Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γαλλικά Δε 50. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γαλλικά Δε 50. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 30 Μαρτίου 2021

JOURNAL D'UN CURE DE CAMPAGNE 1951

JOURNAL D'UN CURE DE CAMPAGNE 1951

Το ημερολόγιο ενός εφημέριου 


Σκηνοθεσία: Robert Bresson

Σενάριο: Georges Bernanos, Robert Bresson

Είδος: Drama, Mystery, Γαλλικα

Διάρκεια: 01:50

Γλώσσα: Γαλλικ'α

Παίζουν:

Claude Laydu: Priest of Ambricourt

Jean Riveyre: Count (Le Comte)

Adrien Bore: Priest of Torcy (Curé de Torcy)

Rachel Berendt; Countess (La Comtesse)

Nicole Maurey: Miss Louise

 

Ένας νεαρός εφημέριος φθάνει στην ενορία του μικρού χωριού Αμπρικούρ. Κάθε μέρα σημειώνει στο ημερολόγιό του τα μικρά και ασήμαντα μυστικά μιας ζωής χωρίς μυστήρια. Ο νεαρός ιερωμένος, που έχει ασθενική υγεία, βιώνει την αποστολή του μέσα σε αντίξοες συνθήκες. Η επιθυμία του να επιτελέσει τη λειτουργία του ως πνευματικού, όχι μόνο σύμφωνα με το γράμμα αλλά και με το βαθύτερο νόημα του Ευαγγελίου, τον οδηγεί σε σύγκρουση με την κοινότητα και κυρίως με τον εφημέριο του διπλανού χωριού Ντορσί, ενός ανθρώπου άξεστου και σκληρού, ο οποίος τον κατηγορεί ότι δεν κάνει τους απαραίτητους συμβιβασμούς με την αριστοκρατία του τόπου. Και πράγματι, ο εφημέριος του Αμπρικούρ αδιαφορεί για τα υλικά αγαθά και νοιάζεται περισσότερο για μια ουσιαστική πνευματική επικοινωνία με το ποίμνιό του, αλλά αυτή του η στάση έχει ως αποτέλεσμα πολλές απογοητεύσεις και μεγάλη μοναξιά .

Τετάρτη 13 Μαΐου 2015

French Cancan (1954)

French Cancan (1955)
Καν-Καν





Σκηνοθεσία: Jean Renoir
Σενάριο: Jean Renoir, André-Paul Antoine
Παίζουν: Jean Gabin, Françoise Arnoul, María Félix
Διάρκεια: 102 λεπτά – Βαθμολογία: 7,5
Ελληνικοί υπότιτλοι σε ξεχωριστό αρχείο
μεταφρασμένοι από τον: domnak

Το French Cancan είναι μία Γαλλική ταινία του 1955, Γραμμένη και σκηνοθετημένη από τον Jean Renoir, και πρωταγωνιστές τους Jean Gabin και María Félix. Όπως με το προηγούμενο του έργο, Le Carosse d’orο, που ο Jean Renoir τίμησε την Italian commedia dell’arte του 18ου αιώνα, με την παρούσα ταινία αποτίει φόρο τιμής στα Μουσικά Παρισινά Καφέ του 19ου αιώνα με τους δημοφιλείς τραγουδιστές και χορεύτριες καθώς και τους εξπρεσιονιστές ζωγράφους, συμπεριλαμβανομένου και του πατέρα του. Σηματοδοτείται έτσι η επιστροφή του στην Γαλλία και το Γαλλικό σινεμά, μετά την αυτοεξορία του, που άρχισε το 1940.

Στο Παρίσι του 1890 ο Henri Danglard, ιδιοκτήτης ενός καφέ έχει ερωμένη  την χορεύτρια του χορού της κοιλιάς  Lola. Έχοντας χάσει χρήματα, βρίσκεται στην Μονμάρτη όπου διαπιστώνει πως το παλιομοδίτικο Can-Can, εξακολουθεί να έχει πέραση.


Ο Henri επιστρέφει έχοντας ένα νέο επιχειρηματικό σχήμα, όπου θα ξαναφέρει στην μόδα το Can-Can. Σαν πρωταγωνίστρια χορεύτρια μάλιστα προσβλέπει στην Nini, την πλύστρα του, στην οποία διαβλέπει το ταλέντο της στο χορό.
Παρά τις αντιζηλίες των συναδέλφων της η Νινί θριαμβεύει στα εγκαίνια του Μουλέν Ρουζ – ένας θρίαμβος που εν μέρει οφείλεται στο φυσικό ταλέντο της Φρανσουάζ Αρνούλ, αλλά κυρίως στην ιδιοφυία του σκηνοθέτη, ο οποίος μας χαρίζει μια ταινία – γιορτή, που δονείται από τους φρενήρεις ρυθμούς του french cancan και των ιμπρεσιονιστικών χρωμάτων.
Ο François Truffaut στην κριτική του για την ταινία το 1955, την απεκάλεσε ορόσημο στην ιστορία του χρώματος στο σινεμά.




Πέμπτη 3 Ιουλίου 2014

Le Monde du Silence (1956)

Le Monde du Silence (1956)
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ




Διάρκεια: 86 min  -  Είδος: Documentary
Σκηνοθέτες: Jacques-Yves Cousteau, Louis Malle
Υπότιτλοι: Ελληνικοί, δικής μου μετάφρασης

Μπορεί το ντοκιμαντέρ αυτό την σημερινή εποχή να φαίνεται παρωχημένο. Πράγματι, στις μέρες μας έχουν επιτευχθεί πολύ περισσότερα πράγματα στην εξερεύνηση των βυθών. Δεν μπορεί όμως κανένας να ισχυριστεί ότι αυτό δεν οφείλεται στον αείμνηστο Jacques-Yves Cousteau ο οποίος ευαισθητοποίησε την ανθρωπότητα ολόκληρη με την ταινία του αυτή. Στην ταινία αυτή οφείλω το ότι σαν πιτσιρικάς ξόδευα το χαρτζιλίκι μου για μάσκες, βατραχοπέδιλα και άλλα συναφή και να αρχίσω να εξερευνώ τους βυθούς πέριξ των Αθηνών ! Ομολογώ όμως ότι τότε ακόμα και οι βυθοί των κοντινών μας παραλιών, (Ελληνικό, Άγιος Κοσμάς, κλπ.) παρουσίαζαν ενδιαφέρον. Ένα μαγικό δάσος απλωνόταν μπροστά σου με πολύχρωμα ψαράκια. Σήμερα... άστα να πάνε!
Η νοσταλγία μου για εκείνα τα χρόνια με έκανε να αναζητήσω και τελικά να αναγκαστώ να μεταφράσω τους υπότιτλους αυτής της ταινίας. 


Στο ντοκιμαντέρ αυτό παρατηρούμε τον διάσημο ωκεανογράφο Ζακ-Ιβ Κουστό με το πλοίο του το «Καλυψώ» να οργώνει τις θάλασσες. Εδώ θα βρεθεί στην Μεσόγειο, στον Περσικό Κόλπο, στην Ερυθρά Θάλασσα και στον Ινδικό Ωκεανό.


Ποιος ήταν λοιπόν ο Jacques Yves Cousteau;
Ας δούμε καλλίτερα τι γράφει ο Χρήστος Ευθυμίου στο πολύ καλό μπλοκ του που ασχολείται με καταδύσεις και τον κόσμο του βυθού γενικά,
το: dive-corner

Ο Jacques Yves Cousteau γεννήθηκε στις 11.06.1910 στην Πόλη Saint-Andre-de-Cubzac της Γαλλίας και μεγάλωσε στην Marseille όπου και ανακάλυψε την αγάπη του για την Θάλασσα. Σε ηλικία 23 ετών αποφοίτησε από την ναυτική σχολή και κατετάγη στο Γαλλικό Ναυτικό όπου και παρέμεινε μέχρι το 1950. Εγκατέλειψε το Γαλλικό Ναυτικό με τον βαθμό του Πλοιάρχου. Λόγω ενός σοβαρού αυτοκινητιστικού ατυχήματος το 1936 δεν μπόρεσε να πραγματοποίηση το παιδικό του όνειρο να γίνει Πιλότος. Το 1937 παντρεύτηκε την Simone Melchior και απέκτησαν δυο γιους τον Jean-Michel και τον Philippe.

Την ίδια χρονιά κατασκεύασε την πρώτη θήκη για μηχανές λήψεως της εποχής και δημιούργησε την πρώτη του ταινία. Στη διάρκεια του Β Παγκόσμιου πολέμου έκανε κατασκοπία σε βυθισμένα εχθρικά πλοία που είχαν βυθιστεί στην μεσόγειο κινηματογραφώντας τον εξοπλισμό τους για λογαριασμό του γαλλικού ναυτικού.

