Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2011

A tree grows in Brooklyn (1945)

A tree grows in Brooklyn (1945)

Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν

Στην Ελλάδα παίχτηκε με τον τίτλο: ΧΑΜΕΝΑ ΝΙΑΤΑ

 

Σκηνοθεσία: Elia Kazan

Συγγραφείς: Tess Slesinger  και  Frank Davis (σενάριο).

Από το μυθιστόρημα της Betty Smith

Παίζουν: Dorothy McGuire, Joan Blondell και James Dunn


Ο Elia Kazan, σε μία κακοποίηση του μυθιστορήματος της Μπεττυ Σμιθ

Υπότιτλοι εδώ:

Πολλοί μου είχατε ζητήσει τους υπότιτλους για την ταινία αυτή.
Για να σας διευκρινίσω το γιατί χαρακτηρίζω κακοποίηση του βιβλίου της Μπέτη Σμιθ "ΕΝΑ ΔΕΝΤΡΟ ΜΕΓΑΛΩΝΕΙ ΣΤΟ ΜΠΡΟΥΚΛΙΝ" την παρούσα ταινία του Καζάν, διαβάστε παρακάτω τι έγραψα ως σχόλιο στην παρουσίαση της ταινίας στο ΜΠΛΟΚ του ZISI:
 Σε συνέχεα των σχολείων μου, αφού μετέφρασα τους υπότιτλους αυτής της ταινίας και την μελέτησα αρκετά, έχω να παρατηρήσω τα εξής:
Όποιος βλέπει αυτή την ταινία χωρίς να γνωρίσει το μυθιστόρημα, αντιλαμβάνεται ένα απλό μελό. Όποιος όμως γνωρίζει το μυθιστόρημα, δεν ενθουσιάζεται και πολύ! Στην πραγματικότητα λείπει η μισή ιστορία! Υπάρχει άλλη τόση ιστορία με τα προβλήματα της κοπέλας ως έφηβης. Για να μπορέσει ο σεναριογράφος να δώσει ένα βιαστικό τέλος, φθάνει στο σημείο να μας παρουσιάζει τη θεία να προσπαθεί να βρει γαμπρό στην παιδούλα ανιψιά της! 
 
! Το μυθιστόρημα ήταν διαφορετικό. Η κοπέλα μετά την αποφοίτησή της από την βασική εκπαίδευση αναγκάζεται να εργαστεί και όχι να πάει σε κολέγιο όπως ποθούσε. Εργάζεται σε ένα γραφείο που μελετά τον καθημερινό τύπο και κρατάει αποκόμματα για θέματα που ενδιαφέρουν κάποιους πελάτες. Τότε γνωρίζει και τον έρωτα στο πρόσωπο κάποιου «Λη».
Μελετώντας τις εφημερίδες με φρίκη και έκπληξη διαβάζει ότι στην Ευρώπη κηρύχτηκε πόλεμος! Με το ψαλίδι κόβει το σχετικό άρθρο και το βάζει στον προσωπικό της φάκελο, αδιαφορώντας για το τι έγραφε πίσω του. Στον πόλεμο κατατάσσεται και ο αγαπημένος της, όπου εκεί λήγει το ρομάντζο καθότι αυτός ή σκοτώνεται ή εξαφανίζεται. Δεν θυμάμαι.
Στη συνέχεια η κοπέλα εκφράζει την επιθυμία να συνεχίσει την εκπαίδευσή της. Το αφεντικό όμως έχει αντιρρήσεις. «Που θέλετε να σπουδάσετε;» την ρωτά. «Σε πιο Πανεπιστήμιο;. «Στο Κολέγιο», απαντά η κοπέλα. «Τι; Στο Κολέγιο σε αυτή την ηλικία;» Διερωτάται αυτός. Η συζήτηση αυτή άνοιξε την όρεξη στην κοπέλα ώστε επισκέφτηκε το πανεπιστήμιο της περιοχής της και ζήτησε μια αίτηση εγγραφής στα ελεύθερα τμήματά του. Στο ερώτημα της αίτησης, που έγινε η κολεγιακή της εκπαίδευση, εκείνη έγραψε ξεδιάντροπα: «Κατ’ οίκον». Απάντησε και με επιτυχία όπως φαίνεται και στις ερωτήσεις κρίσεως και έγινε δεκτή στο πανεπιστήμιο!
Δεν μπορεί να το πιστέψει. Κατά την επιστροφή της με το μετρό, της φαινόταν ότι ο ρυθμικός ήχος της αμαξοστοιχίας επάνω στις ράγες φώναζε ρυθμικά: «Πα-νε-πι-στή- μιο». - :«Πα-νε-πι-στή- μιο.»… Τελικά κατέβηκε στον επόμενα σταθμό για να πάρει μερικές αναπνοές και να ηρεμίσει.
Τελικά η ζωή της συνεχίζεται με σπουδές και εργασία. Κάποτε γνωρίζει και τον μεγάλο έρωτα που θα καταλήξει σε γάμο. Πριν από το γάμο κάνει μια βόλτα στα παλιά λημέρια που μεγάλωσε. Εκεί συναντά τον άνθρωπο που πούλαγε λοταρίες και για να κάνει τα πιτσιρίκια να ξοδεύουν όλες τους τις δεκάρες σ’ αυτόν, είχε σαν κράχτη τα μεγάλα έπαθλα: Μία κούκλα και ένα ζευγάρι πατίνια. Τα παιδιά αγόραζαν όποτε μπορούσαν κλήρους, με την ελπίδα να κερδίσουν ένα από τα «πολύτιμα» δώρα. Αμ δε! Από την πολυκαιρία τα μαλλιά της κούκλας είχαν γίνει τζίβα και τα πατίνια είχαν σκουριάσει. Έχοντας πια χρήματα στην τσέπη η Φράνσης του λέει: «Θέλω να αγοράσω όλους τους κλήρους!» Έντρομος αυτός πέφτει στα γόνατα και της ζητά να δείξει κατανόηση για την απάτη που έκανε τόσο καιρό, προκειμένου να ζήσει την οικογένειά του.
Τελικά βλέπει στην αυλή τους το άγριο δέντρο που κάποτε οι νοικοκυρές ζήτησαν να κοπεί γιατί τους εμπόδιζε να απλώνουν την μπουγάδα τους, να έχει ξαναφυτρώσει και να έχει θεριέψει. Στα σκαλοπάτια κάθεται ένα κοριτσάκι που διαβάζει και κάθε τόσο βάζει μια μέντα στο στόμα της και πίνοντας μια γουλιά νερό προσπαθεί να αποκτήσει της αίσθηση ότι πίνει κρύο νερό. ‘Όπως έκανε και αυτή όταν ήταν μικρή.
«Γεια σου Φράνσης!» Της φωνάζει.
¨Δεν με λένε Φράνσης!» απαντά η μικρή.
«Δεν Πειράζει. Αντίο Φράνσης!» της ανταπαντά και η ιστορία τελειώνει εδώ.
Να υπενθυμίσω ότι το μυθιστόρημα το διάβασα σε συνέχεις σε παιδικό περιοδικό σε ηλικία 13 με 14 ετών και από τότε δεν το ξανάδα. Αυτά είναι ότι θυμάμαι από τότε.
Γιάννης - Ανάβυσσος






 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου