Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1920. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1920. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 30 Μαΐου 2020

The Penalty (1920)

The Penalty (1920)
Η Ποινή



Σκηνοθεσία: Wallace Worsley
Σενάριο: Gouverneur Morris
Παίζουν: Lon Chaney, Charles Clary, Doris Pawn, Jim Mason,
Ethel Grey Terry, Kenneth Harlan, Claire Adams
ΕίδοςCrimeDramaHorror – Διάρκεια: 90 λεπτά
Ελληνικοί υπότιτλοι, μεταφρασμένοι από εμένα

Η ταινία παρουσιάζει τον γκάνγκστερ Blizzard ( Lon Chaney ), του οποίου τα πόδια έχουν ακρωτηριαστεί σε νεαρή ηλικία ,κατόπιν λανθασμένης ιατρικής διάγνωσης, και από τότε, είναι με πατερίτσες και με ξύλινους κουβάδες με δερμάτινα λουριά. Υπεύθυνος της λανθασμένης διάγνωσης είναι ένας γιατρός. Ο Blizzard τον ψάχνει μανιωδώς και εν καιρό γίνεται ο άρχοντας του εγκλήματος. Τον βρίσκει κάποτε τον γιατρό που ήταν ο υπαίτιος για την κατάσταση του και θέλει να πάρει την εκδίκηση του. Έτσι απαγάγει τον αρραβωνιαστικό της κόρης του γιατρού, και θέλει θα τον αναγκάσει να του κόψει τα ποδιά και να τα μεταμοσχεύσει σε αυτόν.
Την συσκευή που φορούσε ο Chaney με σκοπό να φαίνεται ότι έχουν ακρωτηριαστεί τα πόδια του, ήταν δύο ξύλινους κουβάδες και πολλαπλά δερμάτινα λουριά, Ήταν πολύπλοκο και εξαιρετικά επώδυνο. Διότι το φορούσε στα γόνατα. Ενώ τα πόδια του ήταν δεμένα πίσω.


Και από το block retromaniax
O Lon Chaney είναι κατά τη γνώμη μου από τους καλύτερους ηθοποιούς που πέρασαν ποτέ από τον κόσμο. Η διαφορά του με τους άλλους ήταν ότι ενώ οι υπόλοιποι ηθοποιοί παίζουν ένα ρόλο, ο Chaney ζει το ρόλο. Συνήθως έπαιζε άτομα παραπληγικά ή παραμορφωμένα, που είχαν τρέλα και κακία, αλλά ταυτόχρονα η ζωή τους είχε φερθεί σκληρά και αποτελούσαν τραγικές φιγούρες. Το ότι ήταν παιδί κωφάλαλων γονιών, τον βοήθησε στο να εκφράζεται ακόμα καλύτερα με τις κινήσεις και τις εκφράσεις προσώπου, όπως απαιτούσε ο βουβός κινηματογράφος. Επίσης, ενώ πολλοί ηθοποιοί ντουμπλάρονται σε κάποιες σκηνές ή κάθονται να τους μακιγιάρουν, ο Chaney ήταν τρία σε ένα: Έπαιζε το ρόλο του, έκανε μόνος του τα πιο κουραστικά και επικίνδυνα πράγματα και το μέικ-απ του ήταν εντελώς δική του ευθύνη. Ακριβώς λόγω του πολύ πετυχημένου μέικ-απ στο οποίο έδινε τόση προσοχή, χαρακτηρίστηκε ως ο "άνθρωπος με τα χίλια πρόσωπα". Οι ερμηνείες του ήταν απλά συγκλονιστικές και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης και για άλλους συναδέλφους του. Ο γιός του, ο Lon Chaney ο νεώτερος, που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια θεατρικής περιοδείας των γονιών του, αν και ήταν αξιοπρεπής ηθοποιός της γενιάς του, δεν κατάφερε ούτε να πλησιάσει, πόσο μάλλον να ξεπεράσει τον πατέρα του. Αυτό άλλωστε δεν θα ήταν καθόλου εύκολο καθώς εκείνος ήταν απλά αξεπέραστος. Έκανε πολλές ταινίες, σχεδόν όλες στον βουβό κινηματογράφο, με σημαντικότερες τις ταινίες τρόμου. Σήμερα κάποιες από αυτές ίσως θα φαίνονταν αρκετά ελαφριές με τα σημερινά δεδομένα, αλλά για την εποχή τους ήταν ταινίες τρόμου. Άλλωστε ο τρόμος τότε ήταν ακόμα ακατέργαστο είδος, και δεν είχε τη μορφή που έχει σήμερα. Σε αυτές τις βουβές ταινίες, έχει αρκετό ενδιαφέρον να παρατηρεί κανείς και τα χείλια των ηθοποιών όταν παίζουν, αντί να περιμένει μόνο τις λεζάντες. Αν καταλαβαίνει τη γλώσσα, μπορεί να διακρίνει πολλά πράγματα που λένε, και το αίσθημα είναι εντελώς διαφορετικό, έτσι γνωρίζεις καλύτερα και τους χαρακτήρες και την υπόθεση.

Erotikon 1920


Erotikon 1920
Ερωτικό


Σκηνοθεσία: Mauritz Stiller
Συγγραφείς: : Ferenc Herczeg , Gustaf Molander
Διάρκεια: 1h 46min
Είδος: Comedy, Romance
Παίζουν:
Anders de Wahl = Καθηγητής Leo Charpentier
Tora Teje = Irene Charpentier, γυναίκα του καθηγητή
Karin Molander = Marthe, Ανεψιά του Leo
Elin Lagergren = Μητέρα της Irene
Lars Hanson = Preben Wells, ο γλύπτης
Vilhelm Bryde = Βαρόνος Felix
Μεσότιτλοι = Γιάννης από Ανάβυσσο


Ο Mauritz Stiller γεννήθηκε το 1886 από εβραίους γονείς στην Φιλανδία, που τότε ήταν μέρος της Ρωσικής αυτοκρατορίας. Τα 1904 διέφυγε στην Σουηδία και βρήκε δουλειά στο θέατρο όπου εργάστηκε ως ηθοποιός και σκηνοθέτης. Αλλά αυτό που τον απορρόφησε ολοκληρωτικά ήταν το να κάνει ταινίες.


Μία από τις σπουδαιότερες ταινίες του και μία από τις σπουδαιότερες βουβές ταινίες του Σουηδικού κινηματογράφου ήταν η ταινία: EROTIKON του 1920. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στη Σουηδία, στις 8 Νοεμβρίου 1920. Έγινε μεγάλη  εμπορική επιτυχία και πουλήθηκε σε 45 αγορές του εξωτερικού. Πρόκειται για κωμωδία που ασχολείται με τις ερωτικές ίντριγκες της αστικής τάξης και επηρέασε τους Τσάρλι Τσάπλιν στην ταινία του Μια γυναίκα από το Παρισι (1923), τον Jean Renoir στο «Ο Κανόνaς του Παιχνιδιού» 1939, τον Ingmar Bergman στο  «Χαμόγελα Καλοκαιρινής Νύχτας», και άλλους.
Μας παρουσιάζεται ο καθηγητής εντομολογίας Leo Charpentier ο οποίος ερευνά την σεξουαλική ζωή των εντόμων.


Η γυναίκα του Ειρήνη περνά την ώρα της χαζεύοντας διάφορα γουναρικά και κοσμήματα. Δεν φαίνεται να την ενδιαφέρει και πολύ ο άντρας της, ο καθηγητής. Είναι ερωτευμένη με τον γλύπτη Πρέμπεν, τον καλλίτερο φίλο του καθηγητή.
Δεν χάνει όμως την ευκαιρία να φλερτάρει με τον βαρόνο Φέλιξ ο οποίος την πηγαίνει βόλτες με το αεροπλάνο του.


Του Πρέβεν του αρέσει κι αυτού η Ειρήνη αλλά δεν τολμά να της το φανερώσει αφού είναι η γυναίκα του καλύτερου φίλου του. Όταν όμως του περνά η ιδέα ότι η Ειρήνη προχώρησε την σχέση της με τον βαρόνο, λυσσάει από ζήλια. Μια και δεν έχει κανένα δικαίωμα να επέμβει στη ζωή της, από εκδίκηση ειδοποιεί τον φίλο του καθηγητή πως η γυναίκα του τον απατά. Τότε η Ειρήνη που φαίνεται να ψάχνει ευκαιρία να απαλλαγεί από τον καθηγητή, παραδέχεται ότι και καλά δεν του ήταν πιστή και ως εκ τούτου γυρίζει στην μητέρα της. Ο καθηγητής που είναι ξετρελαμένος με την ανιψιά του και με κολακεία αντιμετωπίζει το φλερτ της, δεν φαίνεται να πολυστενοχωριέται για τον χωρισμό με την γυναίκα του. Κάποια στιγμή ο Πρέμπεν αντιλαμβάνεται ότι έκανε λάθος και πως δεν υπήρξε καμία προχωρημένη σχέση μεταξύ Ειρήνης και βαρόνου. Τότε πηγαίνει στο σπίτι της μητέρας της Ειρήνης για να της ζητήσει συγνώμη και να την πείσει να επανέλθει στον άντρα της. Αυτή όμως του αποκαλύπτει ότι είναι ερωτευμένη μαζί του.
Παίρνει τηλέφωνο τον άντρα της, του ανακοινώνει τα νέα και εύχεται σ’ αυτόν και στην ανιψιά να ευτυχίσουν και αυτοί όπως η ίδια με τον Πρέμεντ..

The Last of the Mohicans (1920)

The Last of the Mohicans (1920)
Ο τελευταίος Των Μοϊκανών




ΣκηνοθέτεςClarence BrownMaurice Tourneur
ΣυγγραφείςJames Fenimore Cooper (Νουβέλα), Robert Dillon (Σενάριο)
ΠαίζουνBarbara Bedford = Cora MunroLillian Hall = Alice Munro
Alan Roscoe = UncasWallace Beery = MaguaHenry Woodward = Ταγματάρχης Heyward,
James Gordon = Συνταγματάρχης MunroGeorge Hackathorne = Λοχαγός Randolph,
Boris Karloff = Ένας Ινδιάνος
Είδος: Περιπέτεια, Δράμα. Διάρκεια: 73 λεπτά. Γλώσσα: Ταινία βουβή.
Ελληνικοί Μεσότιτλοι: Σε ξεχωριστό αρχείο μεταφρασμένοι από μένα.

Το μυθιστορία του James Fenimore Cooper,  " Ο τελευταίος των Μοϊκανών" εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 1826. Η υπόθεσή του είναι εν συντομία η εξής:
Το 1757, στα μέσα της τρίτης χρονιάς του πολέμου που έκαναν οι Γάλλοι με τους Άγγλους για την κυριαρχία στη Βόρεια Αμερική, ένα βρετανικό απόσπασμα ξεκίνησε από το φρούριο Έντουαρντ για να πάει να ενισχύσει τον συνταγματάρχη Munro στο φρούριο Ουίλιαμ Χένρι. Οι τέσσερις αυτοί άνθρωποι ήταν οι δύο κόρες του συνταγματάρχη, η Cora και η Alice Munro, ο Άγγλος ταγματάρχης Henry Woodward που είχε αναλάβει να τις συνοδεύσει ως το οχυρό του πατέρα τους, και ο Ινδιάνος οδηγός τους, ο Magua. Είχαν προτιμήσει να πάρουν διαφορετικό δρόμο από το απόσπασμα, πιστεύοντας πως έτσι θα ήταν πιο ασφαλείς γιατί θα απέφευγαν τις συμπλοκές που πιθανόν να είχαν οι στρατιώτες με τους Ινδιάνους.
Από την πρώτη στιγμή η παρουσία του οδηγού τους Magua φαινόταν ύποπτη. Και πράγματι κάποια στιγμή εξαφανίζεται και ενώνεται με Ινδιάνους εχθρούς των Άγγλων και συμμάχων των Γάλλων και όλοι μαζί προσπαθούν να επιτεθούν στην ομήγυρη των Άγγλων.
Όταν το έμαθε αυτό ο Uncas, έφυγε και πήγε να προστατέψει τους Άγγλους και ιδίως τα κορίτσια. Μεταξύ του Uncas και της Cora αναπτύσσεται μια συμπάθια που φαίνεται ότι θα καταλήξει σε έρωτα.
Να διευκρινίσω ότι ο Uncas και ο πατέρας του είναι οι μόνοι επιζήσαντες μιας Ινδιάνικης φυλής, των Μοϊκανών. Ο πατέρας αποβλέπει στο ότι ο γιος του κάποτε με τους απογόνους του θα ξαναζωντανέψει την παλαιά αυτή φυλή. Αν ο γιος του χαθεί, αυτό θα σημάνει την οριστική εξαφάνιση της φυλής.
Ο προδότης όμως Ινδιάνος Magua έχει βάλει και αυτός στο μάτι την Cora και επιδιώκει αφενός να εξοντώσει τους Άγγλους, αφετέρου να υποτάξει για λογαριασμό του την Cora. Τελικά μετά από πολυάριθμα δραματικά γεγονότα όπού λαβαίνει χώρα ανατριχιαστική σφαγή, σκοτώνονται και οι τρεις τους. Έτσι χάθηκε και ο τελευταίος των Μοϊκανών.
Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα ανέβηκε πολλές φορές στον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Η πρώτη φορά ήταν το 1920 από τους σκηνοθέτες Clarence Brown και Maurice Tourneur. Η ταινία αυτή είναι ένα πραγματικό αριστούργημα. Αν και βωβή ταινία, οι σκηνοθέτες εφαρμόζουν το γνωστό: "Μια εικόνα χίλιες λέξεις"! Πράγματι, ενώ δεν υπάρχουν πολλές κάρτες με επεξηγηματικούς μεσότιτλους, η κάμερα μας παρουσιάζει με τόσο ρομαντικό τρόπο τα τοπία και τα πρόσωπα των ανθρώπων όταν εμφορούνται από διάφορα συναισθήματα, που ξεχνάς ότι παρακολουθείς μια βωβή ταινία. Παρά τις βίαιες σκηνές της ταινίας που παρακολουθούμε από σφαγές αμάχων μέχρι κα εν ψυχρό παιδοκτονία, στο τέλος μας μένει η εντύπωση πως παρακολουθήσαμε ένα ρομαντικό ποιητικό αριστούργημα.
Φυσικά αν δεν τις πάτε καθόλου τις βωβές ταινίες, δεν θα σας πείσω να αλλάξετε γούστα. Απευθύνομαι σε αυτούς που ανακαλύπτουν στα πρώτα βήματα του κινηματογράφου, ένα διαφορετικό είδος τέχνης.

WITHIN OUR GATES 1920




WITHIN OUR GATES 1920




Η απάντηση του Αφροαμερικανού σκηνοθέτη Oscar Micheaux στον DW Griffen για την ταινία του: Η Γέννηση ενός Έθνους


Το 19819 φυλετικές ταραχές ξέσπασαν στο Σικάγο με αφορμή την ταινία του DW GriffenΗ Γέννηση ενός Έθνους, όπου οι μαύροι παρουσιάζονται ως επί το πλείστον ως ταραχοποιά στοιχεία, οι δε Κου-Κουξ-Κλαν ως «αγανακτισμένοι» λευκοί νοικοκυραίοι που καλύφτηκαν με σεντόνια και ξεχύθηκαν να αντιμετωπίσουν τους ταραχοποιούς νέγρους και να βοηθήσουν τους ανήμπορους λευκούς!
Ο Oscar Micheaux θεωρείται ο πατέρας του Αφοαμερικανικού κινηματογράφου μια και ο ίδιος – συγγραφέας, σεναριογράφος, σκηνοθέτης και παραγωγός – είναι ο πρώτος Αφροαμερικανός σκηνοθέτης που γύρισε πάνω από 40 ταινίες. Αυτή είναι μόλις η δεύτερή του.




Για χρόνια η ταινία αυτή θεωρείτο χαμένη μέχρι που σε μια ταινιοθήκη της Ισπανίας το 1993 βρέθηκε η μοναδική σωζόμενη κόπια που είχε μετονομάστηκε ως «Η ΝΕΓΡΑ» σε φιλμ «Νιτρικής Κυτταρίνης» (εύφλεκτη). Αμέσως η εταιρία Filmoteca Espanola, στη Μαδρίτη, ανέλαβε την αποκατάστασή της και παρήγαγε ένα ασφαλές αντίγραφο!
Στη συνέχεα η ταινία αγοράστηκε από την «Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου» τμήμα: «Κινούμενη Εικόνα», «Ραδιοφωνία» και «Ηχογράφηση».
Το επόμενο βήμα ήταν η αποκατάσταση των Μεσότιτλων. Αυτοί, αρχές δεκαετίας του 20, είχαν «σβηστεί» για να μπουν στη θέση τους οι μεταφρασμένοι Ισπανικοί, οι δε πρωτότυποι χάθηκαν για πάντα. Τότε έγινε η αντίστροφη μετάφραση, από Ισπανικά στα Αγγλικά. Τα μεταφρασμένα αυτά όμως κείμενα δεν ανταποκρινόντουσαν με τα αυθεντικά όπως εγράφησαν την εποχή εκείνη όπου επικρατούσε η νότια Αφροαμερικανική διάλεκτος και διαφορετικοί ιδιωματισμοί. Για να προσεγγίσουν οι μεσότιτλοι αυτοί το πνεύμα του Oscar Micheaux και της εποχής του, ελήφθησαν υπόψη τρεις νουβέλες του σκηνοθέτη καθώς και οι μεσότιτλοι από ένα μετέπειτα φιλμ του, το μόνο που διεσώθη ολοκληρωτικά. Δυστυχώς! Και λέω δυστυχώς διότι για εμάς που ας ασχολούμαστε με μετάφραση μεσότιτλων και υποτίτλων αυτό ήταν ένας Γολγοθάς! Δέστε ένα παράδειγμα για να καταλάβετε τι εννοώ:
And nowmy beloved brethren and sistren,
that school 'n' unload 'em on all them dumb niggahs

Και τώρα ως προς την υπόθεση. Παρόλο που υπάρχει σαφείς διαχωρισμός της ρατσιστικής νοοτροπίας μεταξύ Βορά και Νότου, ο σκηνοθέτης θέλει να μας δείξει πως η ηπιότερη συμπεριφορά των Βορίων έχει πολιτικά κίνητρα, για να δείξουν ότι διαφέρουν από τους Νότιους. Στην πραγματικότητα υποβόσκει ο ίδιος ρατσισμός αλλά εκφράζεται με διαφορετικό τρόπο. Ακόμα και οι (ας πούμε) υποστηρικτές των δικαιωμάτων των νέγρων, τους θεωρούν κατώτερα πνευματικώς όντα και τους υποστηρίζουν ως φιλάνθρωποι, όπως ακριβώς και σήμερα διάφοροι φιλόζωοι ενισχύουν φιλοζωικές οργανώσεις χωρίς να πιστεύουν ότι ζώα και άνθρωποι είναι του ίδιου πνευματικού επιπέδου. Σε απάντηση στον Griffen που εμφανίζει νέγρους κακοποιούς να κατατρέχουν λευκούς, μας παρουσιάζει όχλο λευκών που αποτελείτε από άνδρες και γυναικόπαιδα να λυντσάρουν και να καίνε μια οικογένεια νέγρων διότι πιστεύουν εσφαλμένα πως είναι υπεύθυνοι για την δολοφονία ενός κτηματία.


Και σε αντίθεση με την ταινία Η Γέννηση ενός Έθνους, όπου ο Griffen μας παρουσιάζει ένα νέγρο να κυνηγά με σκοπό να βιάσει μια νεαρή ηρωίδα, εδώ μας παρουσιάζεται ο αδελφός του δολοφονηθέντος, να μην είναι ικανοποιημένος από τα τόσα λιντσαρισμένα θύματα αλλά να επιτίθεται και να προσπαθεί να βιάσει την Σύλβια (EVELYN PREER), μια διανοούμενη δασκάλα την οποία είχε υιοθετήσει η οικογένεια που λιντσαρίστηκε. Στο τέλος αυτή διεσώθη διότι ο υποψήφιος βιαστής της ξεσκίζει την μπλούζα και με φρίκη διαπιστώνει από ένα σημάδι στο στήθος της ότι η Σίλβια στην πραγματικότητα είναι κόρη του από νόμιμο γάμο που είχε συνάψει με μία νέγρα και που αργότερα παρεδόθη προς υιοθεσία στην οικογένεια που λιντσαρίστηκε. Αυτός δε ήταν που πλήρωσε την εκπαίδευση της νεαράς!


Εδώ διαπιστώνουμε κάποια αφέλεια στο σενάριο που τείνει να κάνει το έργο «Μελό»! Αλήθεια πως θα ήταν δυνατόν ένας τέτοιος ρατσιστής να έχει συνάψει νόμιμο γάμο με νέγρα γυναίκα!
Πάντως ο σκηνοθέτης δεν μας παρουσιάζει όλους τους νέγρους ως αγίους. Όπως και μεταξύ των λευκών υπάρχουν καλοί και κακοί. Υπάρχει π.χ. Ο Λάρι, ο ετεροθαλής αδελφός της ξαδέλφης της Σίλβια ο οποίος είναι ένας κοινός γκάνγκστερ.


Ο δε Εφραίμ, ο υπηρέτης του δολοφονηθέντος κτηματία που είναι ένας σιχαμερός γλείφτης και που για να τα έχει καλά με τους λευκούς δεν διστάζει να υποδεικνύει άδικα ανθρώπους της φυλής του ως δολοφόνους. Στο τέλος, αφού με τις ενέργειές του αυτές έχει κεντρίσει το φυλετικό μίσος των


Τελικά την ταινία εκτός από πολιτική, μπορούμε να την χαρακτηρίσουμε γκανγκστερική και ταινία μελό.
Τους μεσότιτλους της ταινίας μετέφρασα εγώ.

Τετάρτη 27 Μαΐου 2020

The Saphead 1920


The Saphead 1920
Ο Κουφιοκέφαλος


Σκηνοθεσία: Herbert Blaché, Winchell Smith
Συγγραφείς: Bronson Howard
Παίζουν: Edward Jobson, Beulah Booker, Edward Connelly, Buster Keaton, κλπ
Είδος: Comedy
Διάρκεια: 1h 17min
Μεσότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο


Η ιστορία του Μπέρτι Βαν Αλστάιν ενός ανόητου πλουσιόπαιδου που αποκληρώνεται και χάνει τα πάντα, μεταξύ των όποιων και την αγαπημένη του άλλα στο φινάλε ως εκ θαύματος καταφέρνει να ανατρέψει τα σχέδια μιας ομάδας απατεώνων την οποία διευθύνει ο γαμπρός του και στόχο έχει την οικονομική ανάδειξη εις βάρος της οικογενείας των Βαν Αλστάιν.


Κομεντί με δραματικά στοιχεία η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Κίτον (ως ηθοποιού) που τον καθιέρωσε κιόλας αποτελεί μεταφορά στο σινεμά ενός θεατρικού ονόματι Η Νέα Εριέττα (Γουίντσελ Σμιθ, Βίκτορ Μέιπς 1887), το οποίο ανέβασε στο Broadway ο Φέρμπανκς το 1913. Τα κωμικά στοιχεία βεβαίως δεν είναι πολλά και το φιλμ δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα στις μεγάλες στιγμές του Κίτον. Ωστόσο ο ρόλος του Μπέρτι με το δραματικό στοιχείο κάτω από την επιφάνεια που θυμίζει και κάτι από τον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι (αν και εκ πρώτης όψεως φαίνεται τυπικά κωμικός και από τύχη ευτυχισμένος), βοήθησε τον αγέλαστο και ανέκφραστο Κίτον να δουλέψει πάνω σε αυτόν τον τύπο ηρώων δίνοντας στο σινεμά μερικές αξιομνημόνευτες μορφές.


Να πούμε όμως και για το φιλόδοξο Saphead (κυρίως λόγο ασυνήθιστα μεγάλης διάρκειας σε σύγκριση με τις ταινίες της εποχής του,) που σκηνοθέτησε ο όχι ιδιαίτερα γνωστός σκηνοθέτης του βωβού Χέρμπερτ Μπλάσε, ότι διατηρεί μέχρι σήμερα μια γοητευτική ατμόσφαιρα και παρακολουθείται με ενδιαφέρον.




Der Golem, Wie Er in Die Welt Kam 1920


Der Golem, Wie Er in Die Welt Kam 1920
Το Γκόλεμ


Σκηνοθεσία: Carl Boese, Paul Wegener
Συγγραφείς: Henrik Galeen, Paul Wegener
Παίζουν: Wegener, Albert Steinrück, Ernst Deutsch, και άλλοι
Είδος: Fantasy, Horror
Διάρκεια: 1h 16min
Μεσότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο


Το Γκόλεμ, (γερμ. τίτλος: Der Golem, wie er in die Welt kam, Το Γκόλεμ, πώς ήλθε στη γη ) είναι γερμανικό κινηματογραφικό έργο του εξπρεσιονισμού του 1920 σε σκηνοθεσία του Πάουλ Βέγκενερ και του Καρλ Μπέζε. Θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα κινηματογραφικά έργα στις κατηγορίες βουβού κινηματογράφου, ταινίες φρίκης, εξπρεσιονισμού καθώς και του γερμανικού κινηματογράφου.


Το Γκόλεμ βασίζεται στον μύθο περί του Ραβίνου Ιούδα Λεβ που έζησε στην Πράγα. Τα επιβλητικά σκηνικά του Χανς Πέλτζιγκ και του Κουρτ Ρίχτερ σε στυλ του εξπρεσιονισμού μεταφέρουν τον θεατή σε μια εποχή του ρομαντισμού. Η ταινία ήταν μια από τις εμπορικότερες παραγωγές του γερμανικού κινηματογράφου, αφού οι αίθουσες ήταν γεμάτες για μήνες, και προβλήθηκε ακόμα και στην Αμερική και στην Κίνα.


Ακολουθούν λεπτομέρειες της υπόθεσης ή του τέλους.
Όταν ο Ραβί Λεβ μελετάει τους αστερισμούς, προαισθάνεται ότι κάποιος σοβαρός κίνδυνος εγκυμονεί απειλώντας το εβραϊκό γκέτο της Πράγας. Αποφασίζει να ζωντανέψει το Γκόλεμ, μια μυθική άβουλη αλλά παντοδύναμη μορφή, που κατά τον μύθο ήταν φτιαγμένη από πηλό. Και πράγματι, ο αγγελιοφόρος Φλόριαν φέρνει τα μαντάτα: ο Αυτοκράτορας έχει εξαγγείλει μέτρα εναντίον των Εβραίων.


Ο Ραβί Λεβ είναι κατατρομαγμένος και αναζητά τον αυτοκράτορα για να του ζητήσει χάρη. Ο αυτοκράτορας τον δέχεται στο παλάτι κατά την διάρκεια μιας εορταστικής τελετής, όταν ξαφνικά γίνεται σεισμός και το παλάτι ταρακουνιέται και είναι έτοιμο να γκρεμιστεί. Ο Ραβί Λεβ φωνάζει το Γκόλεμ που σώζει τον αυτοκράτορα. Ο αυτοκράτορας για να του ανταποδώσει ακυρώνει τα μέτρα κατά των Εβραίων.


Ο Λεβ πάει το Γκόλεμ πίσω στο εργαστήρι του και το αφήνει εκεί, ξεχνάει όμως να το απενεργοποιήσει. Ο Φλόριαν που έχει ερωτευτεί την κόρη του Ραβί, τρυπώνει κρυφά στο σπίτι του Λεβ για να συναντηθεί με την Μίριαμ. Εκεί θα τον ανακαλύψει ο παραγιός του Λεβ και θα διατάξει το Γκόλεμ που ακόμα είναι στο εργαστήριο, να τον κυνηγήσει. Το Γκόλεμ θα σκοτώσει τον Φλόριαν στην πάλη που θα ακολουθήσει και το σπίτι του Λεβ θα πιάσει φωτιά.



Το Γκόλεμ βγαίνει από το σπίτι και αρχίζει να κινείται ανεξέλεγκτο μέσα στην πόλη. Στο δρόμο του γκρεμίζει τα τείχη της πόλης και βγαίνει στα χωράφια. Εκεί αρπάζει ένα κοριτσάκι και το ανεβάζει στον ουρανό. Το κοριτσάκι βλέπει το εβραϊκό αστέρι που έχει το Γκόλεμ κρεμασμένο στο λαιμό. Χωρίς να ξέρει ότι αυτό είναι που του δίνει τη μαγική δύναμη, του το αφαιρεί. Το Γκόλεμ ξεψυχάει χάνοντας τις μαγικές δυνάμεις του και καταρρέοντας άψυχο στη γη.




Way Down East 1920


Way Down East 1920
Αγάπη στη Θύελλα


Σκηνοθεσία: D.W. Griffith
Συγγραφείς; Lottie Blair Parker, William A. Brady
Είδος: Drama, Romance
Διάρκεια: 2h 25min
Παίζουν: Lillian Gish, Richard Barthelmess, Mrs. David Landau, και άλλοι
Μεσότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο


Μια αφελής κοπέλα από το χωριό ξεγελιέται από έναν πλούσιο άντρα που της υπόσχεται γάμο. Αφού, πια, την παρατήσει, πρέπει να ξαναφτιάξει τη ζωή της, έχοντας και ένα παιδί στα χέρια από τον γάμο της.
                                                                   
                                         


Το θεατρικό του Joseph R. Grismer πρωτόγινε ταινία το 1908. Η δεύτερη φορά ήταν το 1914. Το 1935 ο Henry King το έκανε για τελευταία φορά, με τον Henry Fonda στον ρόλο του «κακού», αλλά με λίγη επιτυχία. Η εκδοχή του Griffith θεωρείται μακρά η καλύτερη.

2 

Μια σκηνή, που δίχνει καταρράκτες και όγκους πάγου, άφησε εποχή. Λόγω αυτού του επικινδύνου γυρίσματος, η Lillian Gish είχε αδυναμία στο δεξί της χέρι, ως και που πέθανε. Η σκηνή, υποστηρίζουν πολλοί, ότι ενέπνευσε και τον Sergei Eisenstein για την περιβόητη σκηνή στους πάγους του Λέων του Νέβα.

#

Τους μεσότιτλους τους μετέφρασα από τα Γαλλικά, μια και το DVD που αγόρασα στην Γαλλία ήταν η Γαλλικέ βερσιόν της ταινίας.



LEAVES FROM SATAN'S BOOK 1920


LEAVES FROM SATAN'S BOOK 1920
Σελίδες από το Ημερολόγιο του Σατανά



Σκηνοθεσία: Carl Th. Dreyer
Συγγραφείς: Edgar Høyer, Marie Corelli
Είδος: rama
Διάρκεια: 2h 47min
Παίζουν: Helge Nissen, Halvard Hoff, Jacob Texiere, και άλλοι
Μεσότιτλοι: <<RON>>


«Από τώρα και στο εξής, κάθε φορά που κάποιος θα υποκύπτει στον πειρασμό σου, η κατάρα σου θα επεκτείνεται κατά χρόνια. Αλλά για κάθε έναν που θα σου αντιστέκεται, η ποινή σου θα μειώνεται κατά χίλια χρόνια. Πήγαινε και συνέχισε το διαβολικό έργο σου.»


Το δεύτερο φιλμ του Carl Dreyer, του Δανού της τριάδας των μεγάλων Καθολικών δημιουργών (οι άλλοι δύο είναι ο Bresson και ο Rossellini), εκκινεί από μία κατάρα εκτός πλάνου –όχι μόνο κινηματογραφικού, αλλά και κοσμικού. Οι ρίζες του αρχέτυπου μύθου βρίσκονται εκτός Κτίσης, συνεπώς είναι υπερ-ιστορικές. Πώς να μην αποτελέσουν πρώτης τάξης υλικό για αβαθή αναγνώσματα, όπως αυτό της Marie Corelli; Μεταποιημένο από την πένα του συγγραφέα Edgar Hoyer, το σενάριο θα συναντούσε με τρόπο καρμικό το σκηνοθέτη. Έναν 29χρονο νέο, που μοιάζει να μην ξέρει πολλά και όμως θέλει να τα πει όλα.

Με την κεκτημένη ταχύτητα της γνωριμίας με το γκριφιθικό έργο, ο Dreyer επιδεικνύει την φιλοδοξία να επανεγγράψει τη «Μισαλλοδοξία», με μια διασύνδεση τεχνικών επιτευγμάτων και απόδοσης περιεχομένου. Για να ανοίξει τελικά ένα παράθυρο στο μέλλον: εκτός από το κατεξοχήν Καλό (Ιησούς), οι εκπρόσωποί του στα επόμενα επεισόδια της σπονδυλωτής ταινίας «Σελίδες από το ημερολόγιο του Σατανά» είναι γένους θηλυκού. Διόλου τυχαία βέβαια, καθώς πρόκειται για τους προδρόμους της μεγάλης εμμονής του Dreyer. Από τη Βικτορίν του «Προέδρου» και την Ίντα του «Αφέντη του σπιτιού» μέχρι τη Ζαν ντ’ Αρκ και την Αν στις «Μέρες Οργής», ο δημιουργός κεντράρει στην κατατρεγμένη γυναίκα και την «αγιοποιεί». Διόλου τυχαία επίσης, αν ανατρέξει κανείς στο ιστορικό της αποκοπής του από τη στοργή της φυσικής του μητέρας. Μόνο που οι εξω-φιλμικές αναζητήσεις παρασέρνουν σε άλλα μονοπάτια.
Έχουμε και λέμε, λοιπόν, ως προς το σκελετό του φιλμ:
Στην Ιερουσαλήμ περί το τέλος της ζωής του Ιησού, ο Ιούδας πείθεται από τον Σατανά να προδώσει τον δάσκαλό του.


Στην Ισπανία του 17ου αιώνα, ένας μοναχός μπαίνει στην υπηρεσία της Ιεράς Εξέτασης και οδηγεί στην πυρά την γυναίκα που αγαπά.
Στο Παρίσι του 1793, ένας υπηρέτης γίνεται στέλεχος της Επανάστασης. Προδίδει την γυναίκα και την κόρη του αφεντικού του, τις οποίες είχε αναλάβει να φυγαδεύσει, αλλά και την φυλακισμένη Μαρία Αντουανέτα.
Στην κατεχόμενη από τους κομουνιστές Φινλανδία του 1918, μπολσεβίκοι καταλαμβάνουν έναν σιδηροδρομικό σταθμό και θέτουν ένα τραγικό δίλημμα στην γυναίκα του. Εκείνη αυτοκτονεί για να βγει από το αδιέξοδο, σώζοντας τον Σατανά από 1000 χρόνια καταδίκης.
Να το επαναλάβω με άλλα λόγια, ως γραφικός αυτόκλητος συνήγορος; Αυτός ο πρώιμος Dreyer είναι ένας κινηματογραφιστής έκθαμβος από την «Γέννηση ενός έθνους» και τη «Μισαλλοδοξία», ένας τεχνίτης έμπλεος ενθουσιασμού από την δυνατότητα να δουλέψει για πρώτη φορά με φορητή κάμερα, κινώντας την κάθετα και οριζόντια. Από αυτήν την άποψη, ο Dreyer στην αφετηρία της καριέρας του διάγει βίο παράλληλο με το υπερατλαντικό ίνδαλμά του: ακόμα και σήμερα δεν έχει απενοχοποιηθεί πλήρως κάθε αναφορά στο έργο του Γκρίφιθ, του οποίου το πάθος για την εφεύρεση της κινηματογραφικής αλφαβήτου έστεκε αδιάφορο απέναντι στον προπαγανδιστικό χρωματισμό.
Επιστρέφω στο Dreyer, για να αποκλείσω την παραγραφή ή το συγχωροχάρτι λόγω μουσειακής αξίας. Προφανώς και η σύνδεση των τεσσάρων ιστοριών βρίθει μεταφυσικής αφέλειας, στερείται οποιουδήποτε ψήγματος διαλεκτικής και κρίνεται παντελώς ανιστόρητη. Προφανώς και ο Ιούδας σκιαγραφείται ως γκροτέσκα, μειονεκτική καρικατούρα, προκαλώντας θυμηδία σε όποιον τον θεωρεί ως το κατεξοχήν τραγικό πρόσωπο στο θέατρο των Παθών. Ακόμα προφανέστερα, το ανακάτεμα κάθε μορφής βίας στο ίδιο καζάνι (εκεί όπου ένας Ιεροεξεταστής συναντά… έναν μπολσεβίκο!) είναι βαθιά αντιδραστική και μεταθέτει το στοχασμό πάνω στη μισαλλοδοξία σε επίπεδο νηπιακό. Ελάχιστα σώζεται η παρτίδα από τη συμπάσχουσα περσόνα του Σατανά, που προοιωνίζει απλώς την ωριμότερη κοσμοθεωρία του μεταγενέστερου Dreyer.


