Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γαλλικά Δε 70. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γαλλικά Δε 70. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 31 Ιουλίου 2014

Une femme à sa fenêtre (1976)

Une femme à sa fenêtre (1976)
ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΤΗΣ




Σκηνοθεσία: Pierre Granier-Deferre
Από το μυθιστόρημα του Pierre Drieu La Rochelle
Παίζουν: Romy Schneider: Margot (Santorini)
Philippe Noiret: Raoul Malfosse
Victor Lanoux: Michel Boutros
Umberto Orsin: Rico (Santori)
Gastone Moschin: Primoukis
Delia Boccardo: Dora Cooper
110 λεπτά, Δράμα, Πολιτικό θρίλερ
Γυρισμένο σε Ελλάδα (Αθήνα, Δελφοί) Ιταλία και Παρίσι
Ελληνικοί υπότιτλοι δικής μου μετάφρασης


Το 1976 ευρισκόμενος στην Γαλλία, στην Nantes, με ενδιαφέρον πήγα να δω την ταινία αυτή με την Romy Schneider, που ήξερα ότι είχε θέμα την Ελλάδα και είχε γυριστεί σ’ αυτήν. Ομολογώ ότι τα Γαλλικά μου δεν ήταν τέλια εκείνο τον καιρό, με αποτέλεσμα να μην μπορώ να ισχυριστώ ότι το κατάλαβα το έργο 100%. Μου έκανε εντύπωση όμως ότι μέχρι και σήμερα ποτέ δεν είδα καμία αναφορά και σχόλια, θετικά ή αρνητικά, για την ταινία αυτή στην Ελλάδα. Σαν να μην υπήρξε ποτέ! Δεν είμαι καν σίγουρος ότι παίχτηκε στην Ελλάδα. Σαν DVD σίγουρα δεν κυκλοφόρησε ποτέ.


Σήμερα που στα Γαλλικά είμαι κάπως καλλίτερος και έκατσα και μετέφρασα τους υπότιτλους, μπορώ να πω ότι ίσως να κατάλαβα που οφείλεται αυτή η αδιαφορία. Το έργο είναι πολιτικό και έχει θέμα το άγριο κυνηγητό που υπέστησαν οι κομουνιστές από το καθεστώς Μεταξά. Επόμενο είναι να μην ενθουσιάζει τους αντικομουνιστές και τους θαυμαστές του καθεστώτος εκείνου. Από την άλλη όμως, τα τσιτάτα περί κομουνισμού και κομουνιστών σίγουρα δεν βρίσκουν σύμφωνους τους σημερινούς καθοδηγητές του... «αυθεντικού» κομουνισμού. Αν λοιπόν δεν ανήκετε σε αυτούς που πρέπει να υπάρχει έγκριση από κάπου για δουν μια ταινία, επωφεληθείτε από τους υπότιτλους που μετέφρασα και δείτε την, προκειμένου να διαμορφώσετε ιδίαν άποψη.
Αυτή η ταινία θεωρείται σημαντική λόγο της καταπληκτικής παρουσίας της Romy Schneider...


που με την συμβολή του σπουδαίου Philippe Noiret...


ανεβάζουν την αξία του από το μυθιστόρημα του Pierre Drieu La Rochelle εμπνευσμένου κινηματογραφικού έργου. Αυτό που αντηχεί στα αυτιά μας παράξενα και αστεία είναι το όνομα που επέλεξε ο συγγραφέας για την Romy Schneider: Μαρκησία, κυρία Μαργκό Σαντορίνη!!! καθώς και για τον υποτιθέμενο σύζυγό της, τον Μαρκήσιο Ρίκο Σαντορίνη (Umberto Orsin)!!! Ο Ρίκο είναι ένας διπλωματικός υπάλληλος στην Ιταλική πρεσβεία της Αθήνας. Τα χρόνια εκείνα την πατρίδα του κυβερνά ο δικτάτορας Μουσολίνι αλλά ο ίδιος, ένας ξεπεσμένος αριστοκράτης, δεν ενδιαφέρεται για την πολιτική. Προτιμά να το παίζει μποέμ και κοσμοπολίτης. Να γοητεύει τον γυναικείο πληθυσμό γύρο του και να ικανοποιείται στην σκέψη πως όλοι τον θεωρούν μεγάλο γόη. Όπως ο ίδιος ισχυρίζεται, η πραγματική αστική τάξη δεν ενδιαφέρεται να κυβερνήσει η ίδια. Της αρκεί να ασχολείται με το χρήμα και το εμπόριο. Την κυβέρνηση ενός τόπου την αφήνει σε κάτι λιγούρια μικροαστούς οι οποίοι αναλαμβάνουν να κυβερνούν για λογαριασμό της. Κάτι τέτοιος είναι και ο Μουσολίνι! Η γυναίκα του η Μαργκό, μια γυναίκα Αυστριακής καταγωγής μεγαλωμένη στην Γαλλία, είναι αυτή που έχει το χρήμα και φαίνεται ότι ο Ρίκο γι αυτό την παντρεύτηκε. Είναι ρομαντική και συναισθηματική και δείχνει να περιμένει ακόμα τον μεγάλο έρωτα. Κοντά τους ο : Raoul Malfosse (Philippe Noiret), Γάλλος επιχειρηματίας που ζει στην Αθήνα και που είναι φουλ ερωτευμένος με την Μαργκό, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να της αρνηθεί καμία χάρη. Το ζευγάρι Ρίκο-Μαργκό έχουν συνειδητοποιήσει ότι ο γάμος τους δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο και είναι αποφασισμένοι να προχωρήσουν σε βελούδινο διαζύγιο.
Μια Αυγουστιάτικη νύχτα και ενώ το ζευγάρι κοιμάται σε ξενοδοχείο σε χωριστά δωμάτια,η Μαργκό ακούει θόρυβο έξω από το παράθυρό της. Πηγαίνει να δει τι συμβαίνει.


O Μιχάλης Βόυτρος (Victor Lanoux), ένας κομουνιστής συνδικαλιστής που τον κυνηγά η αστυνομία του Μεταξά, βλέποντας το μισάνοιχτο παράθυρο της Μάργκο, ορμά μέσα για να γλυτώσει


Εκείνη τρομάζει στην αρχή αλλά αυτός την καθησυχάζει λέγοντάς της ότι δεν είναι κακοποιός αλλά κάποιος που η αστυνομία κυνηγά για πολιτικούς λόγους. Αυτή, με ανθρωπιστικά κίνητρα στην αρχή αναλαμβάνει να τον σώσει. Πείθει και τον Ρίκο να βοηθήσει. Αυτός της προτείνει να απευθυνθεί στον άνθρωπο που την φλερτάρει και δεν της χαλά χατίρι, τον Raoul Malfosse (Philippe Noiret) και να ζητήσει την βοήθειά του.


Πράγματι αυτός ανταποκρίνεται και προσλαμβάνει τον Βούτρο σαν σοφέρ του για να του παράσχει κάλυψη


Η Μαργκό και ο Βούτρος νιώθουν μια συμπάθεια ο ένας για τον άλλο που τελικά καταλήγει σε έρωτα.


Με τον Raoul Malfosse οργανώνουν ένα ταξίδι στους Δελφούς με οδηγό τους τον Βούτρο, με σκοπό να τον βοηθήσουν να φθάσει στην Πάτρα και από κει να βρει πλοίο και να διαφύγει από την Ελλάδα. Έτσι κι έγινε. Ο Πριμούκης όμως (Gastone Moschin), ένας αστυνομικός διευθυντής που έχει βάλει στόχο της ζωής του να πιάσει τον Βούτρο, μαθαίνει τα πάντα!


Ο Ραούλ πληροφορεί περί αυτού την Μαργκό και την προτρέπει να φύγει μαζί με τον Βούτρο για να γλυτώσουν. Στο σημείο αυτό το έργο μας μεταφέρει στο 1945, όπου ο πόλεμος τελειώνει και οι δυνάμεις του άξονα κατατροπώνονται. Ο Ρίκο, ως ανώτερος διπλωματικός υπάλληλος της φασιστικής Ιταλίας βρίσκεται στην φυλακή. Ο Ραούλ που τώρα είναι αξιωματικός του Γαλλικού στρατού, καταθέτει ότι ο Ρίκο ήταν αντιφασίστας και είχε έρθει σε σύγκρουση με τον Μουσολίνι, και πετυχαίνει να τον απελευθερώσει. Πηγαίνουν σε ένα μοναστήρι όπου παραλαμβάνουν ένα κοριτσάκι που όπως μαθαίνουμε είναι παιδί της Μάργκο και του Βούτρου. Όπως εξηγεί ο Ρίκο η Μάργοτ τον επισπεύτηκε και του εμπιστεύτηκε την μικρή και αναχώρησε να βρει τον Βούτρο. Οι Γερμανοί όμως την συλλάβανε και την μεταφέρανε σε άγνωστο μέρος και από τότε αγνοείται η τύχη της.
30 χρόνια αργότερα, η μικρή που έχει μεγαλώσει και είναι ολόιδια η μητέρα της, επισκέπτεται την Ελλάδα όπου πληροφορείται από συναγωνιστές του πατέρα της το τραγικό τουτέλος. Ο Βούτρος που το πραγματικό του όνομα ήταν Τσίγκος, έπεσε σε ενέδρα και πιάστηκε από τον Πριμούκη,  βασανίστηκε δεόντως και εστάλει προς εκτέλεση.
Και μια ενδιαφέρουσα σκηνή από το έργο είναι εκεί που Γερμανός διπλωματικός υπάλληλος διαμαρτύρεται διότι υποβιβάζουν τόσο τον Χίτλερ συγκρίνοντάς τον με τον Μεταξά! Όπως υποστηρίζει ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία ύστερα από τίμιες και καθαρές εκλογές και όχι κατόπιν στρατιωτικού πραξικοπήματος όπως ο Μεταξάς!





Heavenly Puss [1948]

Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2012

La maman et la putain (1973)


La maman et la putain (1973)
Η ΜΑΜΑ ΚΑΙ Η ΠΟΥΤΑΝΑ



Σκηνοθεσία: Jean Eustache

Σενάριο: Jean Eustache

Παίζουν: Bernadette Lafont, Jean-Pierre, Léaud Françoise Lebrun


    Μια από τις πιο θρυλικές Γαλλικές ταινίες όλων των εποχών θεωρείται η ταινία αυτή. Μερικοί την θεωρούν την τελευταία ταινία Nouvelle Vague, ενώ άλλοι ως την πρώτη μετά Nouvelle Vague ταινία. Διαλέγετε και παίρνετε. Υπάρχουν και ορισμένοι που την χαρακτηρίζουν ως… μνημείο του σύγχρονου Ευρωπαϊκού μας πολιτισμού…
Τέλος πάντων.
    Την ταινία αυτή την έπαιζε το 1974 σινεμά στη γειτονιά μου στο Μόναχο. Βραδινές προβολές. Όλος ο περίγυρός μου την είχε δει και την σχολίαζε. Εγώ, όποτε προγραμμάτιζα να την δω, κάτι συνέβαινε και δεν μπορούσα να πάω. Την είδα λοιπόν τώρα, κάνοντάς της τους υποτίτλους. Βρε τι έπαθα! Όχι μόνο πρόκειται για έργο διάρκειας 3,5 ωρών αλλά περιείχε  αργκό την οποία ούτε και οι «καθώς πρέπει Γάλλοι» μπορούν να καταλάβουν! Άσε δε την πολυλογία. Έγραφα, έγραφα, και στο τέλος διαπίστωνα ότι είχα προχωρήσει ένα μόνο λεπτό!
    Για τον σκηνοθέτη Jean Eustache να πούμε ότι πράγματι πρέπει να υπήρξε ιδιόρρυθμος, αφού έφθασε σε σημείο ν αυτοκτονήσει λίγες εβδομάδες πριν τα 43α γενέθλιά του, προσδίδοντας και στην ταινία του δραματικό φινάλε.
    `Η ταινία πάντως τιμήθηκε με το Μεγάλο Ειδικό Βραβείο του Φεστιβάλ Καννών το 1973.
Ως προς το θέμα της ταινίας, να πούμε ότι αναφέρεται στην μετά Μάιο του 68 εποχή. Η ατμόσφαιρα της ήττας πλανάται στον αέρα. Τα «αγανακτισμένα» παιδιά της εποχής που ξεκίνησαν έναν αγώνα χωρίς πλάνο, είτε επέστρεψαν στο καβούκι τους, είτε συνεχίζουν την δήθεν αντικομφορμιστική τους τακτική, δικαιολογώντας με αυτό τον τρόπο την τεμπελιά τους. Όπως ο συγκεκριμένος μας ήρωας "Αλεξάντρ", ο οποίος δεν δουλεύει, διότι δήθεν είναι εναντίον του συστήματος, καπνίζει όμως αρειμανίως και μπεκροπίνει από καφέ σε καφέ, με τα χρήματα άλλων, γυναικών ιδίως, όπου εργάζονται στο «σύστημα» και χαρτζιλικώνουν τύπους που το παίζουν αμφισβητίες.


 Δεν θέλουν να ¨λιπάνουν» τη μηχανή του συστήματος, αναγκαζόμενοι να δουλέψουν, μα όμως, καταδέχονται τα λεφτά από γυναίκες που τα κερδίζουν εργαζόμενες για το  σύστημα.
Ο Αλεξάντρ λοιπόν που βίωσε  μια ερωτική απαξίωση...

Συζεί, (μάλλον τον ζει) με μια μεγαλύτερή του γυναίκα, τη Μαρή,  που είναι ιδιοκτήτρια μπουτίκ. Αυτή προκειμένου να τον κρατήσει, τον κανακεύει και του κάνει όλα τα χατίρια.
Είναι δηλαδή  «η Μαμά».


    Στην ζωή τους εισβάλει μια κοπέλα, η Βερόνικα, η οποία εμφανίζετε πολύ απελευθερωμένη σεξουαλικά και το μόνο που την ενδιαφέρει είναι το σεξ. Αυτή είναι η Πουτάνα».


    Η Βερόνικα αν και δεν ζει παρασιτικά, εργάζεται και μάλιστα ευσυνείδητα ως νοσοκόμα, δεν έχει κανέναν ενδοιασμό για το σεξ και εισβάλει μάλιστα στο κρεβάτι του ζευγαριού! Η Μαρή για να μην χάσει τον Αλεξάντρ, ανέχεται την εισβολή αυτή και έτσι δημιουργείται ένα ιδιότυπο τρίγωνο!


    Στο τέλος απρόβλεπτο γεγονός θα αναγκάσει να δοθεί  κάποια  συμβατική λύση, μα για όσους γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα αυτής της κατηγορίας καταλαβαίνουν ότι μόνιμη λύση αποκλείεται να επέλθει οριστικά και το μόνο σίγουρο είναι ότι θα έλθει στον κόσμο ένα παιδί με ανεύθυνους  γονείς.
    Να διευκρινίσουμε ότι ενώ τον Μάι του 68 αμφισβητούντο αξίες που καθόριζαν  το σύστημα, οι άνθρωποι που επέζησαν αυτού του ξεσηκωμού αμφισβητούν στοιχεία που τους ενέπνευσαν τον ξεσηκωμό. Βλέπουμε λοιπόν να χλευάζονται άνθρωποι όπως ο Ζαν Πολ Σαρτ, καθώς και ο «Μαοϊσμός» που είχε τον πρώτο λόγο στον ξεσηκωμό εκείνο.
    Γενικά η ταινία σόκαρε την «καλή κοινωνία» της εποχής. Όχι λόγο διεγερτικών σκηνών που αυτές απουσιάζουν παντελώς. Ίσως λόγω της αθυροστομίας της πρωταγωνίστριας όπου για πρώτη φορά ακούγονται σε Γαλλική ταινία λέξεις για πηδήματα και πέη! Ο πραγματικός όμως λόγος που σόκαρε η ταινία είναι ο τρόπος που αναφέρονται οι λέξεις αυτές. Η Βερόνικα, τελείως απελευθερωμένη, μιλά πολύ φυσιολογικά και αθώα για πηδήματα και πέη σα να μιλά για χορούς και τραγούδια. Δηλώνει δε πως οι γυναίκες που επιθυμούν να συνευρεθούν με έναν άνδρα αλλά δεν τολμούν να του το προτείνουν είναι τουλάχιστον ανόητες.
    Οι ιδέες αυτές πιστεύω είναι που σόκαραν και όχι ατές οι ίδιες οι λέξεις.
Για τους υπότιτλους σας τα είπα. Αυτό που θέλω μα τονίσω είναι ότι τόσο στο εμπόριο όσο και στο διαδίκτυο τα DVD που διατίθενται προέρχονται από μεταφορά του έργου σε DVD από βιντεοκασέτα. Δεν προσφέρεται μεγάλη ποιότητα ως εκ τούτου. ¨Πριν από λίγο καιρό μάλιστα μπορούσε κανείς να βρει μόνο ταινίες με τους Αγγλικούς υπότιτλους καμένους απάνω τους. Πρόσφατα όμως ανέβηκε και ταινία χωρίς καμένους υπότιτλους. Στην ταινία αυτή συγχρόνισα τους υπότιτλούς που μετέφρασα.




Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2011

Le Casse (1971)

Le Casse (1971)
ΟΙ ΔΙΑΡΡΗΚΤΕΣ


 Υπάρχουν 5-6 ταινίες αναφοράς; σχετικές με κυνηγητό αυτοκινήτων μέσα στις πόλεις. Μία από τις εντυπωσιακότερες είναι και αυτή του 1971: “LeCasse” του Henri Verneuil με τους Jean-Paul Belmondo και Omar Sharif.
Η ταινία έχει μια ιδιαιτερότητα για μας αφού γυρίστηκε εξολοκλήρου στην χώρα μας. Καστέλα, Προφήτης Ηλίας, Νέο Φάληρο και γύρο περιοχές γίνονται πίστα του πιο τρελού κυνηγητού αυτοκινήτων στην ιστορία του σινεμά. Υπάρχουν και άλλες ταινίες με παρόμοιες κούρσες {Σαν Φρατζίσκο πχ.}. αλλά για εμάς που ξέρουμε τις περιοχές αυτές του Πειραιά, μας προκαλεί δέος και η σκέψη ότι θα τρέχαμε αυτές τις διαδρομές με αυτό τον τρόπο.
 Για του λόγου το αληθές, δείτε το παρακάτω βίντεο:


 

Από υπόθεση, την ταινία μην την ψάχνετε και πολύ. Είναι ταινία θεάματος όπου εκτός από το τρελό αυτοκινητοκυνηγητό δίνεται η ευκαιρία στον Jean-Paul Belmondo να παρουσιάσει τις ζογκλερικές ικανότητές του στους δρόμους της Αθήνας και του Πειραιά.
Η ιδιοφυία του σκηνοθέτη Henri Verneuil έγκειται στο γεγονός ότι σίγουρα δεν ήλθε στην Αθήνα με τις λεπτομέρειες των γυρισμάτων των εξωτερικών πλάνων στην βαλίτσα του. Σίγουρα γύρισε με αμάξι την Αθήνα και τα πέριξ και ότι του έκανε εντύπωση και τον ενέπνεε το έκανε σκηνικό του. Παράδειγμα είναι το μπάζωμα των νταμαριών στο Αττικό Άλσος στο Γαλάτσι και το λούνα παρκ Rodeo στο Παλιό Φάληρο.
 

Να αναφέρω και την υπέροχη μουσική του Morricone
ΤΥπόψη ότι η ταινία αυτή και η άλλη με τον Στιβ Μακ Κουίν που είναι μπάτσος στο Σαν Φρατζίσκο, έχουν τα σημαντικότερα αυτόκυνηγητά στην ιστορία του κινηματογράφου.