Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1973. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1973. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2022

THE LEGEND OF THE HELL HOUSE 1973

THE LEGEND OF THE HELL HOUSE 1973

Η Βίλα της Κόλασης


Σκηνοθεσία: John Hough

Σενάριο: Richard Matheson

Είδος: Horror ΔΕ 70,

Διάρκεια: 1h 35m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Pamela Franklin: Florence Tanner

Roddy McDowall: Ben Fischer

Clive Revill: Dr. Barrett

Gayle Hunnicutt: Ann / Ann Barrett

Roland Culver: Mr. Deutsch

Peter Bowles: Hanley

 

Άλλη μια κλασική ταινία με στοιχειωμένο σπίτι από την πιο παραγωγική δεκαετία για το συγκεκριμένο υποείδος ατμοσφαιρικού τρόμου. Προσωπικά δεν μπορώ να πω ότι είμαι φοβερός και τρομερός fan τέτοιου είδους ταινιών, αλλά παράλληλα πρέπει να παραδεχτώ ότι το THE LEGEND OF HELL HOUSE είναι μια ταινία που ξεφεύγει από την πεπατημένη του THE HAUNTING και THE AMITYVILLE HORROR. Κι αυτό το κάνει παίρνοντας πολλά από τα καλά στοιχεία των συγκεκριμένων ταινιών όπως είναι η ατμόσφαιρα και το σασπένς αναμειγνύοντας τα με στοιχεία ψυχολογικού τρόμου και διαστρεβλωμένης επιστήμης.

Πρόκειται για την επίσκεψη στη λεγόμενη «Βίλα της Κόλασης» μιας ομάδας αποτελούμενης από έναν φυσικό, μια νεαρή μέντιουμ και τον μοναδικό επιζώντα της προηγούμενης αποστολής στο σπίτι 20 χρόνια πριν. Για να δέσει το γλυκό έρχεται μαζί και η γυναίκα του επιστήμονα για να μην χαλάσει την παράδοση που είχαν σαν ζευγάρι τόσα χρόνια που τον ακολουθούσε σε αποστολές του. Εργοδότης ένας πλούσιος βιομήχανος που αγόρασε την Βίλα της Κόλασης και θέλει να ανακαλύψει τι βρίσκεται μετά από το θάνατο, κάτι που κοστολογεί με το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 100.000 Αγγλικών λιρών το κεφάλι.

Το σπίτι ήταν η κατοικία ενός τύπου ονόματι Belasco, διαβόητος για κάθε γνωστή και άγνωστη αποκλίνουσα πρακτική, σεξουαλική και μη. Έτσι, η συγκέντρωση στοιχείων του κακού φυσιολογικά στοίχειωσαν το σπίτι κάνοντας το το Έβερεστ των στοιχειωμένων σπιτιών, όπως εύστοχα το αποκάλεσε ο εργοδότης της ομάδας. Οπότε τα μέλη της παρέας μας πρέπει αφενός να εντοπίσουν επακριβώς την πηγή του κακού και κατόπιν να την εξαφανίσουν. Αρχίζουν λοιπόν δουλειά ο καθένας χρησιμοποιώντας την ειδικότητα του. Ο κος Barrett (Clive Revill) με τη χρήση της επιστήμης, η δεσποινίς Tanner (Pamela Franklin) και ο κος Fischer (Roddy McDowall) με τις ικανότητες τους ως μέντιουμ και η κυρία Barrett (Gayle Hunnicutt) να βρίσκεται κάπου ενδιάμεσα με ελαφριά κλίση προς τον αγαπημένο σύζυγο.

Τα πράγματα δεν αργούν να αρχίσουν να ζεσταίνονται με διάφορα περιστατικά όπως κινούμενα αντικείμενα, την δίδα Tanner να μιλάει με ανδρική φωνή σαν κυριευμένη από το πνεύμα του σπιτιού, αλλά και πιο ακραία φαινόμενα όπως την δολοφονική επίθεση από ιπτάμενα αντικείμενα προς τον κο Barrett. Ο καθένας από τα μέλη της ομάδας έχει τις θεωρίες του για το τι μπορεί να συμβαίνει, αλλά περνώντας ο χρόνος κάθε μια από αυτές καταρρίπτεται αφήνοντας τους εκτεθειμένους σε διάφορους κινδύνους και πάντα με την αβεβαιότητα αν τα γεγονότα αυτά πραγματικά συμβαίνουν ή είναι μέρος της φαντασίας του καθένα από τους επισκέπτες.

Μια λογική που υιοθετεί πλήρως το σενάριο του Richard Matheson, βασισμένο στο δικό του μυθιστόρημα, και καταφέρνει να κάνει μια φαινομενικά τυπική ιστορία στοιχειωμένου σπιτιού να πετυχαίνει σε απόλυτο βαθμό να ξεχωρίσει από τις περισσότερες αντίστοιχες εκείνης της περιόδου, ή ακόμα και μέχρι σήμερα. Το THE LEGEND OF HELL HOUSE τα έχει σχεδόν όλα και βάζει τα γυαλιά σε υπερεκτιμημένες αλλά γνωστότερες και εμπορικότερες Αμερικάνικες ταινίες, όπως για παράδειγμα το THE AMITYVILLE HORROR.

Ο λόγος είναι ότι καταφέρνει να συνδυάσει άψογα όλα εκείνα τα στοιχεία που περιμένει ένας horror fan να δει από μια ιστορία στοιχειωμένου σπιτιού με έναν εντυπωσιακό προβληματισμό πάνω στο χαρακτήρα του καθενός από τους επισκέπτες και στις αλλαγές που υπόκειται όσο βρίσκονται μέσα στο σπίτι. Αποτέλεσμα είναι η ανάλυση χαρακτήρων να είναι αναπόσπαστο κομμάτι της εξέλιξης της πλοκής, κάτι που δίνει ξεχωριστή υπόσταση και οντότητα στον καθένα από τους πρωταγωνιστές.

Και βέβαια πέρα από αυτά έχουμε και αρκετές αληθινά ανατριχιαστικές στιγμές που δεν στηρίζονται ούτε στη βία και το gore ούτε και στις ευκαιριακές τρομάρες. Η τρομακτική ατμόσφαιρα είναι πανταχού παρούσα από τα πρώτα κιόλας λεπτά της προβολής και όσο εξελίσσεται η υπόθεση μεγαλώνει και φτάνει σε μια απίστευτη κορύφωση με το πανέξυπνο φινάλε. Όλα αυτά κρατώντας έναν σταθερά γρήγορο ρυθμό που δεν κάνει κοιλιές και ένα σενάριο που δεν χάνει χρόνο με ανούσιες εισαγωγές και φλυαρίες.

Προσωπικά εντόπισα ελάχιστα αρνητικά σημεία, τα οποία θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν επουσιώδη. Τέτοια είναι κάποιες στιγμές «θεατρικών» διαλόγων και ερμηνειών και κάποιες μικρές ασυνέπειες του σεναρίου, στοιχεία που τελικά δεν μπορούν να αλλοιώσουν την απόλαυση της προβολής του THE LEGEND OF HELL

Ξεκάθαρα η ταινία είναι από τις πιο εγκεφαλικές με τη συγκεκριμένη θεματολογία και απευθύνεται σε ευρύτερο κοινό από εκείνο της σκηνής του τρόμου. Κάτι σαν ένα λαχταριστό πιάτο εξωτικών λιχουδιών, που όμως μπορεί να πέσει πολύ βαρύ αν ο θεατής προτιμάει απλά να τσιμπήσει κάτι. Η συγκεκριμένη ταινία προκαλεί να ξαναπαιχτεί ακόμα και αμέσως μετά την πρώτη προβολή για να εντοπίσει ο θεατής αυτά που ίσως του ξέφυγαν την πρώτη φορά. Και μην γελιέται κανείς, οι τρομάρες όχι μόνο παραμένουν αλλά απλώς γίνονται καλύτερες με τις επαναλαμβανόμενες προβολές. 

HE EXORCIST 1973

 

THE EXORCIST 1973

Ο Εξορκιστής


Σκηνοθεσία: William Friedkin

Σενάριο: William Peter Blatty(

Είδος: Horror ΔΕ 70,

Διάρκεια: 2h 2m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Ellen Burstyn: Chris MacNeil

Max von Sydow: Father Lankester Merrin

Lee J. Cobb: Lt. William Kinderman

Kitty Winn: Sharon

Jack MacGowran: Burke Dennings

Jason Miller: Father Damien Karras

Linda Blair: Regan MacNeil 

Ο Εξορκιστής (πρωτότυπος τίτλος: The Exorcist) είναι κινηματογραφική ταινία θρίλερ του 1973, αμερικανικής παραγωγής. Έχει λάβει 2 βραβεία Όσκαρ. Ήταν η πιο επιτυχημένη και εμπορική ταινία τρόμου για πάνω από 40 χρόνια, έως το 2017 που εκθρονίστηκε. Χωρίς να λάβουμε υπόψιν τον πληθωρισμό και την διαφορά των τιμών των εισιτηρίων μεταξύ 1973-2017. Ο Εξορκιστής παραμένει πρώτος με $998,710,500 μόνο στις Η.Π.Α. Χωρίς να συμπεριλάβουμε και τις διεθνείς εισπράξεις που είναι περίπου ισόποσες με τις αμερικανικές.

Το 2010 η ταινία χαρακτηρίστηκε από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου ως «πολιτιστικά, αισθητικά και ιστορικά σημαντική» και επιλέχθηκε να ενταχθεί στο Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής]

Η μικρή Ρέιγκαν ΜακΝίλ ζει με την Κρις, μητέρα της και διάσημη ηθοποιό, σε ένα ήσυχο προάστιο της Ουάσιγκτον. Όμως, τώρα τελευταία η Ρέιγκαν δεν αισθάνεται καλά. Παρουσιάζει περίεργα κι ανεξήγητα συμπτώματα, όπως ανόρθωση του σώματός της από το έδαφος και άσκηση υπερφυσικών δυνάμεων. Οι γιατροί στους οποίους απευθύνεται για βοήθεια η απελπισμένη μητέρα σηκώνουν ψηλά τα χέρια τους, αδυνατώντας να εξηγήσουν το φαινόμενο. Τότε, η Κρις παίρνει την απόφαση να ζητήσει τη βοήθεια της εκκλησίας και συγκεκριμένα συναντά τον πατέρα Κάρας, που είναι παράλληλα και ψυχίατρος. Όταν ο τελευταίος αντικρίζει τη Ρέιγκαν, συνειδητοποιεί ότι η νεαρή κοπέλα είναι δαιμονισμένη, έχοντας καταληφθεί από ένα τρομακτικό δαιμονικό πνεύμα. Τότε, ο πατήρ Κάρας αποφασίζει να ζητήσει τη βοήθεια του πατρός Μέριν, ειδικού σε ζητήματα εξορκισμού, προκειμένου να απαλλάξουν το άτυχο κορίτσι από τον δαίμονα. Ο γηραιός πατήρ Μέριν δέχεται, και ο εξορκισμός αρχίζει…

Το σενάριο είναι εμπνευσμένο από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Γουίλιαμ Πίτερ Μπλάτυ (William Peter Blatty), και αφορά την κατάληψη ενός κοριτσιού από δαιμονικό πνεύμα και τις απεγνωσμένες προσπάθειες της μητέρας της για να τη σώσει μέσω εξορκισμών από διάφορους ιερείς.

Όπως παρατηρεί ο καθηγητής της ιστορίας στο Πανεπιστημίου του Παρισιού, Robert Muchembled, στην ταινία ο εξορκιστής, όπως και σε άλλες παρόμοιες, οι νέοι γίνονται οι ευνοούμενοι φορείς του κακού. Το γεγονός αυτό «φανέρωνε πως υπήρχε δυσκολία στη μεταβίβαση των ρόλων σε μια κοινωνία που βρισκόταν σε σύγχυση, καθώς και έντονη ενοχή στις γενιές των ενηλίκων, που θεωρούν ότι εγκαταλείπουν στις επερχόμενες γενιές μόνο ερείπια και ότι αυτό, αναπόφευκτα, θα προκαλέσει το μίσος των κληρονόμων ενός τέτοιου κόσμου.

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2022

DON'T LOOOK NOW 1973

DON'T LOOOK NOW 1973

Μετά τα μεσάνυχτα


 Σκηνοθεσία: Nicolas Roeg

Σενάριο: Daphne Du Maurier, Allan Scott, Chris Bryant

Είδος: Horror ΔΕ 70, Mystery, Drana

Διάρκεια: 1h 50m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Julie Christie: Laura Baxter

Donald Sutherland: John Baxter

Hilary Mason: Heather

Clelia Matania: Wendy

Massimo Serato: Bishop Barbarrigo

Renato Scarpa: Inspector Longhi

Giorgio Trestini: Workman

 Ένα ζευγάρι που πενθεί τον θάνατο της μικρής τους κόρης, βρίσκεται στη Βενετία όπου ο σύζυγος εργάζεται στην αναπαλαίωση μιας εκκλησίας. Στη Βενετία συναντούν δύο αδερφές, εκ των οποίων η μία, που υποστηρίζει ότι είναι μέντιουμ, ισχυρίζεται ότι βλέπει το πνεύμα της νεκρής κόρης του ζευγαριού.

    Υπάρχουν ταινίες τρόμου που ανήκουν σε διάφορα sub-genre του είδους, zombie flick, slasher, gothic horror κ.α., και υπάρχουν μερικές άλλες που δεν μπορούν να θεωρηθούν ως αυτούσιες ταινίες τρόμου, αλλά απλά χρησιμοποιούν τον συγκεκριμένο είδος ως όχημα για να πουν κάτι άλλο. Μια τέτοια περίπτωση είναι και το Don't Look Now του Nicolas Roeg, μια ταινία στην οποία υπάρχουν όλα τα στοιχεία που θα χαρακτήριζαν μια ταινία ως ταινία τρόμου, αλλά συνειδητά το αποτέλεσμα αποσκοπεί σε κάτι περισσότερο, όπως για παράδειγμα το Santa Sanger του Jodorowsky ή το Eyes Without a Face του Franju. To Don't Look Now δεν είναι από αυτές τις ταινίες που προσφέρουν ανεπιτήδευτο τρόμο και αιματηρές συγκινήσεις, αντίθετα είναι μια ταινία που δίνει περισσότερη τροφή για σκέψη και πιθανόν να απαιτεί περισσότερες από μία προβολές για να αποκαλυφθεί πλήρως. Αυτό από μόνο του βέβαια δεν αποτελεί στοιχείο που προσδιορίζει την ποιότητα των ταινιών τρόμου, γιατί πολλές αυτού του είδους ταινίες γίνονται κουραστικές, ελιτίστικες και δυσπρόσιτες, και φυσικά είναι πολύ κατώτερες από καθαρόαιμα θρίλερ. Το Don't Look Now όμως είναι μια πολύ καλή προσπάθεια του Βρετανού Roeg (Performance, Walkabout, Bad Timing) να χρησιμοποιήσει τον τρόμο για να παρουσιάσει τη δική του θέση πάνω στον θρήνο, την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, τα τραύματα που αφήνει ένα τραγικό γεγονός, την προδιαγεγραμμένη μοίρα, τον τρόπο με τον οποίο μεταφέρουμε πάνω μας το παρελθόν μας και πως μπορούμε να διαμορφώσουμε το μέλλον μας με τις σημερινές μας πράξεις. Η αφηγηματική δομή του Don't Look Now είναι αρκετά περίπλοκη, με την χρήση μη γραμμικού χρόνου και την εμφάνιση μερικών προφητικών οραμάτων (όπως το 12 Monkeys για παράδειγμα), που σταδιακά θα οδηγήσουν στην κορύφωση του μυστηρίου, στην οποία ο Roeg αποδομεί τις προσδοκίες του θεατή και ολοκληρώνει την ταινία χαμηλότονα. Ο Roeg πλέκει παράλληλα, στο Don't Look Now, έναν πυκνό ιστό μυστηρίου και μια τραγική ιστορία θλίψης και θρήνου, αποπροσανατολίζοντας τον θεατή με θεματικές ιδέες που αφορούν το προαίσθημα και τις μαντικές ικανότητες. Η εξέλιξη της ιστορίας χρησιμοποιεί αρκετά σύμβολα με αποτέλεσμα το συνολικό αποτέλεσμα να μοιάζει παράλληλα κατανοητό αλλά και ασαφές, διατηρώντας στη βάση της έναν αινιγματικό θεματικό πυρήνα που δημιουργεί στον θεατή ένα αίσθημα σύγχυσης. Ο σκηνοθέτης επιμένει να παρουσιάζει τους σκοτεινούς συμβολισμούς και τις υποδείξεις με τέτοιο τρόπο ώστε να αφήνει την επιλογή στον θεατή αν θα τις δώσει σημασία ή όχι, κάνοντας το Don't Look Now μια ταινία που μπορεί να οδηγήσει σε κάποιες διαφορετικές μεταφράσεις. Εικαστικά, το Don't Look Now, είναι μια από τις πιο εντυπωσιακές ταινίες τρόμου στην ιστορία του κινηματογράφου. Η παραισθησιακή, ονειρική ατμόσφαιρα, ο εφιαλτικός τόνος και το ύπουλα ανατριχιαστικό ύφος, υποβάλουν τον θεατή και τον κάνουν να γίνεται μάρτυρας σε μια εξαιρετική αλληλουχία από υπνωτικές εικόνες. Ο τρόπος κινηματογράφησης της Βενετίας, με τα δαιδαλώδη στενά, τις σκοτεινές γωνίες και το υγρό στοιχείο, προσδίδει μια γοτθική αίσθηση στην ταινία που δημιουργεί ένα κλίμα ανασφάλειας και κρυμμένης απειλής. Ο Roeg σκηνοθετεί εμμένοντας σε μια σπερματική μορφή τρόμου, αινιγματική και λανθάνουσα, που δεν θα οδηγήσει σε κάποια αναπάντεχη έκρηξη αλλά θα παραμείνει παρούσα πίσω από τα συμβάντα της ταινίας. Εξαιρετικό είναι και το μοντάζ της ταινίας, με τον Roeg να κομματιάζει και να συναρμολογεί τα κομμάτια σε ένα περίεργο κολάζ ονειρικών εικόνων, ολοκληρώνοντας ένα περίτεχνο εικαστικό παζλ. Τα κοψίματα, οι ασυνέχειες , το περίτεχνο αφηγηματικό ύφος, η στρατηγική χρήση των εικόνων, τα διάσπαρτα σύμβολα δημιουργούν την εντύπωση ενός συνειρμικού μοντάζ που αποτυπώνεται σε μια πένθιμη εντύπωση και σε μια ατμοσφαιρική ένταση. Για παράδειγμα, η ερωτική σκηνή μεταξύ των Christie και Sutherland, και πως αυτή μοντάρεται με τη σκηνή που το ζευγάρι ντύνεται, είναι εκπληκτικής σύλληψης. Όπως εντυπωσιακή είναι και η εναρκτήρια σεκάνς της ταινίας, με τον πνιγμό του μικρού κοριτσιού, που παρά το γεγονός ότι αποτυπώνει ένα τραγικό γεγονός είναι ένα δείγμα κινηματογραφικής ποίησης. Σε τελική ανάλυση, το Don't Look Now, είναι μια ξεχωριστή ταινία που αξίζει να δει οποιασδήποτε λάτρης του κινηματογράφου. Όσο για το φινάλε, το οποίο έχει ξεσηκώσει ατελείωτες συζητήσεις, δεν είναι τόσο παράλογο απλά δεν ακολουθεί τις προσδοκίες που ενδέχεται να δημιουργήσει το κοινό. 

Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2012

La maman et la putain (1973)


La maman et la putain (1973)
Η ΜΑΜΑ ΚΑΙ Η ΠΟΥΤΑΝΑ



Σκηνοθεσία: Jean Eustache

Σενάριο: Jean Eustache

Παίζουν: Bernadette Lafont, Jean-Pierre, Léaud Françoise Lebrun


    Μια από τις πιο θρυλικές Γαλλικές ταινίες όλων των εποχών θεωρείται η ταινία αυτή. Μερικοί την θεωρούν την τελευταία ταινία Nouvelle Vague, ενώ άλλοι ως την πρώτη μετά Nouvelle Vague ταινία. Διαλέγετε και παίρνετε. Υπάρχουν και ορισμένοι που την χαρακτηρίζουν ως… μνημείο του σύγχρονου Ευρωπαϊκού μας πολιτισμού…
Τέλος πάντων.
    Την ταινία αυτή την έπαιζε το 1974 σινεμά στη γειτονιά μου στο Μόναχο. Βραδινές προβολές. Όλος ο περίγυρός μου την είχε δει και την σχολίαζε. Εγώ, όποτε προγραμμάτιζα να την δω, κάτι συνέβαινε και δεν μπορούσα να πάω. Την είδα λοιπόν τώρα, κάνοντάς της τους υποτίτλους. Βρε τι έπαθα! Όχι μόνο πρόκειται για έργο διάρκειας 3,5 ωρών αλλά περιείχε  αργκό την οποία ούτε και οι «καθώς πρέπει Γάλλοι» μπορούν να καταλάβουν! Άσε δε την πολυλογία. Έγραφα, έγραφα, και στο τέλος διαπίστωνα ότι είχα προχωρήσει ένα μόνο λεπτό!
    Για τον σκηνοθέτη Jean Eustache να πούμε ότι πράγματι πρέπει να υπήρξε ιδιόρρυθμος, αφού έφθασε σε σημείο ν αυτοκτονήσει λίγες εβδομάδες πριν τα 43α γενέθλιά του, προσδίδοντας και στην ταινία του δραματικό φινάλε.
    `Η ταινία πάντως τιμήθηκε με το Μεγάλο Ειδικό Βραβείο του Φεστιβάλ Καννών το 1973.
Ως προς το θέμα της ταινίας, να πούμε ότι αναφέρεται στην μετά Μάιο του 68 εποχή. Η ατμόσφαιρα της ήττας πλανάται στον αέρα. Τα «αγανακτισμένα» παιδιά της εποχής που ξεκίνησαν έναν αγώνα χωρίς πλάνο, είτε επέστρεψαν στο καβούκι τους, είτε συνεχίζουν την δήθεν αντικομφορμιστική τους τακτική, δικαιολογώντας με αυτό τον τρόπο την τεμπελιά τους. Όπως ο συγκεκριμένος μας ήρωας "Αλεξάντρ", ο οποίος δεν δουλεύει, διότι δήθεν είναι εναντίον του συστήματος, καπνίζει όμως αρειμανίως και μπεκροπίνει από καφέ σε καφέ, με τα χρήματα άλλων, γυναικών ιδίως, όπου εργάζονται στο «σύστημα» και χαρτζιλικώνουν τύπους που το παίζουν αμφισβητίες.


 Δεν θέλουν να ¨λιπάνουν» τη μηχανή του συστήματος, αναγκαζόμενοι να δουλέψουν, μα όμως, καταδέχονται τα λεφτά από γυναίκες που τα κερδίζουν εργαζόμενες για το  σύστημα.
Ο Αλεξάντρ λοιπόν που βίωσε  μια ερωτική απαξίωση...

Συζεί, (μάλλον τον ζει) με μια μεγαλύτερή του γυναίκα, τη Μαρή,  που είναι ιδιοκτήτρια μπουτίκ. Αυτή προκειμένου να τον κρατήσει, τον κανακεύει και του κάνει όλα τα χατίρια.
Είναι δηλαδή  «η Μαμά».


    Στην ζωή τους εισβάλει μια κοπέλα, η Βερόνικα, η οποία εμφανίζετε πολύ απελευθερωμένη σεξουαλικά και το μόνο που την ενδιαφέρει είναι το σεξ. Αυτή είναι η Πουτάνα».


    Η Βερόνικα αν και δεν ζει παρασιτικά, εργάζεται και μάλιστα ευσυνείδητα ως νοσοκόμα, δεν έχει κανέναν ενδοιασμό για το σεξ και εισβάλει μάλιστα στο κρεβάτι του ζευγαριού! Η Μαρή για να μην χάσει τον Αλεξάντρ, ανέχεται την εισβολή αυτή και έτσι δημιουργείται ένα ιδιότυπο τρίγωνο!


    Στο τέλος απρόβλεπτο γεγονός θα αναγκάσει να δοθεί  κάποια  συμβατική λύση, μα για όσους γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα αυτής της κατηγορίας καταλαβαίνουν ότι μόνιμη λύση αποκλείεται να επέλθει οριστικά και το μόνο σίγουρο είναι ότι θα έλθει στον κόσμο ένα παιδί με ανεύθυνους  γονείς.
    Να διευκρινίσουμε ότι ενώ τον Μάι του 68 αμφισβητούντο αξίες που καθόριζαν  το σύστημα, οι άνθρωποι που επέζησαν αυτού του ξεσηκωμού αμφισβητούν στοιχεία που τους ενέπνευσαν τον ξεσηκωμό. Βλέπουμε λοιπόν να χλευάζονται άνθρωποι όπως ο Ζαν Πολ Σαρτ, καθώς και ο «Μαοϊσμός» που είχε τον πρώτο λόγο στον ξεσηκωμό εκείνο.
    Γενικά η ταινία σόκαρε την «καλή κοινωνία» της εποχής. Όχι λόγο διεγερτικών σκηνών που αυτές απουσιάζουν παντελώς. Ίσως λόγω της αθυροστομίας της πρωταγωνίστριας όπου για πρώτη φορά ακούγονται σε Γαλλική ταινία λέξεις για πηδήματα και πέη! Ο πραγματικός όμως λόγος που σόκαρε η ταινία είναι ο τρόπος που αναφέρονται οι λέξεις αυτές. Η Βερόνικα, τελείως απελευθερωμένη, μιλά πολύ φυσιολογικά και αθώα για πηδήματα και πέη σα να μιλά για χορούς και τραγούδια. Δηλώνει δε πως οι γυναίκες που επιθυμούν να συνευρεθούν με έναν άνδρα αλλά δεν τολμούν να του το προτείνουν είναι τουλάχιστον ανόητες.
    Οι ιδέες αυτές πιστεύω είναι που σόκαραν και όχι ατές οι ίδιες οι λέξεις.
Για τους υπότιτλους σας τα είπα. Αυτό που θέλω μα τονίσω είναι ότι τόσο στο εμπόριο όσο και στο διαδίκτυο τα DVD που διατίθενται προέρχονται από μεταφορά του έργου σε DVD από βιντεοκασέτα. Δεν προσφέρεται μεγάλη ποιότητα ως εκ τούτου. ¨Πριν από λίγο καιρό μάλιστα μπορούσε κανείς να βρει μόνο ταινίες με τους Αγγλικούς υπότιτλους καμένους απάνω τους. Πρόσφατα όμως ανέβηκε και ταινία χωρίς καμένους υπότιτλους. Στην ταινία αυτή συγχρόνισα τους υπότιτλούς που μετέφρασα.




Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2011

THE WICKER MAN 1973


THE WICKER MAN 1973

ΤΟ ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟ ΣΚΙΑΧΤΡΟ
 Σκηνοθεσία: Robin Hardy

ΣενάριοAntonthony Shaffer, David Pinner

Είδος: Horror ΔΕ 70, Thriller, Mystery, Christopher Lee

Διάρκεια: 1h 40m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Edward Woodward: Sergeant Howie

Christopher Lee: Lord Summerisle

Diane Cilento: Miss Rose

Britt Ekland: Willow

Ingrid Pitt: Librarian

Lindsay Kemp:: Alder MacGreagor

Russell Waters: Harbour Master


    Αν και πέρασαν αρκετές ημέρες, ακόμα προσπαθώ να συνέλθω.
Τι ήταν αυτό;
Αν και κυνηγός των θρίλερ, αυτό το έργο μου είχε ξεφύγει.
Ακόμα και όταν υπάρχει υπερβολή υπάρχει και κάποια δόση αλήθειας.
- Το καλύτερο Βρετανικό θρίλερ!
- Η καλύτερη Βρετανική ταινία!
- Η καλύτερη ερμηνεία του Christopher Lee!
Ότι θέλετε κρατήστε και ότι δεν σας αρέσει πετάχτε το. Πάλι θα έχετε μια μεγαλειώδη ταινία.
    Ο ίδιος ο Christopher Lee παραδέχεται ότι είναι η καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του. Τον βλέπουμε σε ένα διαφορετικό ρόλο από αυτούς που τον είχαμε συνηθίσει.
Είναι η ταινία που σε καθηλώνει και σου αφήνει πρωτόγνωρα συναισθήματα με το απρόοπτο φινάλε της.
    Και να σκεφτείτε ότι δεν υπάρχει ούτε σταγόνα αίμα. Δεν μπορώ να χαρακτηρίσω την ταινία horror, αλλά τα συναισθήματα που σου αφήνει είναι πολύ χειρότερα.
Μη σας ξεγελάει ο ανόητος ελληνικός της τίτλος (Το καταραμένο Σκιάχτρο) και περιμένετε κανένα μαγικό ψάθινο τέρας να κατατρέχει ανθρώπους.



    Η ιστορία εκτυλίσσεται με φόντο την μαγευτική Σκοτσέζικη εξοχή και με υπόκρουση από ονειρεμένα Βρετανικά παραδοσιακά τραγούδια.     
    Δεν θα σας πω περισσότερα για την υπόθεση για να μην χαλάσω την ατμόσφαιρα αυτών που δεν το έχουν δει ακόμα και σκοπεύουνε να το δούνε.

     Είναι όμως αξιοσημείωτο να ειπωθεί ότι η ταινία κακοποιήθηκε από άσχετους στο μοντάζ και ενώ ήταν διάρκειας κάτι παραπάνω από 100 λεπτά, πετσοκόπηκε στα 84!
Μερικοί – μεταξύ αυτόν και ο Christopher Lee – υποστηρίζουν ότι αυτό έγινε σκοπίμως για να μην περάσουν ορισμένα μηνύματα. Υποστηρίζεται μάλιστα ότι οι πρωτότυπες σκηνές που λείπουν έχουν καταστραφεί και χάθηκαν για πάντα..
Πρόσφατα όμως βρέθηκε παλαιότερη κόπια διάρκειας 99 λεπτών και κάπως βελτιώθηκαν τα πράγματα.

     Στην χώρα μας κυκλοφόρησε η πετσοκομμένη κόπια 84 λεπτών χωρίς καθόλου έξτρα.
Μία από τις αξιόλογες εκδόσεις είναι και αυτή του CANAL+ VIDEO την οποία και έχω και περιλαμβάνει δύο δίσκους.
    Ο πρώτος περιέχει την λεγόμενη θεατρική κόπια 84ων λεπτών, με παρουσιάσεις και συνεντεύξεις, μεταξύ αυτών και ο Christopher Lee. Εικόνα 1.75:1.
    Ο δεύτερος περιέχει την Director’s cut, 99min. Εικόνα 1.85:1
    Στην μετάφραση υποτίτλων για την Director’s cut, προσπάθησα να αποδώσω όσο μπορούσα καλύτερα τους στοίχους των τραγουδιών, αλλά μην έχετε και υπερβολικές λογοτεχνικές απαιτήσεις από μένα. Είναι πάντως ελπίζω πολύ καλύτεροι από κάποιους που βρήκα στο internet μεταφρασμένους μάλλον με systram που αναρωτιέσαι πράγματι: - Τι θέλει να πει ο ποιητής:


Α! Και να μην ξεχάσω.
Οι Αμερικανοί κατά την προσφιλή τους συνήθεια έκαναν remake της ταινίας.
ΠΡΟΣΟΧΗ!!! Σκέτη πατάτα!
Α! Έπαιζε ο Nicolas Cage.
Ήτανε στραβό το κλήμα ...