Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

The Glass Slipper (1955)

The Glass Slipper (1955)
Η Σταχτοπούτα
Με την Leslie Caron

Σκηνοθεσία: Charles Walters

Σενάριο: Helen Deutsch

Παίζουν: Leslie Caron, Michael Wilding, Keenan Wynn

Έγινε κάποια συζήτηση για ταινίες παραμύθια που δεν είναι animation αλλά από πραγματικούς ηθοποιούς. Τότε μου ήλθε στον νου η ταινία «Σταχτοπούτα» του 1955, που είχα παρακολουθήσει ως πιτσιρικάς. Έψαξα στο internet αλλά τίποτα! . Έφθασα μάλιστα σε σημείο να αμφιβάλω για τον εαυτό μου, γιατί τέτοια πράγματα δεν τα ξεχνάω εγώ. Σκέφτηκα μήπως κάνω λάθος; Μήπως δεν υπάρχει τέτοια ταινία και την μπερδεύω με το animation της Ντίσνεϊ. Στο μυαλό μου όμως είχε μείνει ανεξίτηλα χαραγμένη η εικόνα με το εκφραστικό και πασαλειμμένο με στάχτες μουτράκι της Leslie Caron. Ξέρετε, την πρωταγωνίστρια των ταινιών Gigi, Ένας Αμερικανός στο Παρίσι, κ.α.

Λέω: βρες μπας και όλα αυτά είναι της φαντασίας μου και το αλτσχάϊμερ μου χτυπά την πόρτα; Ευτυχώς! Ο λόγος που δεν έβρισκα την ταινία τελικά βρέθηκε και ησύχασα για την ώρα! Το θέμα του τίτλου με μπέρδεψε πολύ. Έψαχνα για «Citerella» και φυσικά δεν έβρισκα τίποτα Μα μόνο στην Ελλάδα παίχτηκε με τον τίτλο αυτό. Το όνομα της ταινίας ήταν: «The Glass Slipper». Βρήκα λοιπόν την ταινία με Αγγλικούς υπότιτλους και στρώθηκα αμέσως στη δουλειά. Την μετάφραση των υποτίτλων

Θέλω να διευκρινίσω ότι δεν με ενδιαφέρουν μόνο οι λεγόμενες ποιοτικές ταινίες, αλλά και όσες μου άφησαν αναμνήσεις από τα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια.
Το ότι η ταινία διεθνώς δεν φέρει τον τίτλο «Σταχτοπούτα» μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι πρόκειται για μια διασκευή του γνωστού παραμυθιού. Ή μάλλον καλύτερα, έγινε προσπάθεια από τους δημιουργούς της ταινίας να την αποπαραμυθοποιήσουνε και να παρουσιαστεί όσο το δυνατόν πιο ορθολογική.
Μας παρουσιάζεται όπως και στο παραμύθι ένα φανταστικό Δουκάτο του Μεσαίωνα που κυβερνάται από τον γέρο Δούκα και που υπάρχει επίσης και το πριγκιπόπουλο ο διάδοχος. Η Σταχτοπούτα που ζει με την μητριά της και τις δύο ετεροθαλείς αδελφές της, αντιμετωπίζεται χειρότερα από σκλάβα από την οικογένεια. Μόνο υποχρεώσεις για βαριές δουλειές και κανένα δικαίωμα. Στις αγγαρείες που την υποχρεώνουν να κάνει περιλαμβάνεται και το άδειασμα του τζακιού από τις στάχτες. Αυτή είναι μόνιμα λερωμένη από την δραστηριότητα αυτή και έτσι της κωλύσανε το παρατσούκλι «Σταχτοπούτα».
Η μόνη εκτόνωση της είναι να επισκέπτεται ένα ξέφωτο στην άκρη μιας λίμνης στο δάσος και εκεί να ονειροπολεί. Εκεί θα γνωρίσει τον Πρίγκιπα, ο οποίος θα αποκρύψει την ταυτότητά του και θα της συστηθεί ως μάγειρας του παλατιού. Η Σταχτοπούτα θα νοιώσει μία έλξη για τον ευγενή αυτό νέο και θα αρχίσει τα ονειροπολήματα, πως θα βρεθεί κάποτε μαζί του στο πλευρό του στην κουζίνα του παλατιού. Το ονειροπόλημά της μας παρουσιάζεται ως ο περίφημος «χορός των μαγείρων» όπου συμμετέχει αυτή μαζί με το μπαλέτο του Παρισιού.
 
Εκεί θα της εμφανιστή και μια παράξενη γριούλα  Η γριούλα αυτή δεν έχει σχέση με την καλή νεράιδα του παραμυθιού με τα μαγικά ραβδάκια. Είναι μια πράγματι περίεργη και αλαφροΐσκιωτη γυναίκα που όλη η πόλη ξέρει ότι είναι αρκετά ιδιόρρυθμη. Έχει τη συνήθεια, όταν χρειάζεται να δανειστεί κάτι, να το κλέβει και μετά να το επιστρέφει
 
Αυτή θα πείσει την Σταχτοπούτα να λάβει μέρος στον χορό που δίδεται στο παλάτι. Της εξασφαλίζει πρόσκληση και για το εντυπωσιακό της ντύσιμο δεν μεταμορφώνει με μαγικό ραβδάκι τα κουρέλια σε πολυτελή φορέματα. Απλά κατά την συνήθειά της δανείζεται (δηλαδή κλέβει προσωρινά) πολυτελές φόρεμα, κοσμήματα και ένα ζευγάρι κομψά γοβάκια. Δεν μεταμορφώνει την κολοκύθα και τον ποντικό σε άμαξα και αμαξά. Απλά με την πειθώ της πείθει έναν αμαξά να εξυπηρετήσει την Σταχτοπούτα. Αυτός δέχεται, αλλά με την συμφωνία ότι η κοπέλα θα πρέπει να αποχωρίσει ακριβώς τα μεσάνυχτα, διότι μετά έχει την υποχρέωση να οδηγήσει τα αφεντικά του πίσω στο σπίτι. Έτσι κι έγινε. Η Σταχτοπούτα με την ομορφιά και την κομψότητά της γίνεται το θέμα συζήτησης από όλους. Ο Πρίγκιπας φαίνεται να την αναγνωρίζει και να χορεύει ασταμάτητα μαζί της καταγοητευμένος.
 
Η Σταχτοπούτα ξεχνιέται όταν ξαφνικά ακούει το ρολόι να κτυπά μεσάνυχτα! Έντρομη το βάζει στα πόδια, μα στην βιασύνη της της φεύγει ένα γοβάκι. Ο Πρίγκιπας το περιμαζεύει αλλά δεν περιέρχεται όλη την χώρα για να βρει σε ποιάν ανήκει το γοβάκι αυτό. Πηγαίνει στο γνωστό μέρος στο δάσος, βρίσκει την Σταχτοπούτα, της επιστρέφει το γοβάκι και η υπόθεση λήγει με happy end.









Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

Safar e Ghandehar 2001




SAFAR E GHANDHAR 2001

The Sun Behind the Moon



 

Σκηνοθεσία: Mohsen Makhmalbaf

Σενάριο: Mohsen Makhmalbaf

Παίζουν: Nelofer Pazira, Hassan Tantai, Ike Ogut



Η Γαλο-Ιρανική ταινία του Mohsen Makhmalba, διαπραγματεύεται την ιστορία μιας Αφγανής πρόσφυγος που εργάζεται ως δημοσιογράφος στον Καναδά. Η Αφγανή αυτή επιστρέφει στην πατρίδα της για να βοηθήσει την αδελφή της να διαφύγει, διότι αυτή είναι τόσο απελπισμένη με τη ζωή της στη χώρα αυτή, που αποφάσισε, όπως της γράφει, να αυτοκτονήσει ανήμερα της τελευταίας για την χιλιετία μας έκλειψης του ηλίου.
Μπορεί το σενάριο να είναι μυθοπλασία, αλλά τα επιμέρους γεγονότα δεν είναι καθόλου φανταστικά. Γέλια μας πιάνουν βλέποντας στην ταινία να πέφτουν με αλεξίπτωτα τεχνητά μέλη για να για να τροφοδοτήσουν γιατρούς φιλανθρωπικών οργανώσεων, που θα περιθάλψουν ακρωτηριασμένους! Το γέλιο όμως παγώνει στα χείλη μας όταν βλέπουμε ακρωτηριασμένους ανθρώπους να εκλιπαρούν για ένα τεχνητό μέλος. Έχουν μάλιστα τόσο εξοικειωθεί με την ιδέα του ακρωτηριασμού, ώστε προσπαθούν να προμηθευτούν τεχνητά μέλη και όταν ακόμα είναι υγιείς, διότι το θεωρούν δεδομένο ότι κάποια στιγμή θα ακρωτηριαστούν!
Το έργο αν και είχε πάρει αρκετές διακρίσεις σε διάφορα φεστιβάλ, στην Αμερική πέρασε – πιθανών λόγο Ιρανών – στο ντούκου, μέχρι να συμβούν τα γεγονότα της ενάτης Σεπτεμβρίου. Τότε η Αμερική άλλαξε στάση και χρησιμοποίησε το έργο για να προπαγανδίσει την εκστρατεία εναντίων του Αφγανιστάν, που το μόνο που πέτυχε είναι να αυξήσει τον αριθμό των ακρωτηριασμένων.
Μετέφρασα τους υπότιτλους, μια και δεν τους έβρισκα στα Ελληνικά.

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2011

Yi yi (2000)

Yi yi (2000)

Και ένα... και δύο...
Οικογενειακοί Ρυθμοί
 

Σκηνοθεσία: Edward Yang

Σενάριο: Edward Yang

Παίζουν: Nien-Jen Wu, Elaine Jin, Issei Ogata



Το τρίωρο αυτό Ταβανέζικο έργο, μπορεί να χαρακτηρίσει σαν επικό, κάτι ανάλογο με το Αμερικανικό «Όσα Παίρνει ο Άνεμος» ή το Γαλλικό «Τα Παιδιά του Παραδείσου».
Παρακολουθούμε την πορεία τριών γενεών μιας Ταϊβανέζικης οικογένειας και παρατηρούμε την παγκοσμιοποίηση, (βλέπε αμερικανοποίηση) σε όλο της το μεγαλείο. Οι τηνέϊτζερς εδώ δεν διαφέρουν σε τίποτε με τους απανταχού συνομηλίκους τους. Ο σεβασμός προς την μεγαλύτερη γενιά, πιθανών να ξενίζει βοριοευρωπαίους, όχι όμως κι εμάς.

 

Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι σίγουρα η παρατήρηση της σημερινής, παραγωγικής γενιάς. Αλήθεια, έχει ενδιαφέρον να δούμε πως συμπεριφέρονται οι άνθρωποι της παραγωγικής τάξης, δηλαδή αυτοί από τους οποίους προμηθευόμαστε φτηνά αντίγραφα των αξεσουάρ για τα μηχανήματά μας.
Έχει ενδιαφέρον να δούμε τους ανθρώπους που ασχολούνται με την βιομηχανία του ενδύματος, όταν η βιομηχανία αυτή αντιμετωπίζει κρίση, να στρέφονται στην παραγωγή σόφτγουερ! Θα μου πείτε: και το γνωρίζουν το θέμα; Δεν χρειάζεται να το γνωρίζουν οι ίδιοι. Η αγορά είναι γεμάτη από πτυχιούχους μισθωτούς σκλάβους, που για ένα κομμάτι ψωμί, είναι έτοιμοι να ξεπουλήσουν τις γνώσεις τους. Άλλοι είναι αυτοί που θα πλουτίσουν.
Ένας από τους κεντρικούς ήρωες της ταινίας είναι ο πιτσιρικάς που έχει αναπτύξει μία ιδιαίτερη θεωρία. Υποστηρίζει ότι ακόμα και παρόν να είναι κάποιος σε ένα γεγονός, έχει αντιληφθεί την μισή μόνο αλήθεια. Δηλαδή έχει δει μόνο αυτά που συμβαίνουν εμπρός στα μάτια του. Το τι γίνεται πίσω από αυτά, επειδή δεν έχει στην πλάτη μάτια, (η γιαγιά μου το έλεγε κάπως αλλιώς) δεν μπορεί να έχει επίγνωση της πλήρους αλήθειας. Για να αντιπαρέλθει το μειονέκτημα αυτό, αρχίζει να φωτογραφίζει ανθρώπους... από την πλάτη!
Την παράσταση όμως κλέβει ο Ιάπωνας συνομιλητής τους για μπίζνες. Με στωικό ύφος χιλίων φιλοσόφων αμολά τις αμπελοφιλοσοφίες του.
Γενικά, εγώ προσωπικά δεν θα είμαι τόσο γενναιόδωρος στην κρίση μου όπως άλλοι επαγγελματίες κριτικοί και κριτές φεστιβάλ, ώστε να δώσω στο έργο αυτό τον τίτλο του αριστουργήματος. Είναι μία απλώς υποφερτή ταινία. Αξίζει όμως ο κόπος να κάτσει κανείς το χρόνο του και να την δει.
Γιατί εντριφεί στο σύγχρονο Ασιατικό σινεμά.
Γιατί έχει χαρακτηριστεί ας μία από τις σπουδαιότερες ταινίες εκείνης της δεκαετίας.
Και ιδίως για να πάει χαλάλι ο κόπος που έκανα να μεταφράσω τρίωρο έργο από τα Κινέζικα!(χα χα)
Και για να σοβαρευομαστε. Από Γερμανική μεταγλώττιση.

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

What Time Is It Over There? (2001)



What Time Is It Over There?  (2001)

Τι ώρα είναι εκεί;

 

Και ο αυθεντικός τίτλος:

Ni na bian ji dian  (2001)

Σκηνοθεσία: Ming-liang Tsai

Σενάριο: Ming-liang Tsai, Pi-ying Yang

Παίζουν: Kang-sheng Lee, Shiang-chyi Chen, Yi-Ching Lu

Γλώσσα: Μανδαρίνικα.
Παραγωγή: Γαλλία – Ταϊβάν
 
Ένα σχετικά πρόσφατο παράξενο έργο είναι το Γαλλο-Ταϊβανέζικο φιλμ και του 2001:
«What Time Is It Over There?»
Για το έργο ακούστηκαν διθυραμβικές κριτικές και άφθονα βραβεία στα διάφορα φεστιβάλ. Βλέποντάς το όμως διαπιστώνουμε έναν πολύ αργό ρυθμό, όπως ήταν συνήθως σε Γαλλικές ποιοτικές (sic) ταινίες της δεκαετίας του 60. Να φανταστείτε ότι για έργο δύο περίπου ωρών, είχα να μεταφράσω μόνο 220 διαλόγους. Το συνηθισμένο είναι από 800 και άνω. Αυτό σε συνδυασμό με το ξεκάρφωτο τέλους του, καθιστούν το έργο αυστηρά σινεφίλ.
Για το σενάριο να πούμε ότι μας παρουσιάζει έναν νεαρό πλανόδιο πωλητή ρολογιών που έχασε πρόσφατα τον πατέρα του. Ο νεαρός αυτός πουλά σε μία όμορφη κοπέλα ένα ρολόι.

 

Η κοπέλα αναχωρεί για το Παρίσι και ο νεαρός που την ερωτεύεται., Το μόνο που του μένει να κάνει για να αισθάνεται ότι είναι σε επαφή μαζί της, είναι να ρυθμίζει οποιοδήποτε ρολόι συναντά στην Ταϊβάν, στην ώρα του Παρισιού.
Στη συνέχεια παρακολουθούμε την παράλληλη ζωή των δύο νέων σε Ταϊβάν και Παρίσι.
Ο νέος έχει να αντιμετωπίσει το δεισιδαιμονικό περιβάλλον του και παρατηρούμε ότι παρόλη την τεχνολογική πρόοδο και την καύση των νεκρών, οι ιερείς έχουν το πάνω χέρι! Μη σκοτώνεις την κατσαρίδα, του λέει η μητέρα του. Ο ιερέας μας είπε ότι για 40 μέρες δεν πρέπει να πειράζουμε κανένα ζωντανό πλάσμα, διότι μπορεί να είναι η μετεμψύχωση του πατέρα σου, που ήλθε να μας επισκεφτεί!
Παράλληλα η κοπέλα περιφέρεται ως τουρίστρια στο Παρίσι. Η παρουσία της εκεί σε ένα εστιατόριο, μας παραπέμπει σε σκηνές από το έργο «Play Time» Του Ζακ Τατί!
Τους υπότιτλους τους μετέφρασα και θα τους βρείτε εδώ:

 

Le Roi de Cœur (1966)


Le Roi de Cœur (1966)
 Όλοι τρελοί εκτός από μένα


 

Σκηνοθεσία: Philippe de Broca

Σενάριο: Daniel Boulanger

Παίζουν: Alan Bates, Geneviève Bujold, Pierre Brasseur


Η πιο αδικημένη κωμωδία των περασμένων δεκαετιών από πλευράς αξιολόγησης.
Ίσως επειδή δεν είναι Αμερικάνικη!
Θυμόμουν αρκετά το σενάριο αλλά μόνο τον Ελληνικό τίτλο. Κανέναν συντελεστή, ούτε καν ποιας εθνικότητος ήταν η ταινία. Στο διαδίκτυο που έψαξα τον Ελληνικό τίτλο δεν φωτίστηκα περισσότερο. Τότε μου ήλθε η ιδέα και έψαξα στο imdb δίνοντας τον τίτλο με λατινικά ψηφία. Και ω του θαύματος, πέτυχα!
Το έργο στα Γαλλικά λέγεται: «Ο Βασιλιάς της Καρδιάς». Μάλιστα επειδή το χαρτί της τράπουλας «Ρήγας Κούπα» στα Γαλλικά λέγεται: «Βασιλιάς Καρδιά», αυτή θα ήταν και η σωστή μετάφραση του τίτλου του έργου.
Στο διαδίκτυο μάλιστα βρήκα και Ελληνικούς υπότιτλους, αλλά όχι σωστούς. Ασφαλώς αυτό δεν οφείλεται στον Έλληνα μεταφραστή αλλά στους Αγγλικούς υπότιτλους από όπου σίγουρα μεταφράστηκαν και ήταν γραμμένοι κυριολεκτικά στο πόδι. Μια και γνωρίζω κάπως και τις τρεις γλώσσες που ακούγονται στο έργο, κάθισα και προσπάθησα να συμμαζέψω τα ασυμμάζευτα!
Όσο μου επέτρεπε η ηχητική ποιότητα της ταινίας.
Από συγχρονισμό άστα να πάνε! Τουλάχιστον για την κόπια που κατέχω εγώ. Ούτε ένας, μα ούτε ένας διάλογος δεν ήταν συγχρονισμένος. Κάθισα λοιπόν στο κομπιούτερ και συγχρόνισα γραμμή-γραμμή. Έτσι πιστεύω να εξυπηρετηθεί όποιος έχει την ίδια κόπια με μένα.
Για να μην τα ρίχνουμε όλα στους «κακούς» και «χαζούς» Αμερικάνους σε αντίθεση με τους «καλλιεργημένους» Ευρωπαίους, να πούμε ότι όταν προβλήθηκε η ταινία στο Παρίσι, η υποδοχή της ήταν χλιαρή και οι κριτικές την κατέτασσαν στην μετριότητα. Όταν ένα χρόνο αργότερα παρουσιάστηκε στην Νέα Υόρκη, έγινε ενθουσιωδώς αποδεκτή και παιζόταν σε κεντρικούς κινηματογράφους της πόλης για πέντε χρόνια!

Για το σενάριο να πούμε ότι μας παρουσιάζει μία Γαλλική κωμόπολη στο τέλος του 1ου παγκόσμιου πολέμου. Οι Γερμανοί που είναι αναγκασμένοι να αποχωρίσουν θέλουν να εκδικηθούν. Παγιδεύουν λοιπόν την πόλη με εκρηκτικά τέτοιας ποσότητας που μπορούν να την τινάξουν στον αέρα. Η πρόθεσή τους όμως διαρρέει και οι κάτοικοι εγκαταλείπουν αλλόφρονες την πόλη. Ο Σκοτσέζος διοικητής ενός συμμαχικού συντάγματος, πληροφορείται τι γεγονός και αποφασίζει να στείλει ένα άνδρα για να ανακαλύψει που αποθηκεύτηκαν τα εκρηκτικά και να τα εξουδετερώσει.
Ο κλήρος πέφτει στον στρατιώτη Charles Plumpick (Alan Bates), ο οποίος έχει γεννηθεί στη Γαλλία και μιλά άπταιστα τα Γαλλικά.
Φθάνοντας ο Charles στη εγκαταλελειμμένη πόλη, γίνεται αντιληπτός από την οπισθοφυλακή των Γερμανών που τον καταδιώκουν. Κυνηγημένος αυτός καταφεύγει σε ένα άσυλο ψυχοπαθών όπου οι αρμόδιοι έφυγαν για να σωθούν και άφησαν τους τροφίμους στην τύχη τους. Ο Charles στρώνεται σε ένα τραπέζι και κάνει ότι παίζει δήθεν χαρτιά με άλλους τροφίμους για να γλυτώσει από τον έλεγχο των Γερμανών. «Ποιος είσαι εσύ!» Ρωτάνε αυτοί έναν από τους παίκτες. «Ο Άσος σπαθί!» Απαντά αυτός. «Εσύ;» Ρωτούν τον διπλανό. «Ο Βαλές Καρό!» Τους απαντά. «Και εσύ;» Ρωτούν τον Charles. «Ο Ρίγας Κούπα!» απαντά αυτός
 «Πάμε να φύγουμε. Εδώ είναι όλοι τους τρελοί!» λένε οι Γερμανοί. Οι Τρελοί όμως εκστασιάζονται με τον Charles. «¨Ώστε εσείς είστε μεγαλειότατε;» των ρωτούν. «Ο Βασιλιάς επέστρεψε!» Φωνάζουν. Ο Charles το βάζει στα πόδια για να γλυτώσει κι απ’ αυτούς.
Φεύγοντας αφήνει όμως τις πόρτες ανοικτές. Οι τρόφιμοι ξεχύνονται έξω και καταλαμβάνουν κυριολεκτικά την έρημη πόλη. Ανοίγουν μάλιστα τις πόρτες των κλουβιών που ανήκουν σε κάποιο τσίρκο και τα θηρία ξεχύνονται στους δρόμους!
Αυτοανακηρύσσονται Δούκες, Δούκισσες, Στρατηγοί, Γιατροί, Μπαρμπέρηδες, Ιερείς, Καμπαρετζούδες κλπ.


 
Ώσπου να καταλάβει ο Charles περί τίνος πρόκειται, νομίζει ότι έχει να κάνει απλά με περίεργους και ιδιόρρυθμους κατοίκους. Πολλές κωμικές, σπαρταριστές καταστάσεις συμβαίνουν στο διάστημα αυτό. Όταν καταλάβει περί τίνος πρόκειται, αποφασίζει να πάει με τα νερά τους για να τον βοηθήσουν στην έρευνά του. Αυτοί τον «στέφουν» βασιλιά και του βρίσκουν και νύφη για να έχουν βασίλισσα! Πρόκειται για μία γλυκιά και συμπαθητική κοπελίτσα; από το σινάφι τους Το ρόλο της κοπέλας παίζει η Καναδέζα Geneviève Bujold. Αυτή που αργότερα γνωρίσαμε στο πλευρό του Richard Burton στην ταινία: «Η Άννα των 1000 Ημερών.» 

 
Στην αρχή τα ανέχεται όλα αυτά ο Charles προκειμένου να πετύχει τον σκοπό του. Αργότερα όμως φαίνεται να τον προσελκύει η αφέλεια και η γλυκύτητα της κοπέλας. Η ώρα της εκρήξεις πλησιάζει και η αγωνία του Charles φθάνει στο κατακόρυφο. Τελικά όταν έχει πεισθεί ότι δεν γίνεται τίποτα και τόσο αυτός όσο και οι συμπαθείς τρελοί είναι καταδικασμένοι, ανέλπιστα, τη τελευταία κυριολεκτικά στιγμή βρίσκει την λύση του μυστηρίου και οι πόλη με πους «ιδιόρρυθμους» κατοίκους της σώζεται!
Το συμμαχικό στράτευμα εισέρχεται θριαμβευτικά στην πόλη. Μα κάποτε οι γιορτές και τα πανηγύρια τελειώνουν. Ο Charles με τους λοιπούς στρατιώτες αναχωρεί για το μέτωπο, ενώ οι αρχές επιστρέφουν στην πόλη και η κυριαρχία των συμπαθών τροφίμων του ψυχιατρείου λαμβάνει τέλος.
Τότε ο Charles αντιμετωπίζει το εξής φιλοσοφικό δίλλημα. Είναι προτιμότερο να θεωρείσαι λογικός και να ανήκεις σε μια ομάδα ανθρώπων που είναι έτοιμοι να σφάξουν και να σφαγούν ή είναι προτιμότερο να ανήκεις στην ομάδα των συμπαθών ανθρώπων που ζουν στον κόσμο τους και που οι υπόλοιποι του αποκαλούν τρελούς.
Τελικά αποφασίζει ότι είναι προτιμότερο το δεύτερο. Την κοπανάει λοιπόν από τον στρατό και πάει να κλειστεί αυτόβουλος στο ίδρυμα. Για να γίνει αποδεκτός εκεί εμφανίζεται έτσι:

 
Τους υπότιτλους μετέφρασα και συνχρόνισα για την συγκεκριμένη κόπια που έχω: