντρική και αυταρχική Αμερικάνα Gerda Μίλετ ( Ingrid Bergman , με σκοπό να συνεχίσει το ταξίδι της στην Γιουγκοσλαβία και να συναντήσει τον νεαρό βασιλέα της χώρας. Δεν πιστεύει με τίποτα ότι οι Ναζί θα επέμβουν στρατιωτικά στην Γιουγκοσλαβία. Ένας νεαρός, ο Davich ( Omar Sharif ) την πείθει να τον πάρει μαζί της διότι είναι δήθεν φίλος του βασιλιά.


 Στην πραγματικότητα ο Davich είναι επικεφαλής ομάδας παρτιζάνων που γνωρίζοντας για την επέμβαση των Ναζί θέλει να γυρίσει στην πατρίδα του και να ετοιμάσει την αντίσταση. Και η δύο τους μπλέκουν επικίνδυνα με την εισβολή των Γερμανών, και η Gerda και ο Davich ερωτεύονται και από κει που αυτή ήταν συντηρητική και αυταρχική αστή, μετατρέπεται σε μαχητική παρτιζάνα! Κάποια  στιγμή ο Davich την πείθει να γυρίσει στην πατρίδα της, διότι θα  συμβάλει περισσότερο στην κατανόηση  του Γιουγκοσλαβικού προβλήματος, αν ενημερώσει  τους συμπατριώτες της για τα συμβαίνοντα.


Σήμερα η όλη ιστορία φαντάζει παρωχημένη αν σκεφτούμε πρώτον ότι το κράτος της Γιουγκοσλαβίας δεν υφίσταται πλέον και δεύτερον ότι η περιοχή της Σλοβενίας όπου διαδραματίζεται η υπόθεση ήταν από τις περιοχές που οι κάτοικοι στην πλειοψηφία τους υποδέχτηκαν τους Ναζί ως απελευθερωτές!



Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

Le million (1931)

Le million (1931)
Το Εκατομμύριο



Του René Clair

Διάρκεια: 81 λεπτά.  Μουσική κωμωδία.
Παίζουν: Annabella, René Lefèvre, Jean-Louis Alliber και άλλοι.
Υπότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο

      Ο René Clair ήταν καταξιωμένος σκηνοθέτης από την εποχή του βωβού κινηματογράφου, έγινε όμως διάσημος με τις μεγάλης σχετικά διάρκειας ταινίες του όταν εμφανίστηκε ο ήχος. Αυτό διότι ενώ το Χόλυγουντ επαναπαύτηκε στο ότι ενσωμάτωσε τον ήχο στις ταινίες, ο René Clair το είδε αυτό ως μια ευκαιρία για νέους πειραματισμούς. Κατανόησε ότι βρισκόταν ενώπιων μιας νέας εποχής όπου ο συνδυασμός εικόνας, ήχου και μουσικής, είχε πολλά να προσφέρει. Έτσι καθιέρωσε ένα νέο είδος που αργότερα εξελίχθητε σε Musical.
      Στην ταινία Το Εκατομμύριο που ακολούθησε την ταινία Κάτω από την στέγη του Παρισιού και πριν την μεγάλη επιτυχία A Nous La Liberté, μας παρουσιάζεται μια μουσική κωμωδία όπου η χορωδία κάποιων υποτίθεται έμπορων,πιστωτών, συμπληρώνει τραγουδώντας την πρόζα.
Πρόκειται για την ιστορία ενός νεαρού απένταρου ζωγράφου του Μισέλ (René Lefèvre), που τον κυνηγάνε όλοι του οι πιστωτές και απαιτούν να τους εξοφλήσει. Ο νεαρός έχει μια γλυκιά φιλεναδούλα, την Βεατρις (Annabella) είναι μπαλαρινούλα και τον νταντεύει καθότι είναι ερωτευμένη μαζί του. Αυτός όμως είναι επιπόλαιος και κυνηγά και αλλού τον ποδόγυρο. Μια φορά ένας κλέφτης με το ψευδώνυμο Παππούς Τουλίπ (Paul Ollivier) κυνηγημένος από την αστυνομία, τρυπώνει στο διαμέρισμα της κοπέλας και ζητά να του δώσει ένα παλιό σακάκι που ο Μισέλ είχε δώσει στην Μπεατρίς για να του το επιδιορθώσει και έτσι με την μεταμφίεση αυτή να ξεφύγει από τους διώκτες του. Η κοπέλα, απηυδισμένη από την συμπεριφορά του Μισέλ, χαρίζει το σακάκι στον Παππού Τουλίπ. Ο Μισέλ όμως τελικά φαίνεται ότι κέρδισε στο Ολλανδικό λαχείο ένα εκατομμύριο φιορίνια! Το δελτίο όμως του λαχείου ήταν στην τσέπη του σακακιού που η Μπεατρίς δώρισε στον Παππού Τουλίπ! Τότε ξεκινά η μεγάλη επιχείρηση να εντοπισθεί ο Παππούς Τουλίπ και το λαχείο. Φάρσα, κωμωδία και μουσική μπλέκονται αριστοτεχνικά από τον René Clair.







Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013

La petite marchande d'allumettes (1928)

La petite marchande d'allumettes (1928)

ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΑΚΙ ΜΕ ΤΑ ΣΠΙΡΤΑ

Του Jean Renoir



Στο ρόλο της φτωχής πωλήτριας σπίρτων,
η Catherine Hessling.
Υπότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο

Ασχολήθηκε με διάφορα ο Hans Christian Andersen, συγγραφέας μυθιστορημάτων, θεατρικών παραστάσεων, ταξιδιωτικών περιγραφών, κ.α. Ποιο γνωστός όμως έμεινε για τα παραμύθια του. Ένα και από τα πλέων συγκινητικά ήταν το: ΚΟΡΙΤΣΑΚΙ ΜΕ ΤΑ ΣΠΙΡΤΑ, που δημοσιεύτηκε στις 18 Νοέμβρη του 1845. Σ’ αυτό μας παρουσιάζει την κατάφορη κοινωνική αδικία του 19ου αιώνα, όπου από την μια υπάρχει μια κοινωνική τάξη που ζει στην άνεση και την χλιδή και από την άλλη φτωχά πλάσματα που προσπαθούν να επιβιώσουν με οποιονδήποτε τρόπο. Ένα κοριτσάκι που ανήκει στην δεύτερη κατηγορία, στέλνεται από τους δικούς του παραμονή πρωτοχρονιάς, ρακένδυτο και με ακατάλληλα παπούτσια στους χιονισμένους δρόμους μιας βοριοευρωπαϊκής μεγαλούπολης για να πουλήσει σπίρτα. Τους περαστικούς φαίνεται να τους απασχολεί η προετοιμασία της εορτής και αδιαφορούν για την πεινασμένη και παγωμένη από το κρύο μικρούλα. Μην έχοντας πουλήσει ούτε ένα κουτί σπίρτα και φοβούμενη να επιστρέψει άπραγη στο σπίτι της, ξαπλώνει απελπισμένη επάνω στο χιόνι! Τότε της έρχεται η ιδέα να ανάψει ένα σπίρτο για να ζεσταθεί. Από την πείνα και την παγωνιά παθαίνει παραισθήσεις.



Μέσα από την φλόγα του σπίρτου βλέπει μορφές αγαπημένων της προσώπων, όπως τις γιαγιάς της, που δεν ζουν πλέον. Το σπίρτο όμως καίγεται και για να συνεχίσει να βλέπει τα οράματα, ανάβει το ένα σπίρτο μετά το άλλο μέχρι που εξαντλούνται όλα και ο θάνατός της θα δώσει τέλος στις κακουχίες της.
Λάτρης του Hans Christian Andersen ο σκηνοθέτης Jean Renoir, μετέφερε στην μεγάλη οθόνη το  παραμύθι αυτό. Την εποχή που άλλοι σκηνοθέτες πειραματίζονταν με τον ήχο, βάζοντας τους ηθοποιούς να ανοιγοκλείνουν το στόμα τους και να προσπαθείται εκ των υστέρων ο συγχρονισμός, ο Jean Renoir δεν έπεσε σ’ αυτή την παγίδα και δημιούργησε μια κλασική βωβή ταινία μικρού μήκους. Στην αρχή του έργου παραμένει πιστός στα γραφόμενα του Άντερσεν με το μόνο του μεγάλο ατόπημα να δώσει το ρόλο της μικρούλας στην τότε γυναίκα του Catherine Hessling. Η γυναίκα μπορεί να είχε ταλέντο αλλά σε καμία περίπτωση δεν ταυτίζονταν με την αθώα μικρούλα του παραμυθιού. Απέδωσε την πωλήτρια σπίρτων με διαφορετικό ύφος απ’ ότι είχε φανταστεί ο Άντερσεν. Π.χ. ναι μεν οι περαστικοί προσπερνούν την νεαρή (όχι πλέων μικρούλα) αδιάφορα, ορισμένοι όμως ρίχνουν και διερευνητικές ματιές επάνω της, καθότι είναι έφηβη και όχι κοριτσάκι.



Από κει και πέρα όμως ο Renoir μας παρουσιάζει την ιστορία με την δική του άποψη. Εμπνευσμένος από τον Georges Méliès, μας παρουσιάζει απίθανα για την εποχή τρυκ. Η κοπέλα ανάβει μεν τα σπίρτα για να ζεσταθεί, αλλά τα οράματά της δεν είναι αγαπημένα της πρόσωπα που της λείπουνε, αλλά αυτό που κάθε παιδί ονειρεύεται τέτοιες γιορτινές μέρες. Χριστουγεννιάτικα δέντρα και παιχνίδια!





Βρίσκεται μάλιστα σε ένα παιχνιδάδικο όπου τα παιχνίδια ζωντανεύουν και επιδίδονται σε ακροβατικές και χορευτικές φιγούρες μαζί της.





Ιδίως όμως από τα ξύλινα στρατιωτάκια ένας αξιωματικός ζωντανεύει και ανθρωποποιείται τελείως. Μετατρέπεται σε γοητευτικό νεαρό που σερβίρει και χορεύει με την νεαρή. Επειδή όλα το όνειρα τελειώνουν κάποτε, μια απαίσια φιγούρα εμφανίζεται ξαφνικά που δηλώνει ότι είναι ο θάνατος και έχει έλθει για την νεαρή. Τότε αυτή με τον νεαρό θαυμαστή της καλπάζουν προς τους ουρανούς, ενώ το άψυχο κορμάκι της κείτεται στο χιόνι.