Το ανήσυχο πνεύμα του δεν σταμάτησε να εξερευνά και να ανακαλύπτει νέα πράγματα, έτσι μαζί με τον Emile Gagnan ολοκλήρωσαν την κατασκευή του πρώτου ρυθμιστή “Aqualung” που είχε σχεδιάσει o άλλος μεγάλος πατέρας της κατάδυσης ο Hans Haas. Συνέχισε με πάμπολλες κατασκευές όπως τα υποβρύχια Scooter, ερευνητικά υποβρύχια, θήκες για φωτογραφικές μηχανές που μπορούσαν να φωτογραφίσουν σε πολύ μεγάλα βάθη.

Το 1950 παρέλαβε από τον γνωστό Ιρλανδό επιχειρηματία Guinness ένα παλαιό ναρκαλιευτικό σκάφος το οποίον ο Cousteau μετασκεύασε σε ερευνητικό πλοίο που γνωρίζει όλη η ανθρωπότητα το “Calypso”. Με το “Calypso” ταξίδεψε σε όλες τις θάλασσες του πλανήτη στην Ανταρκτική και στον Αμαζόνιο, ερευνώντας και καταγράφοντας την υποβρύχια ζωή προσφέροντας στην ανθρωπότητα γνώση όσο κανείς άλλος. Ο Jacques-Yves Cousteau με τα φανταστικά υποβρύχια ντοκιμαντέρ έγινε το ποιο αναγνωρίσιμο άτομο στον κόσμο. Στα ταξίδια του φιλοξενούσε πάντα διάσημους επιστήμονες δίνοντας την ευκαιρία να τροφοδοτούν την ανθρωπότητα με ανακαλύψεις και στοιχεία που μέχρι τότε πολλά ήταν άγνωστα.

Στενά συνδεδεμένος με το οικολογικό σύστημα εξέδιδε κραυγές αγωνίας για την υπερεκμετάλλευση της φύσης από τον άνθρωπο.

Το 1956 ο Cousteau βραβεύτηκε στις Κάννες με τον χρυσό φοίνικα για την ταινία του “Le Monde du Silence” (Ο κόσμος της Σιωπής).

Το 1965 βραβεύτηκε με Oscar για το καλύτερο ντοκιμαντέρ “Le Monde sans Soleil” (Κόσμος χωρίς ήλιο).

Από το 1957 και μέχρι 1989 ήταν επικεφαλής στο Ωκεανογραφικό Μουσείο του Μονακό.

Το 1974 ο Cousteau μαζί με τους δυο γιους του Jean-Michel και Philippe ίδρυσε στις ΗΠΑ και αργότερα στην Γαλλία το ίδρυμα που φέρει το όνομα του με σκοπό την να στηρίζει παγκοσμίως την προστασία του περιβάλλοντος.

Το 1988 έγινε μέλος της Γαλλικής ακαδημίας με την αναγγελία “O ΑΕΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΝΕΡΟ ΕΝΑΙ ΑΓΑΘΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ, ΚΑΘΗΚΟΝ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΤΑ ΔΙΑΦΥΛΑΞΕΙ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤIΣ ΕΠΟΜΕΝΕΣ ΓΕΝΙΕΣ “

Ο μεγάλος Cousteau δεν δίστασε να εναντιωθεί ακόμα και στην πατρίδα του την Γαλλία, όταν η Γαλλία ξεκίνησε τις ατομικές δοκιμές στα νησιά του Ειρηνικού Ωκεανού Muruoa

Το 1960 χάριν στους αγώνες και τις διαμαρτυρίες του, ανάγκασε την Γαλλική Κυβέρνηση να αναθεωρήσει την απόφαση που είχε πάρει, να ρίχνει τα ατομικά απόβλητα των εργοστασίων στην Μεσόγειο. Όμως οι δραστηριότητες του Cousteau δεν σταματούν εδώ, έπεισε με τις ομιλίες του στα ηνωμένα Έθνη (UNO) να ανακηρύξουν την ανταρκτική ως προστατευόμενη περιοχή.

Ποιος άραγε μπορεί να ξεχάσει τις 5.000.000 υπογραφές που κατέθεσε το 1992 στο παγκόσμιο συνέδριο του Rio de Janeiro για την προστασία του περιβάλλοντος διεκδικώντας με αυτόν τον τρόπο “Τα δικαιώματα των μελλοντικών γενεών”.

Στις 25.06.1997 o Jacques-Yves Cousteau έφυγε για πάντα σε ηλικία 87 ετών παίρνοντας στην ιστορία αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο έργο που θα εμπνέει τις επόμενες γενιές

Jacques-Yves Cousteau, το έργο σου, με δίδαξε να αγαπώ και να σέβομαι την θάλασσα”.


Χρήστος Ευθυμίου





Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2012

Pickpocket (1959)


Pickpocket (1959)
Ο ΠΟΡΤΟΦΟΛΑΣ

Σκηνοθεσία: Robert Bresson

Σενάριο: Robert Bresson,

Παίζουν: Martin LaSalle, Marika Green, Jean Pélégri


Όταν ο ανταγωνισμός κινηματογράφου και τηλεόρασης φούντωσε, οι παραγωγοί στράφηκαν προς τους ανθρώπους της τεχνολογίας ζητώντας τους εντυπωσιακότερα πράγματα. Ηχεία που να κατεδαφίζουν τοίχους, τρισδιάστατες εικόνες που να ξεγελούν τον θεατή πως όπου να ‘ναι η χορεύτρια θα πεταχτεί από την οθόνη και θα προσγειωθεί στα γόνατά του, καθώς εντυπωσιακά και φανταχτερά σκηνικά!
Κόντρα σ’ αυτή την τάση, ο Bresson παραιτήθηκε ακόμα και από τα μέχρι τότε αποδεκτά εφέ. Με μια κάμερα στο χέρι, ένα φτωχικό και λιτό δωμάτιο, με φυσικό φωτισμό, λίγες σκηνές στο μετρό, στους δρόμους και σε καφενείο, ερασιτέχνες ηθοποιούς, συνθέτει ένα περιβάλλον που εργάζεται. Έχει την αίσθηση ότι όταν το έργο είναι φορτωμένο με εφέ, ο θεατής επικεντρώνεται σ’ αυτά και όχι στην ουσία που είναι η τέχνη του σινεμά. Έχει άδικο; Σήμερα ακούω  νέους να κάνουν κριτική σύγχρονης ταινίας λέγοντας:
Το αριστερό εμπρόσθιο ηχείο ήταν υποτονικό σε σχέση μα το δεξί. Το πίσω δεξί ηχείο ήταν άνευρο, στις γρήγορες σκηνές παρατηρούνταν μια καφέ θολούρα! Μόνο για την ουσία δεν ακούγεται τίποτα.
Το σενάριο διαπνέεται από Ντοστογιευστική ατμόσφαιρα. Ιδίως από το έργο «έγκλημα και τιμωρία». Μας παρουσιάζεται ένας νεαρός, ο Μισέλ, ο οποίος για βιοποριστικούς λόγους προβαίνει σε μία κλοπή.

Αυτό ήταν η αρχή. Στην συνέχεα εθίζεται και αυτό του γίνεται τρόπος ζωής. Πιστεύει ότι έχει μια ξεχωριστή ικανότητα σε σχέση με τους λοιπούς ανθρώπους και πρέπει την ικανότητα αυτή να την εξασκεί, όπως ένας ταλαντούχος καλλιτέχνης οφείλει να εξασκεί την τέχνη του ενόποιον του κοινού! Αστυνομικός που τον υποπτεύεται αλλά δεν έχει αρκετές αποδείξεις, έχει γίνει η σκιά του. Ανταλλάσσουν οι δυο τους φιλοσοφικές συζητήσεις περί ηθικής και νομιμότητας. Ο Μισέλ υποστηρίζει ότι η κοινωνία θα έπρεπε να παραβλέπει την παραβατικότητα ορισμένων ευφυών ατόμων, διότι αυτοί με την ευφυΐα τους κάποτε θα προσφέρουν στην κοινωνία αξιόλογο έργο!
Ανάμεσά τους έχουμε και την Ζαν, κοπέλα συναισθηματική και υπέρ της νομιμότατος. Μεταξύ των δύο διαφορετικών στον χαρακτήρα νέων, θα ανατηχθεί ένα αίσθημα, το οποίο στο τέλος θα εκδηλωθεί.

Ο αστυνόμος που έχει γίνει η σκιά του Μισέλ, αισιοδοξεί ως άλλος αστυνόμος του μυθιστορήματος του Ντοτογιεύσκη, ότι οι τύψεις θα οδηγήσουν κάποτε τον ένοχο να παραδοθεί.
Ο Μισέλ μεταναστεύει και εξασκεί το «ταλέντο» του και σε άλλες χώρες. Κάποια στιγμή, είτε από νοσταλγία είτε από τύψεις, επιστρέφει στην πατρίδα του παραδίδεται, ομολογεί και καταλήγει στη φυλακή. Αυτή την φορά όμως δεν είναι μόνος. Η Ζαν, ως άλλη Σόνια του ‘έργου «έγκλημα και τιμωρία», του συμπαραστέκεται και τον περιμένει να εκτίσει την ποινή του.

Οι υπότιτλοι είναι δικής μου μετάφρασης.

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

Jeux Interdits [1952]

Jeux Interdits [1952]
Απαγορευμένα παιχνίδια

 


Σκηνοθεσία: René Clément

Σενάριο: Jean Aurenche

Παίζουν: Georges Poujouly, Brigitte Fossey καυ Amédée

Υπότιτλοι: Γιάννης από Ανάβυσσο
Αν αναρωτηθούμε ποτέ ποια είναι η μεγαλύτερη αξία της εφεύρεσης του σινεμά, θα μπορούσαμε άνετα να πούμε ότι είναι η δυνατότητα που μας έδωσε να έχουμε αριστουργήματα σαν την ταινία αυτή.
Σήμερα που οι ανακοινώσεις των βομβαρδισμών στην Παλαιστίνη κατάντησαν ρουτίνα και αρχίζουμε να συνηθίζουμε στην ιδέα ότι πρόκειται για ένα από τα πολλά κακώς κύμαινα και θα πρέπει να συνηθίσουμε να ζούμε και με αυτό, αξίζει να κάτσουμε να δούμε και να ξαναδούμε αν την έχουμε δει παλαιότερα την ταινία αυτή. Κυρίως όμως να πείσουμε και τα παιδιά μας να την δουν. Διότι καλοί είναι οι Σφουγκαράκιδες, οι Τρανσφόρμες και οι Μπάρμπες, αλλά τα παιδιά πρέπει να μάθουνε τι πέρασαν οι παλαιότεροι, τι περνάνε πολλοί άνθρωποι σήμερα και τι κινδυνεύουμε να πάθουμε κάποια στιγμή κι εμείς.
Η ταινία αυτή του René Clément ξεκινάει με ένα καραβάνι προσφύγων που φεύγει με κάθε μέσον από το δοκιμαζόμενο Παρίσι προς την επαρχία. Επάνω σε μια γέφυρα δέχονται ανελέητο βομβαρδισμό από αεροπλάνα και ακολουθεί πολυβολισμός από καταδιωκτικό εναντίων των ανθρώπων που προσπαθούν να προφυλαχτούν όπως-όπως. Εκεί σκοτώνονται οι γονείς της μικρούλας Πολέτ και απομένει μόνη με ένα νεκρό σκυλάκι στην αγκαλιά να περιφέρεται στου αγρούς.
 
Εκεί θα συναντήσει τον Μισέλ, ένα αγόρι αγροτικής οικογένειας λίγο μεγαλύτερό της, ο οποίος θα πείσει τον πατέρα του να κρατήσουνε την μικρή ορφανή.
Τα παιδιά για να ξεφύγουν από την οδυνηρή πραγματικότητα ενός ανισόρροπου κόσμου, που ενώ σφαγιάζεται από έναν φονικό πόλεμο, δεν παραιτείται από τις φιλονικίες και τους τσακωμούς με τους γείτονές του για ασήμαντα πράγματα, δημιουργούν με το παιχνίδι τους έναν δικό τους φανταστικό κόσμο. Στον κόσμο τους αυτό θα παίξουν τους νεκροθάφτες των ζώων. Όλα τα νεκρά ζώα, από σκύλους μέχρι σκαθάρια θα αποκτήσουν το νεκροταφείο τους το οποίο θα πρέπει να διακοσμηθεί με σταυρούς. Τους σταυρούς θα τους κλέψουν από το νεκροταφείο του χωριού. Όταν η ενέργειά τους αυτή αποκαλυφθεί θα σημάνει μεγάλο σκάνδαλο για την τοπική κοινωνία. Λες και η παιδική αφέλεια είναι φοβερότερη από τα τόσα φρικτά που γίνονται την ίδια στιγμή από τους μεγάλους.

 
Έχω δει και έχω θαυμάσει πολλές ταινίες με ήρωες παιδιά. Αυτή όμως η πεντάχρονη μικρούλα και ο δεκάχρονος φίλος της είναι το κάτι άλλο. Δεν χορταίνεις να τους βλέπεις και κάθε τόσο αναρωτιέσαι: «Μα είναι δυνατόν;» Είμαι σίγουρος ότι ακόμα και ο Ηρώδης αν είχε την δυνατότητα να έβλεπε την ταινία αυτή, θα άλλαζε στάση και από φονέας νηπίων θα γινότανε δωρητής στο Χαμόγελο του Παιδιού.



Μέσα σε όλα έχουμε και ένα θαυμάσιο μουσικό θέμα που εκτελεί ο θρύλος της Ισπανικής κιθάρας Ναρθίσο Γιέπες. Μπορείτε να το ακούσετε