Τρίτη 1 Απριλίου 2014

Suspiria (1977)

Suspiria 1977

Σκηνοθεσία: Dario Argento

Σενάριο: Dario Argento, Daria Nicolodi, Thomas De Quincey

Είδος: Horror ΔΕ 70, Dario Argento

Διάρκεια: 1h 32m

Γλώσσα: Αγγλικά

Παίζουν:

Jessica Harper: Suzy Bannion

Stefania Casini: Sara

Flavio Bucci: Daniel

Miguel Bosé: Mark 

Barbara Magnolfi: Olga

Susanna Javicoli: Sonia

Eva Axén: Pat Hingle

    Tο DVD της ταινίας Suspiria που είχα προμηθευτεί στην Ελληνική αγορά είχε το μειονέκτημα να προσφέρεται από μία εταιρία που ήταν γνωστή για την κακοποίηση ταινιών. Πετσόκοβε δηλαδή τα κάδρα από 16:9 σε 4:3 και τα παρουσίαζε ως Letterbox. έτσι λοιπόν ξαναπαρήγγειλα την ταινία στο εξωτερικό. Ριπάρισα τους Ελληνικούς υπότιτλους από το πρώτο DND και τους προσάρμοσα στο δεύτερο.
    Στη συνέχεια δημοσιεύω δύο παρουσιάσεις και κριτικές για την εν λόγο ταινία.
Η πρώτη είναι από side Horrorant Classics.
Γράφει ο Νίκος Σιδεράς:
    Όπως είχε γράψει και μια γνωστή κριτικός πριν πολλά χρόνια: "Δύσκολα μπορεί κανείς να γράψει για τη Suspiria χωρίς να απολογηθεί, καθώς αυτό που κάνει την ταινία τόσο ασυνήθιστη και ξεχωριστή, είναι πέρα από τις δυνατότητες της γλώσσας".

    Από μικρή ηλικία πάντα άκουγα τα καλύτερα για τη Suspiria.
Όλοι οι γνώστες του είδους την έβαζαν στις λίστες με τις top ταινίες τρόμου όλων των εποχών και κάθε φορά που διάβαζα σχετικό αφιέρωμα έπεφτα πάνω της.
Δυστυχώς όμως, όσο κι αν έψαχνα ήταν πολύ δύσκολο να την εντοπίσω σε κάποιο videoclub.
Έπρεπε να περιμένω αρκετά χρόνια για να έρθω σε επαφή μαζί της.
Όταν όμως αυτό συνέβη έμεινα πραγματικά εντυπωσιασμένος.
Αν και είχαν περάσει χρόνια από την πρώτη της προβολή, η γοητεία που άσκησε πάνω μου ήταν τεράστια!
    Όπως ήταν φυσικό μπήκε απευθείας και στο δικό μου top - 10.
Μπορεί να με ξένισε λίγο το απότομο φινάλε και κάποια ξεπερασμένα εφέ αλλά η ατμόσφαιρα της με αποζημίωσε στο μέγιστο βαθμό.
    Και το κυριότερο: Με τρόμαξε για τα καλά!
    Η Suzy Bannion (Jessica Harper), μια νεαρή φοιτήτρια, ταξιδεύει από τη Νέα Υόρκη στη Γερμανία με σκοπό να συνεχίσει τις σπουδές της σε μια φημισμένη σχολή χορού...
Κατά την άφιξη της λαμβάνει χώρα ένα μυστηριώδες σκηνικό με μια νεαρή κοπέλα που την αναγκάζει να περάσει αλλού το βράδυ της.
Όταν επιστρέφει το επόμενο πρωί, η Suzy δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στην παρουσία της αστυνομίας και προσηλωμένη στο στόχο της συστήνεται με τη διευθύντρια (Joan Bennett) και την αυταρχική καθηγήτρια Μiss Tunner (Alida Valli).
Σύντομα γνωρίζει και γίνεται φίλη με μια άλλη φοιτήτρια τη Sara (Stefania Casini), η οποία της αποκαλύπτει μερικά από τα μυστικά της Ακαδημίας.
Τότε μια σειρά από περίεργες  καταστάσεις επαληθεύουν τα λεγόμενα της Sara και βάζουν σε υποψίες και την ίδια τη Suzy.
    Τη στιγμή που τα παράξενα περιστατικά αρχίζουν να πολλαπλασιάζονται οι δύο φίλες θα επιχειρήσουν, με κίνδυνο τη ζωή τους, να ξετυλίξουν το κουβάρι του μυστηρίου και θα έρθουν αντιμέτωπες με μια υπόθεση μαύρης μαγείας που κρύβει πολλά μυστικά και έχει τις ρίζες στο παρελθόν.
Πίσω λοιπόν στο  μακρινό 1977 ο Dario Argento, στο ζενίθ της καριέρας του τότε, επιχείρησε να ανυψώσει το splatter σε υψηλή τέχνη και όπως φαίνεται τα κατάφερε.
Ο γνωστός σκηνοθέτης μετά την επιτυχία του επίσης εκπληκτικού Deep Red θέλησε να ασχοληθεί με μια ιστορία τρόμου που θα τον απομάκρυνε από το είδος των giallo θρίλερ που τον ανέδειξαν.
Έχοντας ως βάση μια ιστορία μαγείας που είχε διηγηθεί στη σύντροφο του και γνωστή ηθοποιό Daria Nicolodi η γιαγιά της, ο Argento εμπνεύστηκε και με τη βοήθεια της άρχισε να σχεδιάζει και να πειραματίζεται πάνω σε ένα σενάριο που θα πάντρευε το θρίλερ με το αστυνομικό μυστήριο και τη μεταφυσική.
    Αυτό που είχαν στο μυαλό τους ήταν ένα παραμύθι για ενήλικες με σαφείς επιρροές από τις ιστορίες των αδερφών Grimm καθώς και από κλασικά παραμύθια όπως « Η Αλίκη Στη Χώρα Των Θαυμάτων» και «Η Χιονάτη Και Οι Επτά Νάνοι».
Μια από τις βασικές ιδέες της ταινίας θα ήταν το θέμα της μαγείας και πιο συγκεκριμένα οι «Τρεις Μητέρες του Σκότους», μια ιδέα που θα συνεχίσει τα επόμενα χρόνια και θα οδηγήσει  σε ένα είδος άτυπης τριλογίας με το Inferno (1980) και το Mother Of Tears (2007).
Μάλιστα για να προσεγγίσει ακόμα καλύτερα το θέμα της μαγείας ο σκηνοθέτης ταξίδεψε σε ευρωπαϊκές πόλεις που σχετίζονταν με την άσκηση τελετών μαγείας όπως το Τορίνο, η Πράγα και η Λυών.
Όσο η ταινία βρισκόταν ακόμα στο στάδιο της προετοιμασίας ο σκηνοθέτης παρουσίασε  την αρχική βερσιόν του σεναρίου στους παραγωγούς και πραγματικά τους έστειλε αδιάβαστους!
Το αρχικό σενάριο ήθελε στους ρόλους των πρωταγωνιστριών νεαρά κορίτσια ηλικίας 8 έως 10 ετών.
Ύστερα όμως από τις αντιρρήσεις τους, ο πανούργος Dario αν και αναγκάστηκε να ανεβάσει το μέσο όρο της ηλικίας τους, προσπάθησε με διάφορα τεχνάσματα να εξαπατήσει το υποσυνείδητο των θεατών, με απώτερο σκοπό να τους μεταφέρει την εντύπωση της αρχικής ιδέας.
Για παράδειγμα τοποθέτησε τα χερούλια σε όλες τις πόρτες στο ύψος των ενήλικων πλέον πρωταγωνιστριών για να δίνεται η εντύπωση πως πρόκειται για μικρά κορίτσια!
Η τρέλα όμως του θρυλικού Ιταλού σκηνοθέτη γι αυτό το μεγαλόπνοο σχέδιο δεν σταμάτησε εκεί.

Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων επέβαλλε τους πρωταγωνιστές του σε πραγματικά βασανιστήρια.
Η πρωταγωνίστρια Jessica Harper κινδύνευσε να ανατιναχθεί όταν γύριζαν την τελική σκηνή ενώ η ακόμα πιο άτυχη Stefania Casini στη σκηνή του θανάτου της, αναγκάστηκε  να κυλιστεί  πάνω σε αγκαθωτά ρολά σύρματος.

