Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Murnau. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Murnau. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 2 Αυγούστου 2020

M - 1931


M - 1931
Ο Δράκος του Ντίσελντορφ


Σκηνοθεσία: Fritz Lang
Σενάριο: Thea von Harbou, Fritz Lang
Είδος Crime, Mystery, Thriller
Διάρκεια: 1h 57min
Γλώσσα: Γερμανική
Παίζουν:
Peter Lorre = Hans Beckert
Ellen Widmann = Frau Beckmann
Inge Landgut = Elsie Beckmann
Otto Wernicke = Inspector Karl Lohmann
Theodor Loos = Inspector Groeber
Gustaf Gründgens = Schränker
Friedrich Gnaß = Franz


Βρισκόμαστε στο Βερολίνο, αρχές του 1930. Η τοπική κοινωνία είναι αναστατωμένη και φοβισμένη από την ύπαρξη ενός ψυχοπαθή δολοφόνου, που παγιδεύει και σκοτώνει μόνο μικρά κορίτσια. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί ποιος μπορεί να είναι και το μόνο χαρακτηριστικό που γνωρίζουν γι' αυτόν είναι ότι σφυρίζει πάντα έναν συγκεκριμένο σκοπό από ένα κομμάτι κλασικής μουσικής. Κάθε δυνατή προσπάθεια της αστυνομίας να τον εντοπίσει καταλήγει άκαρπη, παρά το γεγονός ότι φρουρείται κάθε δρόμος και ερευνούνται όλες οι γειτονιές εξονυχιστικά. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα οι μικροκακοποιοί και οι κλέφτες της περιοχής να δυσανασχετούν με τη βαριά αστυνόμευση, που δεν επιτρέπει πια να εκτελούν τις παράνομες δραστηριότητές τους και έτσι αποφασίζουν να μόνοι τους τον δολοφόνο και να δώσουν ένα τέλος σε αυτή την ιστορία Επιστρατεύοντας τους ζητιάνους που κυκλοφορούν παντού χωρίς να τους υποψιάζεται κανείς, τους αναθέτουν το έργο να κατασκοπεύουν τους δρόμους για να ανακαλύψουν τον απεχθή εγκληματία. Πράγματι, σύντομα ο δολοφόνος προδίδεται από το σφύριγμα του, το οποίο αναγνωρίζει ένας τυφλός ζητιάνος. Ο εγκληματίας συλλαμβάνεται απ' τους κακοποιούς, οι οποίοι και τον παραπέμπουν σε λαϊκό δικαστήριο με σκοπό την καταδίκη του...


Ο τίτλος « Μ» βγαίνει από τη λέξη "Mörder" που στα γερμανικά σημαίνει Δολοφόνος. Το σενάριο είναι γραμμένο από την σύζυγο του μεγάλου Γερμανού σκηνοθέτη "Thea von Harbou" και μας αφηγείται εν μέρει την πραγματική ιστορία ενός μανιακού δολοφόνου που έδρασε στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας την δεκαετία του 20. Στο «Μ» παρά το γεγονός ότι ήταν η πρώτη ομιλούσα ταινία του Fritz Lang, οι διάλογοι που χρησιμοποιούνται είναι αρκετά φειδωλοί. Μια από τα πιο θεαματικές σκηνές της ταινίας είναι παντελώς βουβή. Είναι η σκηνή που συλλαμβάνεται ο δολοφόνος από τους κακοποιούς και τον σέρνουν σε ένα υπόγειο για να τον δικάσουν. Άλλο ενδιαφέρον της ταινίας είναι το γεγονός πως όλοι οι φόνοι γίνονται εκτός πλάνου και ο κεντρικός ήρωας, ο δολοφόνος. εμφανίζεται σε σημαντικά μικρό αριθμών πλάνων και μόνο προς το τέλος του δίνεται η ευκαιρία. για έναν πραγματικά συγκλονιστικό και ανατριχιαστικό μονόλογο. Σε μεγάλο μέρος της ταινίας παρακολουθούμε πλάνα με άντρες σε σκοτεινά σημεία. καπνισμένα λημέρια, απαίσια καταγώγια και συνωμοτικές συνεδριάσεις. Τα πρόσωπα όλων των ανθρώπων που βλέπουμε είναι σκληρές καρικατούρες με φουσκωτά παραμορφωμένα μεγάλα φρύδια και έντονα πηγούνια. Ασύμμετρα. σκληρά, παγωμένα, κλειστά και αδιάλλακτα πρόσωπα.


Το «Μ», γυρισμένο το 1931, στην κρίσιμη εποχή του μεσοπολέμου, μας μεταφέρει με αριστοτεχνικό τρόπο τον παλμό μίας τυπικής γερμανικής αστικής κοινωνίας. η οποία λίγο πριν το ξέσπασμα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού. Το πνιγηρό κλίμα της ανομίας και της εγκληματικότητας μοιάζει σα να προαναγγέλλει την άνοδο στη καγκελαρία της Γερμανίας του φρικτού καθεστώτος των ναζί. Σε κάποιο σημείο του φιλμ. με την χρήση του παράλληλου μοντάζ, παρομοιάζεται η εξουσία της αστυνομίας με εκείνη του υπόκοσμου. Και οι δυο εξουσίες φαίνονται σαν πολιτικές δυνάμεις που κινούν όλα τα νήματα και έχουν στα χέρια τους την τύχη της κοινωνίας. Για λόγους αυθεντικότητας ο Lang, αντί για ηθοποιούς προτίμησε να χρησιμοποιήσει πραγματικούς κακοποιούς στο φιλμ και λέγεται ότι μέχρι την ολοκλήρωση των γυρισμάτων παραλίγο να μείνει χωρίς κομπάρσους. επειδή τουλάχιστον 20 από αυτούς συνελήφθησαν από την αστυνομία.


Η ταινία του Lang είναι τόσο καινοτόμος, πολυεπίπεδη και πρωτοπόρος για την εποχή της, που πραγματικά εντυπωσιάζει. Είναι μια ταινία-μύθος του κλασικού γερμανικού κινηματογράφου και όχι μόνο Ήταν η πρώτη ταινία που αναφέρεται σ' ένα μανιακό, κατά συρροή δολοφόνο, η πρώτη ταινία που εισήγαγε το θέμα της εγκληματικής παθολογίας και ασχολήθηκε με τις εγκληματολογικές διαδικασίες ανεύρεσης του εγκληματία. Το «Μ» είναι η "μητέρα" όλων των ταινιών που έχουν σαν θέμα δολοφόνους, κυνηγητό με αστυνομικούς, δίκες κλπ... Είναι ο πρόδρομος όλων των μεταγενέστερων φιλμ νουάρ και αντικείμενο σπουδής για πολλούς σκηνοθέτες για πολλά από τα επόμενα χρόνια. Ο σχεδόν μέχρι τότε άγνωστος Peter Lorre. ερμηνεύει με συγκλονιστικό τρόπο τον πρώτο serial Killer στην ιστορία του σινεμά και μετά από αυτή την εξαιρετική ερμηνεία συνεχίζει την καριέρα του στο Χόλυγουντ.




Παρασκευή 3 Ιουλίου 2020

Tabu: A Story Of The South Seas 1931


Tabu: A Story Of The South Seas 1931
ΤΑΜΠΟΥ


Σκηνοθεσία: F.W. Murnau
Σενάριο: F.W. Murnau, Robert J. Flaherty
Είδος: Drama, Romance, Adventure
Διάρκεια: 1h 26min
Μεσότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο
Παίζουν:
Matahi = Το αγόρι
Anne Chevalier = Το κορίτσι
Bill Bambridge = Ο αστυνομικός
Hitu = Ο γέρο πολεμιστής


Ένα αγόρι και ένα κορίτσι ερωτεύονται σε παρθένο νησί του Νότιου Ειρηνικού, αλλά για να τηρηθεί η παράδοση, εκείνη θα πρέπει να ντυθεί νύφη σε γάμο, με έναν ηλικιωμένο γέροντα. Παπούτσι από τον τόπο σου κι αμόλυντο προστάζουν οι θεοί. Οι δυο νέοι, τελευταία στιγμή θα το σκάσουν με κανό και θα βρουν καταφύγιο σε άλλη, πιο πολιτισμένη νήσο για να ζήσουν ευτυχισμένοι. Γαλλική αποικία, με γλεντζέδες κινέζους εμπόρους. Αλλά η κατάρα του ζεύγους, που τους θέλει χωριστά, τους ακολουθεί κι εκεί. Εκείνος, μαζεύει μαργαριτάρια από το βυθό για να πλουτίζουν οι ντόπιοι και εκείνη, καταδιώκεται από το φάντασμα του ξαναμμένου πορνόγερου.


Το πρώτο μέρος της ταινίας λέγεται Παράδεισος. Όπου παράδεισος, φαντάσου τα νησιά Μπόρα Μπόρα, ανόθευτα από καθετί κακό. Σε αυτό λοιπόν το κεφάλαιο, θριαμβεύει το ρομαντικό στοιχείο και το αγνό ερωτικό ένστικτο. Οι ερμηνείες των ιθαγενών της Πολυνησίας δείχνουν ανάγλυφα πειστικές, σε σημείο που νομίζεις, ότι παρακολουθείς ντοκιμαντέρ. Δεν είναι επαγγελματίες ηθοποιοί, αλλά γνήσιοι κάτοικοι. Εντυπωσιακή η σκηνή των νησιωτών, που σκαρφαλώνουν σαν αγρίμια στο καράβι και η βραβευμένη με όσκαρ φωτογραφία του Φλόϊντ Κρόσμπι, μαγεύει σε κάθε πλάνο.


Το δεύτερο μέρος φέρει το όνομα Χαμένος Παράδεισος και είναι ιδιαιτέρως σκοτεινό. Ήρθε η ώρα, ο φόβος και η ανησυχία να πάρουν μορφή. Είτε αφορά την εμφάνιση ενός απειλητικού καρχαρία στο ψαροχώρι, είτε την επιστροφή του ηλικιωμένου για να διεκδικήσει αυτό που έχασε και να σπείρει την καταστροφή, δηλώνεται με κάθε τρόπο η αλλαγή του κλίματος. Το ερωτευμενάκι συννεφιάζει και ο θεατής αισθάνεται, πως κάτι κακό προμηνύεται στον ορίζοντα.


Το ταλέντο του γερμανού σκηνοθέτη Μουρνάου, δεν είναι μόνο στο εξαιρετικό τεχνικό στήσιμο, του θεαματικού αυτού φιλμ. Είναι στην ισορροπία που διατηρεί μέχρι τέλους, μεταξύ πραγματικότητας και ονείρου. Μαζί με τον αμερικανό ντοκιμαντερίστα Ρόμπερτ Φλάχερτι – που δούλεψε μαζί του στο σενάριο –  χρησιμοποιούν μια ευφάνταστη για την εποχή αφηγηματική τεχνική, μεταθέτοντας ένα κοινό μελόδραμα, σε θρίλερ αγωνίας με οικονομικοκοινωνικό σχόλιο. Απλοποιημένο βέβαια, αλλά τί άλλο να απαιτήσει κανείς σήμερα , από ένα βωβό κομψοτέχνημα 80 και πλέον χρόνων; Το φιλμ γυρίστηκε το ‘29, αλλά βγήκε στις αίθουσες από την Paramount – που δεν το πολυπίστευε – δυο χρόνια αργότερα, όταν ήδη το σινεμά, είχε περάσει στην ομιλούσα εποχή του. Παρόλα αυτά, μιλάει δυνατά με δράση, τόλμη και συγκίνηση. Αρκεί το θλιβερό φινάλε, με τον πρωταγωνιστή Ματάχι να παλεύει με τα κύματα, θέλοντας να φτάσει την αγαπημένη του. Την πανέμορφη Άννα Σεβαλιέρ, στο ρόλο της Ρέρι. Αρκεί και μόνο αυτή η σεκάνς, για να καταλάβετε το λόγο, που το Ταμπού περνά στην αθανασία της 7ης τέχνης.


Ο Μουρνάου, φτιαγμένος από την ύλη των σπουδαίων κινηματογραφιστών, δεν έζησε για να το δει να προβάλλεται στις αίθουσες. 42 ετών, σκοτώθηκε σε τροχαίο, μία μόλις εβδομάδα, πριν από την επίσημη πρεμιέρα της ταινίας του στη Νέα Υόρκη. Ακόμη και αυτή η τραγωδία, σε συνάρτηση με την προβληματική του κύκνειου άσματος του, δείχνει τυπικά ποιητική. Έως θανάτου ερωτευμένος..


Η τελευταία ταινία του μεγάλου γερμανού σκηνοθέτη Murnau ήταν η Tabu. Γυρισμένη το 1931, με τον ήχο να έχει καθιερωθεί, ο Murnau επέλεξε τον... βουβό τρόπο για να διηγηθεί την ιστορία δύο ιθαγενών εραστών στα νησιά της Πολυνησίας και τις δυσκολίες που συναντούν από την τοπική πουριτανική κοινωνία και τα προβλήματα που έχουν με τα ήθη και έθιμα του λαού τους. Εδώ όμως και σε αντίθεση με την Αυγή, η ιστορία μας δεν θα έχει το -ίσως και αναμενόμενο- χάπι-εντ. Ίσως και γι`αυτό μας εντυπωσίασε η ταινία, πέρα δηλαδή και από τις εικόνες του Murnau που προσπάθησε (εντυπωσιακά θα λέγαμε) να αποτυπώσει σαν ντοκιμαντέρ τα ήθη και έθιμα των πολυνήσιων λαών, που προσπαθούσαν να ζήσουν και να τα βγάλουν πέρα με τους άγγλους κατακτητές στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Ο Murnau πέθανε λίγο καιρό πριν προβληθεί η ταινία στις αίθουσες. Τι κρίμα που πέθανε τόσο νωρίς, γιατί είναι σίγουρο ότι είχε πολλά ακόμη να προσφέρει στον κινηματογράφο αυτός ο άνθρωπος.
Η ταινία στο youtube



Πέμπτη 2 Ιουλίου 2020

Sunrise: A Song Of Two Humans 1927


Sunrise: A Song Of Two Humans 1927
Η Αυγή


Σκηνοθεσία: F.W. Murnau
Σενάριο: Carl Mayer, Hermann Sudermann
Είδος: Drama, Romance
Διάρκεια: 1h 34min
Μεσότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο
Παίζουν:
George O'Brien = Ο άνδρας
Janet Gaynor = Η γυναίκα
Margaret Livingston = Η γυναίκα της πόλης
Bodil Rosing = Η υπηρέτρια
J. Farrell MacDonald = Ο φωτογράφος
Ralph Sipperly = Ο κουρέας



Πρόκειται για την έτερη ταινία (η πρώτη ήταν το Wings) που κέρδισε oscar στην πρώτη απονομή της ιστορίας. Το "Sunrise: A Song of Two Humans" αποτελεί ένα αριστουργηματικό κινηματογραφικό επίτευγμα, που στο αισθητικό του κομμάτι απολαμβάνει τη μοναχικότητα μιας κορυφής, που μοιάζει απάτητη ακόμα και 80 χρόνια μετά τη δημιουργία του.


Η υπόθεση είναι απλούστατη. Παντρεμένος άντρας έλκεται από φανταχτερή πρωτευουσιάνα. Η femme fatale, ο προσωποποιημένος πόθος του, τον παρακινούν στο να διαπράξει φονικό έγκλημα έναντι της συζύγου. Λίγο πριν υπερβεί τη λεπτή διαχωριστική γραμμή, η συνείδηση έρχεται σε άμεση αντιδιαστολή με την παρόρμηση. Τα ιερά δεσμά του γάμου λάμπουν και υπόσχονται έναν ευτυχή οικογενειακό βίο, όμως η πρωτευουσιάνα μετατρέπεται από ποθητό αντικείμενο σε μια εμετικά αποκρουστική φιγούρα.


Η υπόθεση είναι απλούστατη, και ίσως αυτή είναι η αιτία που υποβοηθάει τον F.W. Murnau να επιμεληθεί με αξιοπρόσεχτο μεράκι τη φόρμα του. Άλλωστε ο Murnau μαζί με τον Fritz Lang είναι από τους ελάχιστους κινηματογραφιστές που τίμησαν τον εγχώριο (Γερμανικό) εξπρεσιονισμό εκείνης της περιόδου. Το κάδρο γίνεται ένας ομιχλώδες καμβάς ερέβους. Ο οποίος συμπληρώνεται με παροξυστικές σκιές. Τα σκηνικά είναι παραμορφωμένα, και οι ερμηνευτές επιτυγχάνουν μια υπέρμορφη εκφραστικότητα. Ενώ η μουσική διαρκώς συμπληρώνει τον κινηματογραφικό χρόνο. Ενίοτε με απειλητική και ενίοτε με γαλήνια διάθεση. Όλα αυτά τα στοιχεία, που έχουν υφανθεί αποκλειστικά στο studio, μας παραπέμπουν ίσως σε μια σουρεαλιστική-υπερπραγματική σημειολογία. Όμως αυτό είναι λάθος! Ο F.W. Murnau ισορροπώντας ακροβατικά στον ρεαλισμό και στον υπερρεαλισμό καταφέρνει να περιγράψει λεπτομερέστατα την εποχή του - τι επίτευγμα! Και αν ορισμένες φορές υπερβαίνει την πραγματικότητα, το πράττει όχι για να εντυπωσιάσει, αλλά για να την κοιτάξει καθαρότερα από μια ανώτερη σκοπιά.


Το "Sunrise: A Song of Two Humans" είναι πλούσιο σε συμβολισμούς, εκτεινόμενο από την χριστιανική ιερότητα ως την μεγαλοαστική ιεροσυλία. Το μοτίβο των αντιθέσεων διαποτίζει τη ραχοκοκαλιά του φιλμ, προσδίδοντας ένταση στις θεματικές περιγραφές. Ο Murnau περιγράφει με στόμφο και σαρκασμό την επερχόμενη περίοδο της αστυφιλίας, η οποία οδήγησε σταδιακά και στην συνοικιακή ερήμωση. Και πιότερο όλων εξυμνεί την οικογένεια. Μέσα από σκηνές ανεπιτήδευτου μελοδράματος, ανεξέλεγκτης χιουμοριστικής ελεγείας, αλλά και απειλητικής σκοτεινιάς. Σε αυτές τις τελευταίες σκηνές θέλω να αναφερθώ κάπως εκτενέστερα.


Η κινηματογραφική θεωρία εισήγαγε τον όρο φιλμ νουάρ περίπου τη δεκαετία του 40. Ο όρος αναφερόταν σε ταινίες συγκεκριμένου ύφους, οι οποίες άκμασαν ως περίπου τα μέσα του 50. Η διάδοση και η επανάσταση που έφερε το χρώμα στον κινηματογράφο εκτόπισε-έσβησε το είδος του ομιχλώδες-σκοτεινού-σκιερού φιλμ νουάρ. Ωστόσο, ταινίες με παρόμοια σημειολογία που δημιουργήθηκαν στην πορεία του χρόνου χαρακτηρίστηκαν ως νεο-νουάρ. Σηματοδοτώντας μια μετά-νουάρ εποχή. Ωστόσο νομίζω πως θα ήταν σκόπιμο να ρίξουμε μια ματιά και στην προ-νουάρ εποχή. Το φιλμ νουάρ θεμελιώθηκε στις αρχές του εξπρεσιονιστικού κινηματογράφου. Χρησιμοποιώντας, σχεδόν απαρέγκλιτα, την παλέτα του εξπρεσιονισμού. Τόσο στο γεμάτο σκιές background, τα γεωμετρικά παραμορφωμένα σκηνικά, αλλά και τη γενικότερη αισθητική του ερέβους. Άλλη μια αρχή στην οποία θεμελιώθηκε το φιλμ νουάρ ήταν το βάθος πεδίου. Το βάθος πεδίου που ήταν ανέφικτο να επιτευχθεί από τις πρώτες κινηματογραφικές μηχανές. Όμως το "Sunrise: A Song of Two Humans", παρ`ότι πολύ πρώιμο, αποτελεί μια εξαίρεση. Ο F.W. Murnau -σε αντίθεση με τους δημιουργούς της εποχής του- δείχνει να αναγνωρίζει την ακρογωνιαία σημαντικότητα του χώρου, του βάθους πεδίου. Και παρά τις τεχνικές αντιξοότητες, όλη η δραματουργία εξελίσσεται σε απύθμενα κάδρα. Ενώ επιπροσθέτως ερχόμαστε και με μια πρωτόλεια μορφή μονοπλάνου, η οποία επίσης τονίζει τη σημαντικότητα του χώρου. Η μοναδική γεωμετρικότητα των σχημάτων δίνει μια εσωτερική ατμόσφαιρα στο film. Και όλα αυτά, σε συνδυασμό με την femme fatale σημειολογία της δέσης και της λύσης του μύθου, μας παραπέμπουν ευθέως στο κινηματογραφικό είδος του νουάρ. Συνεπώς, δε θα ήταν εντελώς άστοχο, ψηλαφίζοντας την ερεβώδη ατμόσφαιρα του "Sunrise: A Song of Two Humans", να του αποδώσουμε το χρίσμα ενός νουάρ πρόδρομου.


Κλείνοντας, το "Sunrise: A Song of Two Humans" είναι μια από εκείνες τις μαγευτικές ταινίες του κινηματογράφου. Όπου η θέαση της ισοδυναμεί με άσβηστη εμπειρία. Μάθημα κινηματογραφικής ιστορίας, αλλά και πρωταγωνιστικός σταθμός στην εξέλιξη της κινηματογραφικής τέχνης. Και όλα αυτά από έναν δημιουργό που θα μπορούσε να γραφεί με χρυσά γράμματα, όχι μόνο στην ιστορία του βωβού κινηματογράφου. Έναν δημιουργό που χάθηκε τόσο νωρίς.

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2020

DER LETZTE MANN 1924


DER LETZTE MANN 1924
Ο τελευταίος των ανθρώπων


Σκηνοθεσία: F.W. Murnau
Σενάριο: Carl Mayer
Είδος: Drama
Διάρκεια: h 17min
Μεσότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο
Παίζουν:
Emil Jannings = Θυρορός ξενοδοχείου
Maly Delschaft = Η ανιψιά του
Max Hiller =            Ο γαμπρός της
Emilie Kurz = Θεία του γαμπρού
Hans Unterkircher = Μάνατζερ του ξενοδοχείου


Μία από τις καλύτερες ταινίες του βωβού κινηματογράφου αποτελεί η ταινία Der Letzte Mann παραγωγής 1924 του Friedrich Wilhelm Murnau, του δημιουργού του πιο γνωστού σας Νοσφεράτου. Βρισκόμαστε στη μεταπολεμική Γερμανία και παρακολουθούμε την ιστορία ενός ηλικιωμένου θυρωρού πολυτελούς ξενοδοχείου, ο οποίος καμαρώνει ιδιαίτερα για τη δουλειά του. Όταν όμως υποβιβαστεί λόγω ηλικίας και πιάσει δουλειά στο υπόγειο του ξενοδοχείου, στις τουαλέτες, τότε θα τον κυριεύσει η απόγνωση.


Στον ύστατο ξεπεσμό, όταν θα έχει σκεφτεί ακόμα και την αυτοκτονία, τα πράγματα θα αλλάξουν από μια αναπάντεχη κληρονομιά και το χάπι-εντ θα λυτρώσει τον ήρωά μας (και τους θεατές). Στον πρωταγωνιστικό ρόλο βρίσκουμε τον Emil Jannings, τον μεγαλύτερο ίσως Γερμανό ηθοποιό της εποχής εκείνης. Ο Murnau, αποφεύγοντας τη χρήση των μεσότιτλων, προσπάθησε (επιτυχημένα θα λέγαμε) να δημιουργήσει μια ταινία που αφηγείται την ιστορία της μέσα από τις εικόνες, με τη δύναμη της κάμερας και μόνο.


Ο Friedrich Wilhelm Murnau αναμιγνύει τα εξπρεσιονιστικά στοιχεία με τον αντικειμενικό ρεαλισμό, επηρεασμένος από το σεναριογράφο Carl Mayer και τη λεγόμενη σχολή "Kammerspiel". Μια σχολή που επικεντρωνόταν στην καθημερινή ζωή και ψυχολογία των μικρών ανθρώπων, αποτυπώνοντας τον κυνισμό και την απογοήτευση της Γερμανίας του μεσοπολέμου, του πληθωρισμού και των μεγάλων κοινωνικών αντιθέσεων.
Ζήσης Μπαρτζώκας



Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016

Faust - Eine deutsche Volkssage (1926)



Faust - Eine deutsche Volkssage (1926)
ΦΑΟΥΣΤ




Σκηνοθεσία: F.W. Murnau
Σενάριο εμπνευσμένο από το μυθιστόρημα του Goethe "Faust"
Ήχος: Βωβή ταινία Διάρκεια: 85 λεπτά
Είδος: Drama, Fantasy, Horror
Παίζουν: Gösta Ekman, Emil Jannings, Camilla Horn
Μεσότιτλοι: Ελληνικοί, μεταφρασμένοι από μένα από τους αυθεντικούς Γερμανικούς μεσότιτλους

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια:

Το φιλμ ξεκινάει με ένα απόσπασμα από την Αποκάλυψη του Ιωάννη. Οι τρεις καβαλάρηδες σπέρνουν τον τρόμο. Ξαφνικά, μέσα από λαμπερό φως ένας Αρχάγγελος παρουσιάζεται για να αναμετρηθεί με τον Σατανά. Ο Αρχάγγελος φέρνει για παράδειγμα τον Φάουστ, έναν γέρο αλχημιστή ιεροκήρυκα που διδάσκει το καλό. Ο Σατανάς βάζει στοίχημα, ότι θα βάλει σε πειρασμό και θα κερδίσει την ψυχή του Φάουστ. Αν κερδίσει το στοίχημα, τότε η Γη θα του ανήκει.
Αναπάντεχα, στην πόλη έρχεται η πανούκλα. Ο Φάουστ πασχίζει απεγνωσμένα να βρει ιατρικό, αλλά δεν καταφέρνει τίποτα, βλέποντας τους αρρώστους να πεθαίνουν. Μέσα στην απόγνωση του αποφασίζει να δοκιμάσει μια μαγική τελετουργία που ανακάλυψε σε ένα παλιό βιβλίο. Σε ένα ξέφωτο μια νύχτα κάνει έκκληση στα μαγικά πνεύματα για να τον βοηθήσουν. Ο Μεφιστοφελής παρουσιάζεται και του προτείνει μια συμφωνία, αφού του υπόσχεται ότι για αντάλλαγμα θα του εκπληρώσει όποια επιθυμία έχει, αν ο Φάουστ αρνηθεί τον Χριστό για πάντα. Για να τον δελεάσει μάλιστα, του προτείνει να δοκιμάσει για μια μέρα και, αν θέλει, να το ξανασκεφτεί με την πάροδο ενός 24άωρου. Ο Φάουστ διστάζει, αλλά έχοντας ευγενή κίνητρα δέχεται. Με την βοήθεια του Μεφιστοφελή αρχίζει με θαυματουργό τρόπο να θεραπεύει τους αρρώστους, ώσπου αυτοί αντιλαμβάνονται τον σύνδεσμό του με τον Σατανά και τρομαγμένοι τον πετροβολούν. Ο Φάουστ απογοητεύεται και είναι έτοιμος να εγκαταλείψει το πείραμα, θέλοντας να αυτοκτονήσει. Ο Σατανάς τον δελεάζει με περισσότερα θέλγητρα. Του δίνει αιώνια νιότη και του χαρίζει την ομορφότερη γυναίκα του κόσμου, την Δούκισσα της Πάρμα (Ιταλία). Τίμημα είναι η ζωή του Δούκα της Πάρμα, που τον σκοτώνει ο Μεφιστοφελής ύπουλα σε ξιφομαχία. Ο Φάουστ, αφοσιωμένος στην ερωτική του νύχτα με την Δούκισσα, ξεχνάει την προθεσμία της μιας ημέρας και αμελεί να λύσει την συμφωνία του με τον Μεφιστοφελή. Ο καιρός περνάει και ο Φάουστ γεύεται όλες τις καταχρήσεις της ζωής, μέχρι που τίποτε πια δεν τον ικανοποιεί. Όταν ο Μεφιστοφελής του προτείνει να του πραγματοποιήσει ακόμη μια επιθυμία, ο Φάουστ μελαγχολεί και θέλει να γυρίσει πίσω στην πατρίδα του. Έτσι και γίνεται. Ο Φάουστ και ο Μεφιστοφελής επιστρέφουν στο χωριό, λίγο πριν από την Ανάσταση. Στην εκκλησία ο Φάουστ κατά τύχη θα γνωρίσει την Γκρέτχεν, ένα αγνό κοριτσάκι και θα την αγαπήσει. Ο Μεφιστοφελής αρχικά είναι αντίθετος με την σχέση αυτή, αλλά σιγά σιγά καταστρώνει ένα διαβολικό σχέδιο. Καταφέρνει να κάνει την Γκρέτχεν να αγαπήσει τον Φάουστ παράφορα, ενώ παροτρύνει τον Φάουστ μια νύχτα να μπει στο σπίτι της Γκρέτχεν και να την αγαπήσει. Την ώρα που ο Φάουστ βρίσκεται με την Γκρέτχεν, ο Μεφιστοφελής ξεσηκώνει μια θύελλα και ξυπνάει την έντρομη μητέρα της Γγκρέτχεν η οποία στο αντίκρυσμα της κόρης της στην αγκαλιά του Φάουστ παθαίνει συμφόρηση και πεθαίνει. Εκείνη την στιγμή επιστρέφει και ο Βάλεντιν, ο αδερφός της Γκρέτχεν μεθυσμένος και οργισμένος από το καπηλειό και προκαλεί τον Φάουστ σε ξιφομαχία. Ο Μεφιστοφελής κρυμμένος παρακολουθεί τους δυο που ξιφομαχούν και σε μια ιδανική στιγμή σκοτώνει τον Βάλεντιν πισώπλατα. Ο Φάουστ έντρομος φεύγει. Όλο το χωριό ξυπνάει και τρέχει για να δει τι συμβαίνει. Ο Βάλεντιν ξεψυχάει κατηγορώντας την αδερφή του για πορνεία, της ρίχνει το βάρος για τον θάνατο της μητέρας τους και για τον δικό του θάνατο από το φονικό χέρι του παράνομου εραστή της. Οι χωριανοί για τιμωρία στήνουν την Γκρέτχεν στην πλατεία και εν συνεχεία την αποφεύγουν. Ο καιρός περνάει και έρχεται χειμώνας. Είναι Χριστούγεννα και πέφτει χιόνι. Η Γκρέτχεν που εν τω μεταξύ έχει γεννήσει ένα μωρό, τριγυρνάει άστεγη, πεινασμένη και τουρτουρίζοντας στους δρόμους. Κανείς δεν την βοηθάει. Όλοι της κλείνουν την πόρτα κατάμουτρα. Το χιόνι που πέφτει της σκεπάζει τα χέρια που κρατάει το μωρό. Εκείνη την στιγμή περνάνε στρατιώτες. Βλέπουν το μωρό σκεπασμένο από το χιόνι και κατηγορούν την Γκρέτχεν ότι σκότωσε το παιδί της. Αμέσως την καταδικάζουν σε θάνατο και φτιάχνουν έναν σωρό από ξύλα για να την κάψουν ζωντανή. Η Γκρέτχεν επάνω στην πυρά καλεί τον αγαπημένο της Φάουστ να έρθει να την βοηθήσει. Ο Φάουστ από μακρυά διαισθάνεται τον κίνδυνο που αντιμετωπίζει η αγαπημένη του και απαιτεί από τον Μεφιστοφελή να τον πάει κοντά της. Φτάνουν όμως αργά. Ο Φάουστ στην απόγνωσή του καταριέται την νιότη, και ο Μεφιστοφελής για να ικανοποιήσει την «επιθυμία» του τον ξανακάνει γέροντα. Ο Φάουστ με την μορφή του γέροντα καταφέρνει να σκαρφαλώσει στην φωτιά που καίει και ενώνεται με την ετοιμοθάνατη αγαπημένη του. Η Γκρέτχεν τον αναγνωρίζει, παρόλο που είναι γέροντας, και οι δυο τους, λίγο πριν ξεψυχήσουν, σμίγουν για τελευταία φορά τα χείλη τους. Ένα λαμπερό φως παρουσιάζεται και τους παίρνει μαζί του στον ουρανό. Είναι ο αρχάγγελος που τους ήρθε για να τους σώσει. Διότι ο Φάουστ έλυσε την συμφωνία του με τον Σατανά. Η δύναμη της αγάπης είναι αυτή που έσωσε την ανθρωπότητα.

Και σχόλια από τον uploader
Το σενάριο της ταινίας είναι μια παραλλαγή του μυθιστορήματος( ποίημα) του Goethe. Στο μυθιστόρημα ο αλχημιστής γέροντας Φάουστ είναι απογοητευμένος διότι παρόλο που μελέτησε τόσες επιστήμες, δεν μπόρεσε να βρει και να κατανοήσει την αλήθεια. Παράλληλα ερωτεύεται μια δεκαεξάχρονη γειτονοπούλα του, την όμορφη Μαργαρίτα. Καταλαβαίνει όμως πως η πραγματοποίηση μιας τέτοιας αγάπης είναι ανέφικτος λόγο της μεγάλης διαφοράς ηλικίας. Τότε εμφανίζεται ο Μεφιστοφελής και του προτείνει να τον κάνει νέο, να μπορέσει να βρει την αλήθεια και να τον ερωτευτεί η Μαργαρίτα, αλλά σε αντάλλαγμα να του προσφέρει την ψυχή του. Το δέλεαρ είναι μεγάλο για τον Φάουστ και τελικά δέχεται. Μετά από διάφορες περιπέτειες όπου η αγαπημένη του Μαργαρίτα χάνει την ζωή της, ο Φάουστ μετανιώνει και ζητά να επανέλθει στην φυσιολογική του ηλικία. Όταν έρχεται η ώρα του θανάτου του, οι δαίμονες σπεύδουν να παραλάβουν την ψυχή του. Οι άγγελοι όμως αντιδρούν και λένε πως αυτός ο άνθρωπος συγχωρέθηκε διότι ως κίνητρο είχε την γνώση της αλήθειας. Σε άλλη παραλλαγή του κινηματογράφου, οι Άγγελοι λένε ότι ο άνθρωπος αυτές συγχωρέθηκε διότι φταίχτης για όσα συνέβησαν είναι ο "Έρως"!

Και κάτι σχετικό με γύφτους και γυφτιές

Η ταινία γυρίστηκε στην Γερμανία και ως βωβή ταινία έχει κάρτες με μεσότιτλους στη Γερμανική γλώσσα. Παράλληλα κυκλοφόρησε και στη Αγγλική γλωσσά. Οι μεταφράσεις όμως των μεσότιτλων στις βωβές ταινίες δεν είναι κάτι σαν την μετάφραση υποτίτλων στις ομιλούσες. Εδώ ο μεταφραστής είναι ελεύθερος να γράψει ότι νομίζει ότι θα ήταν ορθότερο, και δεν δεσμεύεται από τον αρχικό συντάχτη των μεσότιτλων. Εγώ αντέγραψα τους αυθεντικούς Γερμανικούς μεσότιτλους και στην συνέχεια τους μετέφρασα. Η αντιγραφή δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση, μια και η γραφή ήταν με τα παλιά γοτθικά ψηφία, που ακόμα και οι  σύγχρονοι Γερμανοί δεν κατανοούν. Τέλος πάντων.


Στο σημείο που ο Φάουστ με τον Μεφιστοφελή επιστρέφουν κάποιο μεγάλο Σάββατο στο χωριό του πρώτου και βλέπουν πλήθος ανθρώπων έξω από την εκκλησία, ρωτούν έναν τι συμβαίνει. Αυτός σύμφωνα με τους Γερμανικούς μεσότιτλους τους ρωτά: "Καλά, από την Τουρκία έρχεστε; Δεν ξέρετε ότι σήμερα είναι το Άγιο Πάσχα;"



Αυτός που συνέταξε τους Αγγλικούς υπότιτλους έγραψε: "Καλά, από χώρα ειδωλολατρών έρχεστε; κλπ." Ο άσχετος γύφτος που ξέρει κάποια Αγγλικά, αλλά καμία άλλη γλώσσα, στα δε Ελληνικά είναι αγράμματος δεν έχασε την ευκαιρία να μου επιτεθεί. "Μετάφραση είναι αυτή που κάνεις; Δεν ντρέπεσαι να κοροϊδεύει τον κόσμο; Στην ταινία ο χωρικός λέει: από ειδωλολατρική χώρα έρχεστε; Που το βρήκες το: από την Τουρκία έρχεστε; Προσπάθησα να εξηγήσω πως έχουν τα πράγματα, αλλά τόσο αυτός όσο και οι υποστηρικτές του, δεν έχουν  την διανοητική ικανότητα να καταλάβουν. Το κυνήγι εις βάρος μου άρχισε αναίτια. Ίσως να φοβήθηκε ότι θα χάσει τα πρωτεία στο θέμα υποτίτλων. Τελικά άνοιξε το δικό του Μπλοκ στο οποίο παρουσιάζει και προσφέρει ταινίες και μας άφησε ήσυχους. Να επισημάνω ότι υπότιτλους που υποτίθεται έχει μεταφράσει αυτός ή ο κουμπάρος του, δηλώνει περίτρανα τους μεταφραστές. Για τους υπότιτλους των άλλων αρκείται στο:
 " Ενσωμάτωση, (υποτίτλων), Τσιγγανάκι."