Κρατήστε όλα τα παραπάνω, μαζί με το «προφανώς». Σα να λέμε: είναι τόσο οφθαλμοφανές, ώστε καθιστά παρωχημένη την όποια ένσταση. Προτιμότερο να στραφεί κανείς στην σύνθεση των κάδρων, άλλοτε αναγεννησιακή (το κάδρο της επάλειψης του μύρου από τη Μαγδαληνή), άλλοτε με θαυμαστή συμμετρία και υπερτονισμένα στοιχεία στο ντεκόρ (το τελευταίο γενικό πλάνο του δεύτερου επεισοδίου). Στους πειραματισμούς πάνω στο μοντάζ, στην διαδοχή των πλάνων (η μοναξιά του Ιούδα και αυτή του Σατανά) και στην επιτάχυνσή της σε συνδυασμό με την εσωτερική κινησιολογία του κάδρου. Στην δειλή αλλά λειτουργική χρήση του τράβελινγκ, στο δάνειο των «κυκλικών κας» από τον Γκρίφιθ και στον έξοχο συνδυασμό εξπρεσιονιστικών φωτισμών και γκρο πλάνων ιδίως στο τελευταίο επεισόδιο. Στο παράδοξο, τέλος, της πολλαπλής «βλασφημίας» που πέτυχε ο Dreyer: η ταινία χτυπήθηκε ανελέητα από την Αριστερά της εποχής για τους αυτονόητους λόγους, αλλά και από την Εκκλησία. Άκουσον άκουσον, ο Εωσφόρος να συνεργάζεται με τον Ύψιστο –σκάνδαλο για την… παρθενία του απόλυτου Καλού της ιουδαιοχριστιανικής σκέψης. Ανάλογο «μπίνγκο» θα πετύχαινε χρόνια αργότερα και ο ντε Σίκα με το «Θαύμα στο Μιλάνο».



Τετάρτη 21 Μαΐου 2014

Das Cabinet des Dr. Caligari (1920)

Das Cabinet des Dr. Caligari (1920)
Το Εργαστήριο του Δρ. Καλιγκάρι



Αναρτήθηκε στο Cahiers du cinema

Το εργαστήρι του Δρ. Καλιγκάρι» είναι γερμανικό ασπρόμαυρο εξπρεσιονιστικό έργο του 1920. Θεωρείται ως έργο-ορόσημο στην ιστορία του κινηματογράφου και ειδικότερα του κινήματος του γερμανικού εξπρεσιονισμού.

Κάποτε σε ένα πανηγύρι εμφανίζεται ένας πλανόδιος μάγος, ο Δρ. Καλιγκάρι με τον υπνοβάτη Τσέζαρε που βρίσκεται σε ύπνο εδώ και 25 χρόνια. Ο μάγος στις παραστάσεις του ξυπνάει τον υπνοβάτη για να απαντήσει στις ερωτήσεις του κοινού. Ένας από τους θεατές, ο Άλαν, τον ρωτάει: «Πόσο θα ζήσω ακόμα;» και ο Τσέζαρε του απαντάει: «Το τέλος σου θα έρθει σύντομα. Απόψε θα πεθάνεις.» Πραγματικά ο θεατής αυτός δολοφονείται την ίδια νύχτα. Από κει και πέρα η μικρή πόλη τρομοκρατείται από μια σειρά μυστηριωδών νυκτερινών δολοφονιών. Η αστυνομία πιάνει έναν μικρολωποδύτη που ομολογεί ότι σκόπευε να δολοφονήσει μια γριούλα, αλλά για τις δολοφονίες είναι αθώος. Ενώ ο Τσέζαρε βρίσκεται νεκρός μετά την αποτυχημένη προσπάθειά του να απαγάγει την νεαρή και όμορφη Τζέην, ο Φράνσις, φίλος του δολοφονημένου θεατή, αρχίζει έρευνες και ανακαλύπτει μια τρομερή αλήθεια, ο μάγος είναι ο διευθυντής του τρελοκομείου της πόλης, που χρησιμοποιεί για ψευδώνυμο το όνομα Δρ. Καλιγκάρι. Ο Δρ. Καλιγκάρι είχε κάνει μια διατριβή με θέμα ένα μύθο του 11ου αι., σύμφωνα με τον οποίο ο ομώνυμος μάγος είχε δημιουργήσει έναν δαίμονα, τον Τσέζαρε. Ο Καλιγκάρι είχε συνεχίσει στην διάρκεια της σταδιοδρομίας του να ασχολείται με τον μύθο αυτό, προσπαθώντας να τον επαναλάβει. Όταν μια μέρα οι γιατροί του τρελοκομείου του έφεραν έναν ασθενή υπνοβάτη που κοιμόταν διαρκώς, ο Δρ. Καλιγκάρι συνειδητοποιεί ότι αυτή είναι μια μοναδική ευκαιρία και αποφασίζει να χρησιμοποιήσει τον υπνοβάτη για να πραγματοποιήσει κρυφά τα σχέδιά του. Ο υπνοβάτης παίρνει το όνομα του πνεύματος Τσέζαρε και γίνεται άβουλος δούλος του Δρ. Καλιγκάρι. Μέσα στον ύπνο του εκπληρώνει τις νυκτερινές δολοφονίες που αυτός του υπαγορεύει. Τελικά ο Φράνσις αποκαλύπτει την αλήθεια και κατορθώνει να πιάσουν τον Δρ. Καλιγκάρι και να τον κλείσουν μέσα στο ίδιο το τρελοκομείο φορώντας του τον ζουρλομανδύα. Το έργο θα έχει όμως μια άλλη, απρόβλεπτη κατάληξη…

Ο Γερμανικός Εξπρεσιονισμός ξεκινά από την ζωγραφική στις αρχές του α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μεταφέρει την αγωνία των καλλιτεχνών για τη μορφή που σταδιακά αποκτά η γερμανική κοινωνία και ο κόσμος γενικότερα. Αργότερα το κίνημα περνά στον κινηματογράφο. Αναπτύσσεται την περίοδο του μεσοπολέμου και εκφράζει παρόμοια συναισθήματα με αυτά της ζωγραφικής. Αντί να θριαμβολογεί και να μιλά για την ηθική που μπορεί το άτομο να επιδείξει, παρουσιάζει ένα κόσμο σκοτεινό, βίαιο και επικίνδυνο. Φανερώνει τη χρεοκοπία της πίστης στη λογική και την επιστήμη και τον τρόμο για τον πόλεμο που έρχεται. Ένα πόλεμο που προκαλεί η κοινωνία της λογικής και της επιστήμης. Για το λόγο αυτό συχνά οι ταινίες προβάλλουν ιστορίες ανθρωποφάγων τεράτων (Νοσφερατου- Μουρνάου) παραφρόνων (Το εργαστήρι του Δρ. Καλιγγάρι) και κοινωνικών αντιπαραθέσεων με μεταφυσικά στοιχεία (Μετρόπολις – Λανγκ).

Ο γερμανικός εξπρεσιονισμός στον κινηματόγραφο έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: 1. Τα σκηνικά, τα κουστούμια και ο φωτισμός είναι ιδιαίτερα εκφραστικά. Μοιάζουν με πίνακες ζωγραφικής. 2. Κάθε πλάνο έχει απόλυτη συμμετρία στη σύνθεση, στη μορφή του ηθοποιού, των ρούχων του και του σκηνικού περιβάλλοντος με αποτέλεσμα τα πλάνα να θυμίζουν περισσότερο έργα ζωγραφικής παρά τον πραγματικό κόσμο. 3. Υπάρχει μόνο μία έντονη πηγή φωτός που μετατρέπει τον χώρο σε επίπεδη επιφάνεια. Με τον τρόπο αυτό δημιουργούνται έντονες φωτοσκιάσεις. Συχνά οι παραμορφωμένες σκιές των ηθοποιών αντικαθιστούν το σώμα. 4. Στόχος των ηθοποιών είναι η κίνηση τους να έρχεται σε αρμονία με το σκηνικό περιβάλλον. Άλλοτε μένουν ακίνητοι και άλλοτε κάνουν ξαφνικές γρήγορες κινήσεις. Οι γκριμάτσες τους προσεγγίζουν το γκροτέσκο. 5. Η αφήγηση στα εξπρεσιονιστικά έργα αναφέρεται στο παρελθόν. Κάποιο πρόσωπο μας αφηγείται μια ιστορία. Ο θεατής γνωρίζει ότι όλο το έργο έχει εξελιχθεί σε κάποιο παλαιότερο χρόνο και τη στιγμή της έναρξης της ταινίας έχει ήδη ολοκληρωθεί και τελειώσει. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι οι παραμορφώσεις που επιτυγχάνονται με τις περίεργες οπτικές γωνίες της κάμερας, τα γωνιώδη σκηνικά και κουστούμια και το φωτισμό της αντίθεσης εκφράζουν μια πραγματικότητα ιδωμένη μέσα από έντονα συναισθήματα.

Η ταινία «Το εργαστήρι του Δρ Καλιγκάρι» εγκαινιάζει το κίνημα του εξπρεσιονισμού στον κινηματογράφο έχοντας τα χαρακτηριστικά γνωρίσματά του. Όλα τα σκηνικά της ταινίας είναι ζωγραφισμένα σε καραβόπανο μαζί με τις σκιές με σκοπό κτίρια και σκηνικός διάκοσμος να χάνουν τον ρεαλιστικό τους χαρακτήρα. Βλέπουμε συνέχεια παράξενα ελικοειδή στενοσόκακα, πόρτες σφηνωμένες στο έδαφος, λοξά παράθυρα με παραμορφωμένα πλαίσια. Οι λοξές γραμμές έχουν ένα καθορισμένο μεταφυσικό νόημα, καθώς προκαλούν αγωνία και φρίκη. Χρησιμοποιούνται ακραίες αντιθέσεις φωτός και σκιάς. Φως και σκιά έχουν μια περιγραφική λειτουργία μέσα στην ταινία καθώς σκιαγραφούν τα σύνορα ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα, το συνειδητό και το ασυνείδητο. Υπάρχει έντονο μακιγιάζ στο πρόσωπο των ηθοποιών, ενώ τα απίθανα κοστούμια τους διογκώνουν τον εξωρεαλιστικό χαρακτήρα των εικόνων. Υπερβολή υπάρχει και στην υποκριτική που φτάνει στα όρια της παντομίμας. Με όλα αυτά τα στοιχεία ο Καλιγκάρι θα επηρεάσει γενιές και γενιές αργότερα.

Το έργο προβάλλεται για πρώτη φορά στις 27 Φεβρουαρίου του 1920. Οι κριτικοί της εποχής του ερμηνεύουν το βαθύτερο νόημα του έργου ως αντίδραση ενάντια στην εξουσία της ηττημένης Γερμανικής αυτοκρατορίας. Με την άνοδο των Ναζί κατηγορείται ως εκφυλισμένη τέχνη και απαγορεύεται το 1933.

Σήμερα έχει αποκατασταθεί και θεωρείται ως έργο σταθμός στην ιστορία του κινηματογράφου, ενώ συνεχίζει να εμπνέει ακόμα και σύγχρονους σκηνοθέτες και σεναριογράφους. 

Και δυο λόγια από μένα:
Ομολογώ ότι παρακολουθώντας την ταινία ξεχνώ ότι πρόκειται για ταινία του βωβού κινηματογράφου. Η παραμικρή βαρεμάρα δεν με έπιασε κατά την διάρκεια της προβολής ενώ όλες μου οι αισθήσεις ήταν συνεχώς σε επιφυλακή. Η ολική ανατροπή που εμφανίζεται στα δύο τελευταία λεπτά της ταινίας είναι κάτι το αξεπέραστο μέχρι σήμερα.
Αν και ήμουν αρχάριος τότε στις μεταφράσεις, ελπίζω να έκανα αρκετά καλή δουλειά με τους μεσότιτλους.