    Εννοείται πως η συγκεκριμένη σκηνή γυρίστηκε μονάχα μια φορά!
Η τελειομανία όμως του οραματιστή Αrgento δεν είχε τελειωμό με αποτέλεσμα να την  πληρώσει και ο διευθυντής  φωτογραφίας Luciano Tovoli.
Αφού τον υποχρέωσε να δει προσεχτικά τη Χιονάτη Και Τους Εφτά Νάνους του Walt Disney για να ξεπατικώσει τα χρώματα της, τον ανάγκασε να κινήσει γη και ουρανό για να βρει και να επεξεργαστεί την ταινία με το παλιό και δυσεύρετο σύστημα Technicolor.
Πίστευε πως μόνο έτσι θα έδινε στην εικόνα την υπερφυσική αίσθηση που χρειαζόταν.
Ένα ακόμα από τα στοιχεία που έδωσε βάση ήταν η μουσική επένδυση.
Αν και φαντάζει παράξενο, η σύνθεση της μουσικής έγινε πριν την ολοκλήρωση της ταινίας και το αποτέλεσμα που προέκυψε αποτελεί μέχρι σήμερα ένα από τα κλασικότερα soundtrack στην ιστορία του κινηματογράφου.
    Στη δεύτερη συνεργασία του με τους Goblin και συμμετέχοντας ενεργά στη σύνθεση της, ο Argento επέμενε να χρησιμοποιηθούν μουσικά όργανα από όλο τον κόσμο και επέβαλλε ύστερα από την επίσκεψη του στη χώρα μας, όσο περίεργο κι αν σας ακούγεται, τη χρήση του μπουζουκιού!
Αυτό όμως που κλέβει την παράσταση πέρα από την εξαιρετική μουσική είναι τα απόκοσμα φωνητικά που περιλαμβάνουν από αναστεναγμούς και κραυγές μέχρι ακατανόητες φράσεις.
Το soundtrack έπαιζε στη διαπασών ακόμα κι όταν οι ηθοποιοί δε γύριζαν τις σκηνές τους με σκοπό να μπουν πιο εύκολα στην ατμόσφαιρα της ταινίας.
Άλλο παράδοξο του φιλμ ήταν η γλώσσα!
Όπως και σε όλες τις ταινίες εκείνης της περιόδου οι ηθοποιοί ντουμπλάρονταν μετά την ολοκλήρωση του φιλμ τόσο στα ιταλικά όσο και στα αγγλικά.
Αυτό ήταν μια ευκολία για τον Argento που του επέτρεπε να συγκεντρώνει διεθνές καστ για τα έργα του.
    Ο καθένας έλεγε τις ατάκες στη γλώσσα του και κατόπιν στο στούντιο γινόταν η απαραίτητη επεξεργασία.
Όταν μετά από εξαντλητικά γυρίσματα η Suspiria επιτέλους ολοκληρώθηκε, κυκλοφόρησε στους κινηματογράφους και παρά το φόβο για το μεγάλο της κόστος, σημείωσε τεράστια επιτυχία όπου κι αν προβλήθηκε.
    Αγαπήθηκε αμέσως από τη μεγαλύτερη μερίδα των κριτικών και εκθειάστηκε για το περιεχόμενο της και κυρίως για το εικαστικό της κομμάτι.
«Η Suspiria ανασαίνει σαν ένα πλάσμα δαιμονισμένο: ανήσυχη, βαθιά ανησυχητική, καλλιτεχνικά και πνευματικά πλήρης» έγραφαν οι κριτικοί της εποχής.
Οι ονειρικές σκηνές με τα στοιχεία παραμυθιού, τα εξωπραγματικά χρώματα που θύμιζαν διάσημους πίνακες, η έντονη εικονογραφία και το απειλητικό soundtrack δεν μπορούσαν να παραβλεφθούν τόσο εύκολα.
    Η λογοκρισία από την άλλη πλευρά δεν φέρθηκε τόσο ευγενικά σʼ αυτό το αριστούργημα.
Οι αιματηρές σκηνές βίας ήταν πολλές και αρκετά προχωρημένες για την εποχή με αποτέλεσμα να την πετσοκόψει αγρίως.
Ακόμα και χρόνια μετά την κυκλοφορία του ήταν υπερβολικά δύσκολο να βρεθεί το φιλμ στην unrated έκδοση του.
    Σήμερα δεκαετίες αργότερα η Suspiria αποτελεί το σπουδαιότερο δείγμα  όχι μόνο της ιταλικής σχολής τρόμου (βλέπε Demons) αλλά και ένα από τα μεγαλύτερα και πιο αξιόλογα επιτεύγματα του ευρωπαϊκού κινηματογράφου.
    Το περιεχόμενο και η εικόνα της έγιναν αντικείμενο αναλύσεων και στα χρόνια που ακολούθησαν ενέπνευσε και επηρέασε μεγάλο αριθμό σκηνοθετών του φανταστικού.
Εν έτει 2012 το remake του Suspiria αναβάλλεται συνεχώς και ταλαιπωρείται από στούντιο σε στούντιο και από σκηνοθέτη σε σκηνοθέτη.
Όπως δείχνουν όμως οι τελευταίες πληροφορίες ο κλήρος για να φέρει εις πέρας αυτό το δύσκολο έργο έπεσε τελικά στον ταλαντούχο David Gordon Green.
Δυστυχώς για τους fans της, φαίνεται πως η Natalie Portman μετά το παρόμοιου ύφους Black Swan δεν προτίθεται να συμμετάσχει.
Τέλος, λέω να κλείσω αυτό το αφιέρωμα όπως άρχισα.
Με μια κριτική από έναν «παλαβό» κριτικό της εποχής που περικλείει όλη την ουσία και τη δυναμική της ταινίας.
«Η Suspiria είναι μια ταινία που δεν έχει ουσιαστική πλοκή, καλοσχεδιασμένη εξέλιξη χαρακτήρων, ενδιαφέροντες διαλόγους και πρωτότυπο θέμα, δηλαδή όλα αυτά που μας έχουν μάθει ότι πρέπει να έχει μια καλή ταινία.
Ακόμη κι έτσι, παρά τις ελλείψεις της, η Suspiria θεωρείται μια από τις καλύτερες ταινίες τρόμου που έγιναν ποτέ.
Και ξέρετε κάτι; Είναι!!!»

    Και από το Cine.gr:
    Μια φόρα κι έναν καιρό, μια πανέμορφη νεαρή χορεύτρια, αποφάσισε να πάει στη σχόλη χορού στον Μέλανα Δρυμό  για να γίνει η καλύτερη μπαλαρίνα. Όμως η Κακιά Μάγισσα, είχε άλλη άποψη...”
    Κάπως έτσι περίπου ξεκινά το Suspiria του Dario Argento, η πρώτη απόπειρα του Ιταλού σκηνοθέτη να στραφεί και να αναβιώσει το genre του υπερφυσικού θρίλερ, μετά από μια επιτυχημένη πορεία στα giallo θρίλερ (θρίλερ που βασίζονται στην πολύπλοκη υπόθεση και τους εντυπωσιακά φρικιαστικούς φόνους), κατηγορία που ο ίδιος εγκαθίδρυσε.
    Το Suspiria, εμπνευσμένο από μια συλλογή διηγημάτων του Thomas De Quincey ονόματι “Suspiria de Profundis” (Sighs from the Depths – Στεναγμοί από τα Βάθη) και ειδικότερα στην ενότητα “Levana and our Ladies of Sorrow” («Η Λεβάνα και οι Κυρίες της Θλίψης»), θα ήταν το πρώτο μέρος μιας τριλογίας-μελέτης στη μαγεία και ειδικότερα σε τρεις μάγισσες του Μεσαίωνα: τη Mater Suspiriorum (Μητέρα των Στεναγμών), τη Mater Lachrymarum (Μητέρα των Λυγμών) και τη Mater Tenebrarum (Μητέρα του Σκότους), τρεις μάγισσες που κυριαρχούν στον κόσμο και αφήνουν στο πέρασμά τους πόνο, θλίψη και θάνατο. Το Suspiria ασχολείται με τη Μητέρα των Στεναγμών -με έμμεσο όμως τρόπο καθώς το όνομά της αναφέρεται ελάχιστα-, το δεύτερο μέρος της τριλογίας, το Inferno ασχολείται άμεσα με τη Μητέρα του Σκότους, ενώ το τρίτο μέρος δεν έχει γυριστεί ακόμη, παρότι φήμες θέλουν το σενάριο να είναι ήδη έτοιμο εδώ και χρόνια.
    Επί του προκειμένου όμως, το Suspiria είναι η ιστορία της νεαρής Suzy Banion (Jessica Harper), Αμερικάνας χορεύτριας, που εν μέσω μιας τρομερής καταιγίδας φτάνει σε μια διεθνούς φήμης ιδιωτική σχόλη χορού στη Γερμάνια. Οι ανησυχίες της για το αν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις αυστηρές απαιτήσεις της σχόλης οξύνονται όταν φτάνει, καθώς τη διώχνουν και αναγκάζεται να περάσει τη βραδιά σε τοπικό μοτέλ. Η Suzy είναι πολύ συγχυσμένη για να ακούσει τις απελπισμένες κραυγές της Pat (Eva Axen), που διώχνεται την ιδία βραδιά από τη σχόλη, κραυγές σκόπιμος αποσιωπημένες από τον Argento για να αφήσουν την ηρωίδα του αλλά και το θεατή σε σκοτάδι για το τι μέλει να ακολουθητέε. Το ταξίδι της στο κέντρο του Μέλανα Δρυμού -όπου βρίσκεται η σχόλη- κάτω από την άγρια νεροποντή, σε συνδυασμό με τις ανατριχιαστικές σκιές που δημιουργούν οι αστραπές ανάμεσα στα δέντρα, σημειώνουν την έναρξη μιας σειράς υποβλητικών σκήνων που θα στοιχειώσουν ολόκληρη την ταινία. Ανοιγοκλείστε τα μάτια σας και μόλις χάσατε μια στιγμή μεγαλείου! Στο διαχωριστικό τζάμι του ταξί, αντανακλά το παραμορφωμένο πρόσωπο ενός άντρα, του σκηνοθέτη-αφηγητή Argento.
Ακολουθεί η πρώτη από τις πολλές εκπληκτικές σκηνές φόνου.

    Η Pat (Eva Axen) περνά τη νύχτα στο εντυπωσιακό μπαρόκ αρχοντικό μιας φίλης και εδώ κάνει την εμφάνισή της η χαρακτηριστική έμμονη του Argento με το ορατό και το μη ορατό. Προσέξτε την ταπετσαρία στο δωμάτιο της Pat – ψάρια και πουλιά συνδυάζονται για να σχηματίσουν ενα περίτεχνο οπτικό τοπίο. Χωριστά ωστόσο, το κάθε ζώο συμβολίζει ένα σημείο αποχώρησης. Τα στοιχεία συνδυάζονται σε διάφορα σημεία, για να απομακρυνθούν το ένα από το άλλο καθώς η Pat τα ακλουθεί προς το παράθυρο. Εκεί δέχεται επίθεση από ένα μυστηριώδες πλάσμα!
Η άτυχη Pat στραγγαλίζεται με ένα καλώδιο, στη συνεχεία ρίχνεται από τη γυάλινη οροφή του αρχοντικού και τα σπασμένα γυαλιά παρασέρνουν στο θάνατο τη φίλη που την φιλοξενεί. Το σπασμένο γυαλί, το κρεμασμένο, αιματοβαμμένο κορμί της Pat και της κοπέλας που πήρε μαζί της, γίνονται μεγαλόπρεπη στοιχεία του, ήδη φαινομενικής αρχιτεκτονικής σύλληψης σκηνικού του Argento.

    Το σενάριο της ταινίας εχει γράψει η Daria Nicolodi, προφανώς ελληνικής καταγωγής και σύντροφος για αρκετά χρόνια του Dario Argento. Διαπλέκοντας μεσαιωνικούς μύθους με σύγχρονα παραμύθια, το Suspiria είναι μια Χιονάτη της εποχής, με κάτι από Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων και άρωμα από Σταχτοπούτα.
    Μετά το ταξίδι της στον Μέλανα Δρυμό, η Suzy-Χιονάτη, κατορθώνει να φτάσει στην έπαυλη της σχολής χορού, στην οποία ο Argento με χρήση της -εγκαταλελειμμένης πλέον εκείνη εποχή- μέθοδο Technicolor, έχει δώσει την όψη του μεγάρου του Τέρατος απο την «Πεντάμορφη και το Τέρας», παραμύθι που στοίχειωνε τον σκηνοθέτη από τα νιάτα του. Εκεί η ηρωίδα γνωρίζει τις συμμαθήτριες και τις καθηγήτριές της. Με την εξαίρεση της Sara (Stefania Cassini), όλες οι άλλες κοπέλες είναι εχθρικές -οπως η αδελφές της Σταχτοπούτας αντιπαρατίθενται με την καλή της νεράιδα. Οι δυο καθηγήτριες, η κυρία Blanc (Joan Bennett) και η δεσποινίς Tanner (Alida Valli) –ψυχρές και ύποπτα μυστικοπαθείς- έχουν το ρόλο των κακών μητριών της. Η δεσποινίς Tanner τονίζει αμέσως το κάλλος της Suzy, αναλαμβάνοντας και το ρόλο της ζηλιάρας μάγισσας, μητριά της Χιονάτης. Μόλις η Suzy εκδηλώσει την επιθυμία της να κατοικεί έξω από τη σχολή, αναγκάζεται λόγο μιας μυστηριώδους αδυναμίας της –ούτε δηλητηριώδες μήλο να δάγκωνε!- να μείνει οικότροφος.
    Η ασφάλεια της γυάλας της μπαλαρίνας, εχει πλέον αντικατασταθεί από τον τρόμο που βασιλεύει στο κουκλόσπιτο-ακαδημία. Προσέξτε τα χερούλια στις πόρτες της έπαυλης. Ασυνήθιστα ψηλά, τονίζουν τη νεότητα και το μικρό ανάστημα έναντι στην τεράστια δύναμη που τους περιβάλλει, η ηλικία της όποιας χάνεται στους αιώνες. Η Suzy βρίσκεται πλέον στη δικιά της “Χώρα των Θαυμάτων”. Το ταξίδι της στη ‘λαγότρυπα αποτελείται από διάδρομους βαμμένους με κόκκινο, κίτρινο η μπλε και τα διάφορα δωμάτια αρχίζουν να αποκτούν το δικό τους νόημα, ανάλογα με το χρώμα που τους δίνει ο σκηνοθέτης.
    Η Suzy κυκλοφορεί στους διάδρομους της σχολής, νιώθοντας χαμένη στο χρόνο. Τα κρυφά περάσματα κρύβουν παγίδες για όσους τύχει να τα διαβούν. Η περίεργη Sara συναντά το θάνατο σε ένα δωμάτιο με συρματοπλέγματα, στην καλύτερη και πιο ευφάνταστη σκηνή φόνου που έχω δει που έχω δει ποτέ!
Το Suspiria είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της δύναμης του σκηνοθέτη να δημιουργήσει μια αριστουργηματική ταινία, βασιζόμενος σε βάσεις σχεδόν ανύπαρκτες. Η ανάπτυξη χαρακτήρων πολύ άπλα δεν υπάρχει, η πλοκή είναι μηδαμινή και οι ερμηνείες είναι ξύλινες. Για όνομα του Θεού, δεν έχει καν έναν κεντρικό κακό! Μόνο την υπόνοια υπερφυσικών δυνάμεων που παραμονεύουν παντού και εξολοθρεύουν όποιον πλησιάσει στην αποκάλυψή τους. Ωστόσο η μεγαλειώδης, εφευρετική και αξιοθαύμαστη σκηνοθετική επιδεξιότητα του Argento και η ικανότητά του να εκμεταλλευτεί τα πρωτογενή υλικά που του έδωσαν ήδη υπαρχοντες μυθοι, να τα συνδυασει με περιτεχνο τροπο και να παραγει ενα εκπληκτικό παραμύθι για ενηλίκους, δίνουν την ταινία που αποτέλεσε την απάντηση του ευρωπαϊκού σινεμά στις αμερικανικές επιτυχίες της εποχής, The Exorcist - Ο Εξορκιστής, Rosemary`s Baby - Το Μωρό της Ρόζμαρυ και “The Prophecy” - ταινίες που βασίζονταν στα συστατικά που ο Argento απέφυγε για να δώσει τον εικαστικής τελειότητας εφιάλτη του.
    Trivia: Η ταινία γυρίστηκε αρχικά βουβή και οι φωνές των χαρακτήρων προστεθήκαν στη συνέχεια με ντουμπλάζ. Φήμες μάλιστα θέλουν τη Jessica Harper να μιλούσε αγγλικά, ενώ οι υπόλοιπες ερμηνεύτριες απαντούσαν στα ιταλικά. Αυτό λέγεται ότι το έκανε ο Argento για να φανεί η απομόνωση της ηρωίδας του από τους άλλους χαρακτήρας της ταινίας!
Ιωσήφ Πρωιμάκης





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου